
Β. Κορκίδης στο “Π”: Η δασμολογική διαμάχη και η διατλαντική διαπραγμάτευση
Του
ΒΑΣΙΛΗ ΚΟΡΚΙΔΗ
Προέδρου ΕΒΕΠ
Η διατλαντική διαμάχη των δασμών βρίσκεται, για πολλούς και διάφορους λόγους, σε φάση αναμονής 90 ημερών. Αρχικά είχαμε τις αποφάσεις, κατόπιν τις ανακοινώσεις για τον χρόνο επιβολής και τέλος το πάγωμα της ισχύος.
Ο παροξυσμός των δασμών είναι βέβαιο πως οδηγεί σε αδιέξοδο την οικονομική σύγκρουση των ισχυρών οικονομιών, ενώ ήδη προκάλεσε την κατάρρευση της παγκόσμιας χρηματιστηριακής και νομισματικής αγοράς. Αν, μάλιστα, συμφωνήσουν όλοι για μηδενικούς δασμούς στο διατλαντικό εμπόριο, το πρόβλημα μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ θα μπορεί να λυθεί οριστικά για την Ευρώπη.
Παρά ταύτα, ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας συνεχίζεται δριμύτερος, με τις ανταλλαγές δασμών να έχουν εκτοξευτεί από το 34% στο 84%, στο 104%, στο 125% και να έχουν φτάσει στο 145%. Αυτό, βεβαίως, σημαίνει ότι η γεωοικονομική διαμάχη των ΗΠΑ με την Κίνα οδηγείται στα άκρα και το μόνο που εκκρεμεί για τα τέλη Απριλίου είναι η τελική απόφαση των αυστηρών μέτρων για τα λιμενικά τέλη, επανεξετάζοντας το προτεινόμενο κόστος ελλιμενισμού κινεζικής ναυπήγησης πλοίων στα αμερικανικά λιμάνια. Το θέμα των λιμενικών τελών έχει ιδιαίτερη σημασία για την ελληνική ναυτιλία, καθώς 929 bulk carriers, 227 tankers και 113 container ships του στόλου μας είναι κινεζικής ναυπήγησης. Επίσης, από τα 620 νεότευκτα που έχουν παραγγείλει ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες, τα 408 ναυπηγούνται στην Κίνα.
Μετά από εντατικές διαβουλεύσεις αρκετών εβδομάδων, η ΕΕ αποφάσισε σε πρώτο στάδιο για αντίμετρα κατά των αμερικανικών δασμών, αντιδρώντας, δηλαδή, όπως η Κίνα και ο Καναδάς. Τα 26 από τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ, πλην της Ουγγαρίας, ψήφισαν υπέρ της επιβολής δασμών εξισορρόπησης από 10% έως 25% σε μια σειρά αμερικανικών προϊόντων, των οποίων η συνολική αξία υπολογίζεται στα 22 δισ. ευρώ, ενώ ανάμεσα στους εταίρους που τοποθετήθηκαν με αστερίσκους ήταν η Ελλάδα.
Η αρχική απόφαση που ελήφθη για τους ευρωπαϊκούς δασμούς ήταν να τεθούν σε ισχύ σταδιακά. Αρχικά, είχε οριστεί η 15η Απριλίου, για εισαγόμενα αμερικανικά προϊόντα συνολικής αξίας 3,9 δισ. ευρώ –είχε γίνει και το 2018–, που περιλαμβάνουν χάλυβα και αλουμίνιο, καλαμπόκι, ρύζι, μοτοσικλέτες και οικιακές – ηλεκτρονικές συσκευές. Στη συνέχεια, οι δασμοί που θα ίσχυαν από τις 16 Μαΐου θα αφορούσαν επιπλέον προϊόντα αξίας 13,5 δισ. ευρώ, όπως πουλερικά, διάφορα είδη κρέατος, δημητριακά, γυαλικά και ρουχισμό. Το τρίτο στάδιο (από την 1η Δεκεμβρίου 2025) θα περιλάμβανε προϊόντα αξίας 3,5 δισ. ευρώ, στα οποία περιλαμβάνονται τα αμύγδαλα και οι σπόροι σόγιας, που μάλιστα αφορούν το 82,5% των αμερικανικών εξαγωγών σόγιας στην ΕΕ.
Ωστόσο, στην ίδια ανακοίνωση, η ΕΕ είχε προβλέψει να δηλώσει πως αυτά τα αντίμετρα μπορεί να ανασταλούν ανά πάσα στιγμή, εάν οι ΗΠΑ συμφωνήσουν σε ένα δίκαιο και ισορροπημένο αποτέλεσμα, ανοίγοντας έτσι το παράθυρο των διαπραγματεύσεων. Μετά, λοιπόν, τις εξαγγελίες Τραμπ για πάγωμα των δασμών για 90 μέρες σε 75 χώρες, οι οποίες δεν προχώρησαν σε αντίμετρα, η ΕΕ αποφάσισε την προσωρινή παύση των αντίμετρων έναντι των ΗΠΑ. Η ιδιότυπη 90ήμερη «εκεχειρία» του πολέμου των δασμών για την αλλαγή απόφασης από την επικεφαλής του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ, ώστε να λάβει το πράσινο φως για προσωρινή παύση από τα κράτη-μέλη, χρειάστηκε την έκτακτη συνεδρίαση των πρέσβεων των κρατών-μελών. Ουσιαστικά, οι Βρυξέλλες πάγωσαν τα αντίμετρα ύψους 21 δισ. ευρώ, που στοχοποιούσαν 1.600 αμερικανικά προϊόντα, ώστε να δώσουν την ευκαιρία των διαπραγματεύσεων χωρίς αντίποινα, προκειμένου να επιτευχθεί μια ικανοποιητική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού.
Η ΕΕ, πάντως, υποτίθεται πως συνεχίζει εσωτερικά να σχεδιάζει μια ευρύτερη απάντηση για τις διαπραγματεύσεις, αφού εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με σειρά δασμών που έχει υπογράψει ο Τραμπ, ξεκινώντας από τα μέτρα στις εισαγωγές αλουμινίου και χάλυβα στις 12 Μαρτίου και ακολούθως στις 26 Μαρτίου για εισαγωγές αυτοκινήτων με 25%, πριν υπογράψει στις 2 Απριλίου τους λεγόμενους «ανταποδοτικούς δασμούς» ύψους 20% στις ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα, πάντως, με το Euractiv, είναι θετικό που δεν αποφασίστηκε από την ΕΕ η άμεση ισχύς των δασμών, για να δοθεί μια καλή ευκαιρία στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με το Euronews, επίσης, Γαλλία, Ιρλανδία και Ιταλία εξασφάλισαν ότι στη λίστα των προϊόντων στα οποία θα βάλει δασμούς η ΕΕ δεν θα περιλαμβάνεται το μπέρμπον, αφού η συμπερίληψή του θα προκαλούσε αντεπιβολή δασμών 200% στα ευρωπαϊκά κρασιά και ποτά.
Συνολικά, η στάση της ΕΕ στους αμερικανικούς δασμούς ήταν λιγότερο επιθετική από ό,τι αναμενόταν, παρά την προσπάθειά της να χτυπήσει τις υπερατλαντικές εξαγωγές, που θα προκαλέσουν μεγαλύτερη ζημιά στις πολιτείες Λουιζιάνα, Κάνσας, Νεμπράσκα, Μίσιγκαν, Βόρεια και Νότια Καρολίνα, Τζόρτζια, Αλαμπάμα, Φλόριντα και Ουισκόνσιν, με ιδιαίτερη σημασία για τους Ρεπουμπλικανούς. Η Κομισιόν δείχνει να ελπίζει πως οι επαφές των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ θα φέρουν εξελίξεις που τελικά θα ανατρέπουν ριζικά τα τωρινά δεδομένα.
Στο ευρωπαϊκό –ενιαίο, σε πρώτη φάση– μέτωπο, υπάρχει η δυνατότητα εξεύρεσης μιας win-win λύσης σε ό,τι αφορά το εμπόριο, που θα είναι αμοιβαία επωφελής. Υπάρχει ακόμα περιθώριο για διαπραγματεύσεις, πριν επιβληθούν οποιαδήποτε σημαντικά ανταποδοτικά μέτρα, πέρα από αυτά που ανακοινώθηκαν σχετικά με προγενέστερους αμερικανικούς δασμούς στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, τα οποία, ούτως ή άλλως, ήταν η αναμενόμενη αντίδραση της ΕΕ. Εντός 90 ημερών πρέπει να βρεθεί μια λύση, αφού η ευρωπαϊκή αγορά είναι πολύ σημαντική για τις ΗΠΑ και η αμερικανική αγορά σημαντική για την Ευρώπη.
Για το ελληνικό σκέλος και τις στρατηγικές ευκαιρίες στο πλαίσιο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, ο πρωθυπουργός δήλωσε πως, για γεωπολιτικούς και οικονομικούς λόγους, η Ελλάδα είναι σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ και υπάρχει μια στρατηγική εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ. Σχολιάζοντας, μάλιστα, τη πρόταση του έλληνα πρωθυπουργού, ο αμερικανός Πρόεδρος είπε πως μπορεί να γίνει μια δίκαιη συμφωνία για όλους.
Το επόμενο διάστημα μέχρι τη συμφωνία, και πριν από τη συμπλήρωση των 90 ημερών της προθεσμίας, είναι κρίσιμο, αφού η αβεβαιότητα, η αναστάτωση στο εμπόριο και οι διακυμάνσεις στις αγορές διατηρούνται. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες δέχονται ισχυρές πιέσεις, βυθίζοντας τις μετοχές, το δολάριο βρίσκεται σε χαμηλά τριετίας απέναντι στο ευρώ, ο χρυσός καταγράφει νέα, ιστορικά υψηλά, το πετρέλαιο είναι σε χαμηλά τετραετίας, οι αποδόσεις των ομολόγων εγείρουν ανησυχίες για το κόστος δανεισμού. Οι κεντρικές τράπεζες πιέζονται να αναλάβουν δράση με νομισματική πολιτική μείωσης των επιτοκίων, για να προστατέψουν τις οικονομίες από τον πληθωρισμό και την ύφεση. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες που εισάγουν και εξάγουν μεγάλο αριθμό προϊόντων από και προς τις ΗΠΑ φοβούνται για πλήγμα στα οικονομικά τους αποτελέσματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οφείλουμε να αποτυπώσουμε ευκρινώς τη συμπεριφορά των αγορών και τη θέση που κατέχει η χώρα μας σε αυτές εν μέσω ενός παγκόσμιου οικονομικού πολέμου, αξιοποιώντας τα γεωστρατηγικά μας πλεονεκτήματα. Είναι σίγουρο ότι οι δασμοί θα αναδιατάξουν τις εμπορευματικές ροές και η Ελλάδα θα πρέπει να είναι έτοιμη να αξιοποιήσει αυτές τις αλλαγές, καθώς χώρες με ισχυρή εξαγωγική παρουσία θα αναζητήσουν νέους εταίρους το προσεχές διάστημα. Παράλληλα, θα πρέπει να προσέξουμε και τον ρόλο μας στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Η αναστολή της επιβολής δασμών άνοιξε ένα παράθυρο, που φαίνεται πως έφερε μέσα τη θύελλα στην εφοδιαστική αλυσίδα, καθώς η τακτική του «stop and go» δημιούργησε διακυμάνσεις που τώρα είναι ικανές να σπάσουν τους κρίκους της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Με το διακύβευμα του επανασχεδιασμού του παγκόσμιου εμπορικού και χρηματοοικονομικού γίγνεσθαι, η Κομισιόν προσήλθε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την ευρωπαϊκή προσφορά για μηδενικούς δασμούς στις εισαγωγές αμερικανικών βιομηχανικών προϊόντων και αυτοκινήτων, καθώς και την αύξηση των εισαγωγών στην ΕΕ αμερικανικού LNG. Το ερώτημα είναι εάν τελικά η ΕΕ θα καταφέρει να πετύχει μηδενικούς δασμούς στο διατλαντικό εμπόριο ή θα συμβιβαστεί με την επιβολή της μίνιμουμ ταρίφας του 10% από τις ΗΠΑ. Το ποιος θα υπερισχύσει είναι θεωρητικό, το πώς θα παρουσιαστεί το αποτέλεσμα είναι σχετικό, αλλά, αν τελικά θα εφαρμοστούν ανταποδοτικοί δασμοί, θα είναι σίγουρα σε βάρος του τελικού καταναλωτή και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ