ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ


Συγγραφέας
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΙΛΑΡΟΓΛΟΥ


Ο Μιχάλης, θύμα της Γενοκτονίας των Αρμενίων, ζει στην Ελλάδα, με τις αναμνήσεις να τον τρελαίνουν. Οι εικόνες από όσα έζησε ξεδιπλώνονται μπροστά του και το μυαλό του καλπάζει και φεύγει στην Ανατολή, στα βασιλικά χώματα της πατρίδας του, για να βρεθεί ανάμεσα στην οικογένειά του, για να δει ξανά τη σφαγή των δικών του προσώπων, για να δει τον άνθρωπο να γίνεται αγρίμι και να καταφέρεται ενάντια σε αθώους.
Δεν μπορεί να ξεχάσει τη μέρα που κοίταζε ανήμπορος το φαράγγι του θανάτου και έβλεπε τους αγαπημένους του να κείτονται άψυχοι στο έδαφος. Θυμάται πώς πήρε τον δρόμο, με καμένη την ψυχή, για μια άλλη πολιτεία, στα νότια του Άλυ ποταμού, αναζητώντας μια αχτίδα νέας ζωής που θα γλύκαινε την ύπαρξή του. Και τη βρήκε στο πρόσωπο εκείνης. Ρωμιά, δασκάλα στον τόπο της, ζούσε σε περιβάλλον άκρως θρησκευτικό και σε σπίτι με πατριαρχικές συνήθειες. Αντέδρασε όταν επιχείρησαν να βάλουν στο πλευρό της άνδρα διαφορετικής καταγωγής και πίστεως. Μα πόσο λάθος έκανε! Γιατί, παρόλο που η καρδιά του Μιχάλη ήταν ραγισμένη, εκείνος της χάρισε την άδολη αγάπη του και φύτρωσαν κυκλάμινα μέσα στα δυο τους χέρια.

 

Απόσπασμα βιβλίου

Ημαυροφόρα γυναίκα, λαχανιασμένη, σταματά αφήνοντας το φορτίο της στην άκρη του δρόμου. Δίνει κουράγιο στον εαυτό της με δυο ανάσες παραπάνω. Αρχίζει ανηφοριά, μα εκείνη την αψηφά.
«Ακόμα λίγο κι έφτασα», μονολογεί σε μια στάση που κάνει, βλέποντας την απόσταση που της απομένει. Βάζει τα χέρια στη μέση της για να ζυγίσει το κορμί της, φτιάχνει την πετσέτα που είναι περασμένη στο σβέρκο της, τεντώνει τον λαιμό της για να ξεπιαστεί και ρίχνει το βλέμμα της στο χωριό που πλησιάζει. Δίπλα της, αποσπά την προσοχή της το ποτάμι που κυλάει ορμητικά τα νερά του καθώς έρχεται ψηλά από τους καταρράκτες. Δεν πρέπει ν’ αργήσει, όχι. Συμβαίνουν πολλά όταν βασιλεύει ο ήλιος. Πρέπει να πάει και να γυρίσει αμέσως.
Επικαλούμενη τα θεία, φορτώνεται τα βάρη της και συνεχίζει. Μπροστά της απλώνεται το χωριό που είναι χτισμένο κυκλικά στους πρόποδες ενός μικρού λόφου. Φαίνεται να ξεχωρίζει στο κέντρο η κορυφή του. Δυο δρόμοι κυκλώνουν το χωριό και κατ’ επέκταση τον λόφο. Δυο δρόμοι που οδηγούν σε δύο διαφορετικές επαρχίες. Εκείνη παίρνει τον αριστερό, αυτόν που οδηγεί στην πολιτεία των καταρρακτών. Περπατάει στον κεντρικό χωμάτινο δρόμο πίσω από ένα κάρο που σέρνουν αργά βουβάλια. Ευτυχώς που είναι αυτό το εμπόδιο μπροστά της και βαδίζει κάνοντας στάσεις πού και πού. Ρίχνει μια ματιά στις αυλές του κόσμου, ψάχνοντας να εντοπίσει παρουσίες. Μα οι αυλές είναι έρημες, κανείς δε δίνει σημασία στο πέρασμά της. Κάποια πέταλα ηχούν πίσω της και φωνές που πλησιάζουν. Σταματά και βλέπει δυο τρία γαϊδουράκια με τους αναβάτες τους, ένα μπουλούκι γυναικών μέσα σε σκόνη κι ένα κοπάδι γελάδια να έρχεται από τον αντίθετο κυκλικό δρόμο, τον δρόμο που κατεβαίνει από την ορεινή επαρχία όπου ζούσαν πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος. Κοντοστέκεται μήπως δει γνωστές φυσιογνωμίες ανάμεσά τους ή ακούσει γνωστές φωνές γυναικών να την καλούν. Μα όχι, είναι κορίτσια άγνωστα, γυναίκες και μικρά ξυπόλυτα παιδιά που επιστρέφουν από την ολοήμερη δουλειά τους στα χωράφια ή από τη βοσκή. Επιστρέφουν με τον ιδρώτα σε κάθε πόρο του κορμιού τους και τη σκόνη κολλημένη επάνω τους. Καμιά δεν της δίνει σημασία, μόνο σέρνουν τα πόδια τους προς τα σπιτικά τους συζητώντας μεγαλόφωνα.
Αποφασίζει να συνεχίσει πριν την προλάβει το μπουλούκι. Τη συνοδεύουν σε κάθε βήμα της ο θόρυβος από τα καπάκια που σκεπάζουν τα δύο δοχεία που κουβαλάει και το τρίξιμο αλυσίδων. Το κάρο με τα βουβάλια συνεχίζει ευθεία, εκείνη στρίβει δεξιά στην ανηφοριά, σχεδόν δίπλα στις γραμμές του τρένου που από τα υψώματα της περιοχής οδηγούν στην Έδεσσα. Με τον ήλιο στην πλάτη, με κομμάτια από τη μακριά φούστα της μαζεμένα στα κορδόνια της ποδιά της, με το χοντρό ξύλο στερεωμένο πίσω στον αυχένα της, φτάνει σε γνωστή γειτονιά. Αραδιασμένα στην πλαγιά είναι διώροφα και μονοκατοικίες, αγροτόσπιτα, με τα εργαλεία της αγροτικής τους τέχνης κάτω από υπόστεγα ή από δέντρα της αυλής.
Μπαίνει στην αυλή ενός δίπατου σπιτιού….

Διαβάστε τη συνέχεια  ΕΔΩ


Λίγα λόγια για τη συγγραφέα

Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΙΛΑΡΟΓΛΟΥ γεννήθηκε στο χωριό Φιλώτεια Αλμωπίας του Νομού Πέλλας.
Σπούδασε με υποτροφία στην Ανωτέρα Σχολή Στελεχών Επιχειρήσεων, τμήμα Λογιστών, του ΚΑΤΕΕ Λάρισας και εργάστηκε ως λογίστρια.
Στα γυμνασιακά της χρόνια δημοσίευσε ποιήματα στην τοπική εφημερίδα Ηχώ της Αλμωπίας.
Από τις εκδόσεις Πέλλα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΓΗ.


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ

Κατηγορία: Ελληνική λογοτεχνία, Αληθινές ιστορίες, Ιστορικό Μυθιστόρημα
ISBN: 978-618-01-3193-2
ISBN e-book: 978-618-01-3194-9


Δείτε το video του βιβλίου


Σχολιάστε εδώ