
Τα «παιχνίδια» Άγκυρας και ψευδοκράτους
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
-Για να ανακόψουν την εκμετάλλευση της κυπριακής ΑΟΖ και να εκτροχιάσουν το Κυπριακό
Να φέρει στα μέτρα της τη διαδικασία για το Κυπριακό επιχειρεί η Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, βάζει την τουρκοκυπριακή πλευρά να υιοθετεί ακραίες θέσεις, επιδιώκοντας είτε την αλλαγή της βάσης συζήτησης, που θα συμπεριλαμβάνει πλέον και το φυσικό αέριο, είτε το ναυάγιο, με το οποίο ελπίζει ότι ο διεθνής παράγοντας θα επιβάλει στην Κυπριακή Δημοκρατία να διακόψει το ενεργειακό πρόγραμμά της, προκειμένου να μη… διαταραχθεί το κλίμα.
Ήδη ο Μουσταφά Ακιντζί, που εμφανίζεται ως ο μετριοπαθής της τουρκοκυπριακής πλευράς, διατυπώνει θέσεις οι οποίες εκ των πραγμάτων οδηγούν σε αδιέξοδο, καθώς είναι δεδομένο ότι δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτές από τον Νίκο Αναστασιάδη και την ελληνοκυπριακή πλευρά.
Πάντως, Αθήνα και Λευκωσία φρόντισαν να στείλουν ξεκάθαρο μήνυμα κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κύπρο, επισημαίνοντας ότι το ενεργειακό πρόγραμμα αποτελεί δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και άσκηση της κυριαρχίας της και ότι σε μια λύση του Κυπριακού δεν νοούνται πλέον ούτε παραμονή τουρκικών στρατευμάτων ούτε φυσικά διατήρηση του αναχρονιστικού θεσμού των Εγγυήσεων.
Ο τουρκοκύπριος ηγέτης, λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη συνάντησή του με τον Νίκο Αναστασιάδη, στις 9 Αυγούστου, εμφανίζεται με διπλό στόχο: Αφενός, επιδιώκει να βάλει στο τραπέζι τα ενεργειακά και η συζήτηση για επανάληψη της διαδικασίας να στηριχθεί στην αποδοχή της απαράδεκτης πρότασής του για σύσταση κοινής επιτροπής μεταξύ των δύο κοινοτήτων για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Αφετέρου, επιδιώκει να επιβάλει την πολιτική ισότητα με τον τρόπο που τον αντιλαμβάνεται η τουρκική πλευρά, ως αριθμητική ισότητα με την πλήρη κυριαρχία πλέον της τουρκοκυπριακής κοινότητας-μειονότητας επί της ελληνοκυπριακής οντότητας, που αποτελεί και το πλειοψηφικό στοιχείο στο νησί.
Καθώς η Τουρκία δεν έχει κατορθώσει μέχρι στιγμής να εκτρέψει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιδιώκει με την εμπλοκή του θέματος των υδρογονανθράκων στις συνομιλίες να βραχυκυκλώσει τη Λευκωσία και θα προβληθεί ως βασική προϋπόθεση η διακοπή των ερευνών μέχρις ότου υπάρξει άρση του αδιεξόδου στο Κυπριακό.
Λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο
Αυτοί βεβαίως οι υπολογισμοί γίνονται χωρίς τον «ξενοδόχο», καθώς οι ξένοι πετρελαϊκοί κολοσσοί που έχουν εμπλακεί μέσω διεθνών διαγωνισμών δεν έχουν καμιά διάθεση, ούτε πρόθεση να αποποιηθούν τα δικαιώματά τους προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι τουρκικές επιδιώξεις. Ούτε βεβαίως είναι πρόθυμες οι ξένες εταιρείες (ExxonMobil, Total, Eni, Qatar Petroleum, Delek, Shell, Noble) να προσφέρουν μερίδιο στην τουρκική εταιρεία ΤΡΑΟ προκειμένου να ικανοποιηθούν οι τουρκικές αξιώσεις. Και φυσικά οι ξένες εταιρείες έχουν τον δικό τους κώδικα λειτουργίας και δεν ακολουθούν τις τουρκικές εμμονές και αξιώσεις, που θέλουν οι ενεργειακοί πόροι της Ανατολικής Μεσογείου και σίγουρα της Κύπρου να εξάγονται με τρόπο που ο έλεγχός τους θα ανήκει στην Τουρκία.
Εφόσον ο κ. Ακιντζί επιμείνει, όπως όλα δείχνουν, στο να θέσει ως προϋπόθεση για τη συνέχιση της διαδικασίας το θέμα της κοινής διαχείρισης των υδρογονανθράκων ή τη διακοπή του προγράμματος μέχρις ότου λυθεί το Κυπριακό, θα οδηγήσει αυτομάτως σε αδιέξοδο τη διαδικασία. Και αυτό δεν αφορά μόνο το θέμα των υδρογονανθράκων, αλλά την ίδια την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς η πρόταση Ακιντζί στηρίζεται ακριβώς στην υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε επίπεδο ελληνοκυπριακής κοινότητας, που συνομιλεί και συνδιαχειρίζεται τον φυσικό πλούτο της χώρας με την τουρκοκυπριακή κοινότητα και το ψευδοκράτος.
Όμως, τόσο ο Ακιντζί όσο και η τουρκική πλευρά επιδιώκουν να επιρρίψουν ευθύνες στη Λευκωσία για το γεγονός ότι δεν αποδέχεται δήθεν την πολιτική ισότητα με τους Τουρκοκυπρίους για να μη διαμοιρασθεί τον φυσικό πλούτο του νησιού με την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Η τουρκική πλευρά, μέσω των Τουρκοκυπρίων, επιδιώκει να εισάγει νέα στοιχεία στη διαπραγμάτευση, αναιρώντας συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί μέχρι και το Κραν Μοντανά. Η μία σύγκλιση αφορούσε τους υδρογονάνθρακες και την εκμετάλλευση των πόρων στην ΑΟΖ, που είχε περιέλθει στην κεντρική κυβέρνηση και όχι στα δύο συνιστώντα κρατίδια ή στις δύο κοινότητες. Και η δεύτερη αφορά την Αμμόχωστο, όπου η τουρκοκυπριακή πλευρά επιδιώκει τη δημιουργία τετελεσμένων με την ανατροπή βασικής συνιστώσας της επίλυσης του Κυπριακού.
Ο «πρωθυπουργός» του ψευδοκράτους Ερσίν Τατάρ, που μαζί με τον «ΥΠΕΞ» Οζερσάι είναι οι πιο ακραίοι εκφραστές της τουρκικής γραμμής στα Κατεχόμενα, σε συνέντευξή του στο Αναντολού δήλωσε ότι το τέλος της προκλητικής πολιτικής που ακολουθούν είναι η διατήρηση της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου» και των τουρκικών εγγυήσεων στην Κύπρο. Στη συνέντευξη αυτή ο κ. Τατάρ, λίγο πολύ, συνέδεσε το θέμα των Βαρωσίων και των τετελεσμένων που επιχειρεί να δημιουργήσει εκεί η τουρκοκυπριακή πλευρά, παραβιάζοντας ψηφίσματα του ΣΑ του ΟΗΕ, με τη νόμιμη άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων στην ΑΟΖ της.
Ένας συσχετισμός και ένα παζάρι που προφανώς δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά από καμιά κυπριακή κυβέρνηση…
Παίζουν το παιχνίδι της Άγκυρας
Σε ό,τι αφορά τα Βαρώσια, πάντως, έχει σημασία η παρέμβαση του κύπριου ΥΠΕΞ Νίκου Χριστοδουλίδη, που με συνέντευξή του εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο κ. Οζερσάι και ο κ. Τατάρ επιδιώκουν με τις καθημερινές εμπρηστικές τους δηλώσεις να προκαλέσουν αντιδράσεις στην ελληνοκυπριακή κοινότητα, για να δημιουργηθεί ένα πολύ αρνητικό κλίμα για τη συνάντηση της 9ης Αυγούστου. Ο κ. Χριστοδουλίδης επέστησε την προσοχή όλων λέγοντας ότι «δεν τίθεται θέμα Αμμοχώστου», επισημαίνοντας όμως ότι «αποτελεί επιτυχία των Οζερσάι και Τατάρ που έχουν ανοίξει συζήτηση δήθεν αμφισβήτησης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της Αμμοχώστου», ενώ το θέμα είναι απολύτως ξεκάθαρο.
Και φυσικά αυτή η επισήμανση του κ. Χριστοδουλίδη αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο τα ελληνικά και ελληνοκυπριακά ΜΜΕ αναπαράγουν «ειδήσεις» και δηλώσεις τούρκων και τουρκοκυπρίων παραγόντων, που απλώς εντάσσονται στον υβριδικό πόλεμο που ασκεί η Άγκυρα, επιχειρώντας έτσι να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση.