
Ο Τραμπ, οι δασμοί, οι εντάσεις και οι εξοπλισμοί
–Ένας επικίνδυνος καινούργιος κόσμος
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η αναταραχή που πυροδότησαν οι ανακοινώσεις Τραμπ για επιβολή δασμών ακόμα και στους Πιγκουίνους υποβόσκει, παρά την αναστολή εφαρμογής τους. Μάλιστα, οι παρενέργειες των ανακοινώσεων έχουν αρχίσει να γίνονται εμφανείς ακόμα και στο εσωτερικό των διαφόρων χωρών. Στην Ελλάδα, παραδείγματος χάριν, έχουμε ήδη μπει τόσο στον εξοπλιστικό πυρετό, που η κυβέρνηση παραγγέλλει φρεγάτες χωρίς να ενημερώσει καν την αντιπολίτευση.
Επειδή φαίνεται ότι θα βρισκόμαστε για καιρό στον «αστερισμό των δασμών», νομίζω ότι αξίζει μια ψύχραιμη ματιά στην επιβολή των δασμών. Ένας λόγος παραπάνω για την Ελλάδα, όπου έχουν εμφανιστεί αυτόκλητοι ή υποβολιμαίοι υποστηρικτές της πολιτικής Τραμπ, αρκετοί από τους οποίους ανήκουν ή έχουν αγαστές σχέσεις με την κυβέρνηση.
Η αρχική μου παρατήρηση είναι ότι η οικονομική πολιτική Τραμπ απορρέει από το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν απωλέσει σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, κυρίως έναντι της Κίνας, και τούτο μάλιστα ενώ βρίσκονταν σε εμπορικό έλλειμμα και πριν απωλέσουν τα πλεονεκτήματα αυτά. Για κάποιους ορθόδοξους οικονομολόγους αυτό μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη διατήρηση των ομολόγων του Αμερικανικού Δημοσίου ως safe asset (ασφαλές περιουσιακό στοιχείο).
Αυτό δεν είναι, βέβαια, κάτι καινούργιο. Βρισκόταν στο κέντρο της οικονομικής πολιτικής της προεδρίας Μπάιντεν, που ξόδεψε τεράστια ποσά για την επιδότηση της αμερικανικής βιομηχανίας αλλά και της κατανάλωσης. Ήταν μια πολιτική χωρίς αποτέλεσμα, αφού οι επιχειρήσεις «κάθισαν» πάνω σε αυτά τα χρήματα, οι επενδύσεις παρέμειναν αναιμικές και το αμερικανικό δημόσιο χρέος συνέχισε να ανεβαίνει με ρυθμούς πολλαπλάσιους από εκείνους του ΑΕΠ.
Αυτή ήταν και η αποτυχία που έφερε στην εξουσία τον Τραμπ. Ο Τραμπ πίστευε, ή μπορεί να το πιστεύει και ακόμη, ότι η λύση βρίσκεται στον εμπορικό προστατευτισμό σε συνδυασμό με τη δημοσιονομική πειθαρχία. Θεωρεί ότι από τα δασμολογικά έσοδα και τη δημοσιονομική λιτότητα θα καταφέρει να μειώσει τους φόρους (πρωτίστως για τους πλουσίους) και θα κατορθώσει έτσι να επαναπατρίσει την αμερικανική βιομηχανία.
Για να μπορέσει να πουλήσει αυτό το αφήγημα στο πόπολο, επιστράτευσε μια αρκετά παλιά επιχειρηματολογία, η οποία υπάρχει στον δημόσιο διάλογο στην Αμερική τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1980 και την Προεδρία του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου. Σύμφωνα με αυτή, η απώλεια ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων για την αμερικανική οικονομία (τη δεκαετία του 1980 αφορούσε την απώλεια τη πρωτοκαθεδρίας στην αυτοκινητοβιομηχανία) δεν ήταν αποτέλεσμα του ανταγωνισμού, αλλά μιας συνωμοσίας. Τη δεκαετία του 1980 συνωμότες ήταν οι Γιαπωνέζοι, που κέρδισαν τον ανταγωνισμό στα αυτοκίνητα επειδή χειραγωγούσαν την ισοτιμία του νομίσματός τους, του γιεν, έναντι του δολαρίου. Στην τρέχουσα εκδοχή, οι «κακοί» είναι οι Κινέζοι, που απολαμβάνουν εμπορικά πλεονάσματα λόγω της τεχνητής υποτίμησης του γουάν.
Με τους δασμούς, λοιπόν, ο Τραμπ θα περιορίσει τη ζήτηση για δολάρια, το νόμισμα θα υποτιμηθεί και οι ΗΠΑ θα αποκτήσουν εμπορική ισορροπία.
Δυστυχώς, στα οικονομικά γνωρίζουμε από πολύ παλιά ότι οι συναλλαγματικές ισοτιμίες δεν οδηγούν σε ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης μεταξύ των χωρών. Αυτό το παραδέχθηκαν τη δεκαετία του 1960 και τα νεοκλασικά οικονομικά και είναι γνωστό στη βιβλιογραφία ως «αποτέλεσμα Μπαλάσα – Σάμουελσον».
Η λογική είναι αρκετά απλή – δεν είναι όλα τα αγαθά και υπηρεσίες εμπορεύσιμα. Υπάρχουν δραστηριότητες (κατασκευές, ηλεκτρική ενέργεια κ.ά.) που από τη φύση τους απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά. Αν οι διαφορές στην παραγωγικότητα μεταξύ των μη εμπορεύσιμων αγαθών είναι μεγαλύτερες από εκείνες των εμπορεύσιμων, το νόμισμα της παραγωγικότερης χώρας δεν πρόκειται να ανατιμηθεί αρκετά.
Αυτό μας το έχει δείξει και η Ιστορία. Συγκεκριμένα, όταν οι ΗΠΑ πέρασαν από τα εμπορικά πλεονάσματα στα εμπορικά ελλείμματα, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, το δολάριο υποτιμήθηκε σημαντικά έναντι του ιαπωνικού γιεν, όμως οι ΗΠΑ παρέμειναν ελλειμματικές και η Ιαπωνία πλεονασματική τόσο στο διμερές εμπόριο όσο και συνολικά. Μάλιστα και τότε είχε επιχειρηθεί από τον Νίξον η υποτίμηση του δολαρίου, με την κατάργηση των σταθερών ισοτιμιών της Συνθήκης του Μπρέτον Γουντς, όμως το εγχείρημα απέτυχε.
Νομίζω ότι αυτό που τελικά θα μείνει από τη δασμολογία Τραμπ θα είναι μια περίοδος νέων εντάσεων, όπου καινούργιοι «κακοί» θα ξεφυτρώνουν από δω κι από κει.
Από τη σκοπιά αυτή, φρονώ ότι οι λαοί πρέπει να αναλάβουν δράση. Για την Ευρώπη και την Ελλάδα αυτό σημαίνει την πάνδημη αντίδραση στη νέα κούρσα των εξοπλισμών.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ