
Ν. Κογιουμτσής στο “Π”: Κατώτερη των προσδοκιών η πασχαλινή αγορά
Του
ΝΙΚΟΥ ΚΟΓΙΟΥΜΤΣΗ
Αντιπροέδρου Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών,
Αντιπροέδρου Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών
Άλλη μία εορταστική πασχαλινή περίοδος έφτασε στο τέλος της. Φέτος, όμως, η γιορτή του Πάσχα ήταν διαφορετική για πάρα πολλούς συμπολίτες μας, κυρίως λόγω της ακρίβειας στα τρόφιμα, στα ενοίκια και στην ενέργεια. Αρκετοί συμπολίτες μας προμηθευτήκαν τα άκρως απαραίτητα για το πασχαλινό τραπέζι, ενώ αγόρασαν και κάποια δώρα, κυρίως για τα παιδιά.
Οι πιο πολλοί συνταξιούχοι δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν σε κάποιες αγορές, καθώς δεν έλαβαν νωρίτερα τις συντάξεις τους, ούτε και κάποιο άλλο βοήθημα. Θα μπορούσε, βέβαια, να δοθεί ένα μέρος των συντάξεων ή κάποιο βοήθημα, ούτως ώστε να περάσουν ένα αξιοπρεπές Πάσχα και να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν κάποια δώρα στα εγγόνια τους και στα αγαπημένα τους πρόσωπα. Οι επίσημες τοποθετήσεις κυβερνητικών στελεχών περί τεχνικής δυσκολίας στην καταβολή των συντάξεων νωρίτερα του προβλεπόμενου μόνο ως δικαιολογία μπορεί να εκληφθεί στην εποχή της ταχύτητας και της τεχνολογίας. Όλη αυτή η κατάσταση είχε αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωση της πασχαλινής περιόδου.
Τόσο από την Αθήνα όσο και από την περιφέρεια μιλούν για υποτονική κίνηση στην αγορά και σίγουρα μικρότερη από την αντίστοιχη περσινή πασχαλινή περίοδο. Τελικά, οι μεγάλοι χαμένοι της πασχαλινής περιόδου ήταν οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς η ακρίβεια αλλά και η δυσκολία των συνταξιούχων επηρέασε την κίνηση στην αγορά. Το διαθέσιμο εισόδημα των ελλήνων καταναλωτών βαίνει ολοένα και μειούμενο. Ακόμη και το δώρο του Πάσχα που πήραν οι ιδιωτικοί υπάλληλοι δεν ήταν ικανό να τονώσει την κατανάλωση. Η Eurostat μας κατατάσσει στην τελευταία θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την αγοραστική δύναμη.
Σοκ προκαλούν και τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, καθώς κατατάσσουν την Ελλάδα στη δεύτερη θέση των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας. Η έκρηξη της ακρίβειας, που παραμένει αμείωτη και αδειάζει το «καλάθι της νοικοκυράς», οι παγωμένοι μισθοί, πλην της μικρής αύξησης του κατώτατου μισθού, αλλά και η έκρηξη των ενοικίων διατηρούν την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις της κλίμακας της φτώχειας.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τα στοιχεία της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ, το 56,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία έγκυρης πληρωμής πάγιων λογαριασμών, όπως του ηλεκτρικού ρεύματος, του φυσικού αερίου κ.λπ., το 81,9% του φτωχού πληθυσμού και το 34,6% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 480 ευρώ. Ο συνδυασμός της ακρίβειας αλλά και των περιορισμένων εισοδημάτων αποδεικνύεται καταστροφικός για την αγορά και όσο περνά ο καιρός αυτό γίνεται ολοένα και πιο φανερό και ταυτόχρονα οδυνηρό. Χρειάζεται άμεση ανάληψη δράσεων και πρωτοβουλιών από την πλευρά της κυβέρνησης προκειμένου να δούμε μειώσεις τιμών προϊόντων στα ράφια και να μην παραμένουμε πια θεατές στη δημιουργία καρτέλ, ολιγοπωλίων και μονοπωλίων στην ελληνική αγορά.
Οι πολίτες μπορούν να ζήσουν υπό καλύτερες συνθήκες και όχι απλώς να επιβιώνουν. Η επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού σε δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους –όχι τα επιδόματα των 250 ευρώ– θα δώσει ανάσα στα νοικοκυριά και προστιθέμενη οικονομική αξία στην κατανάλωση, ούτως ώστε ένα μέρος των χρημάτων, μέσα από την κυκλική οικονομία, να επανέλθει στα δημόσια ταμεία. Η Eurostat ανακοίνωσε ένα σημαντικό πράγματι πρωτογενές πλεόνασμα της ελληνικής οικονομίας, το οποίο προέκυψε βέβαια από την υπερφορολόγηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων και κυρίως από τους έμμεσους φόρους, που είναι και υπέρογκοι και κατά κανόνα οι πιο άδικοι.
Εφόσον δημιουργείται αρκετά σημαντικός δημοσιονομικός χώρος, η Πολιτεία θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε μείωση της φορολογίας και σε κατάργηση της τεκμαρτής φορολόγησης για επαγγελματίες, επιχειρηματίες και επιστήμονες. Πρέπει, επιτέλους, να καταργηθεί ο μνημονιακός νόμος της προκαταβολής φόρου και η κυβέρνηση, αντί να νομοθετεί για την ενημέρωση των επαγγελματιών από εισπρακτικές εταιρείες για οφειλές προς τον ΕΦΚΑ, οφείλει να προχωρήσει άμεσα σε μια γενναία ρύθμιση 120 δόσεων με ένα μικρό σχετικά επιτόκιο, για να εισρεύσουν και χρήματα στα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και να διευκολυνθούν οι χιλιάδες επαγγελματίες, που είδαν τις οφειλές τους, κυρίως λόγω πανδημίας, να εκτοξεύονται. Εάν δεν ληφθούν, άμεσα, αποτελεσματικά και ουσιαστικά μέτρα στήριξης –όχι επιδοματικής μορφής– για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και δεν γίνουν στοχευμένες προσπάθειες για την αναβάθμιση της εθνικής οικονομίας, δεν μπορούμε να μιλάμε για καμιά ανάπτυξη της χώρας.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ