
Δραματική αύξηση των κρουσμάτων κοκκύτη, ιλαράς, μηνιγγιτιδόκοκκου λόγω χαμηλής εμβολιαστικής κάλυψης
ΠΟΛΙΤΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ ΔΕΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΠΛΕΟΝ ΤΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ
–Αναγκαία η ανάπτυξη εμβολιαστικής κουλτούρας
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
«Το 2024 είχαμε 4.800% αύξηση των περιστατικών κοκκύτη, καταγράφηκαν δύο θάνατοι βρεφών, ένας από συγκυτιακό ιό (RSV), ενώ είχαμε και τρεις θανάτους από μηνιγγιτιδόκοκκο σε διάστημα ενός έτους. Τα ποσοστά του εμβολιασμού έναντι της γρίπης είναι μειωμένα σε σχέση με την περίοδο 2023 – 2024, ενώ η πτώση του ποσοστού εμβολιασμού των επαγγελματιών Υγείας για το ίδιο νόσημα είναι ανησυχητική.
Την ίδια ώρα, φαίνεται ότι η πρακτική του εμβολιασμού στα φαρμακεία δεν λειτούργησε, καθώς ούτε τα ποσοστά εμβολιασμού αυξήθηκαν, αλλά κυρίως οι πολίτες δεν έλαβαν το κατάλληλο εμβόλιο, σύμφωνα με τις συστάσεις της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών», ανέφερε η Δέσποινα Τοπάλη, γενική γραμματέας του Πανελλήνιου Συλλόγου Επισκεπτών Υγείας, επισκέπτρια Υγείας, MSc, PhDc, ΚΥ Κατερίνης, σε συνέντευξη Τύπου που οργάνωσε ο Πανελλήνιος Σύλλογος Επισκεπτών Υγείας με αφορμή την Παγκόσμια Εβδομάδα Ανοσοποίησης (24 – 30 Απριλίου).
Σύμφωνα με την κ. Τοπάλη: «Ένας στους 3 ενήλικες θα νοσήσει κάποια στιγμή από έρπητα ζωστήρα, με το 30% να αναπτύσσει μεθερπητική νευραλγία ή και δυνητικά σοβαρές επιπλοκές, και, παρ’ όλα αυτά, η εμβολιαστική κάλυψη αυτήν τη στιγμή είναι λίγο πιο πάνω από το 12%, σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα. Χαμηλή είναι επίσης η εμβολιαστική κάλυψη και για τον πνευμονιόκοκκο, ένα βακτήριο που δημιουργεί σοβαρές και επικίνδυνες για την υγεία ασθένειες, όπως πνευμονία, μηνιγγίτιδα, βακτηριαιμία, μέση ωτίτιδα κ.ά.
Απογοητευτική είναι επίσης η εμβολιαστική κάλυψη για τον ΗPV, ένα εμβόλιο που προστατεύει από έξι διαφορετικές μορφές καρκίνου και κονδυλώματα, η οποία κατ’ εκτίμηση είναι στο 54% για τα κορίτσια και 30% για τα αγόρια. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι μετά τους μαζικούς εμβολιασμούς για την Covid-19 έχει επέλθει εμβολιαστική κόπωση στους πολίτες, οι οποίοι δεν ακολουθούν τις συστάσεις για εμβολιασμό. Δυστυχώς, το φαινόμενο της εμβολιαστικής κόπωσης καταγράφεται και στους επαγγελματίες υγείας και σε συνδυασμό με τη διστακτικότητα για τους εμβολιασμούς που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημόσια υγεία, κινδυνεύουμε να χάσουμε όσα με κόπο έχουμε καταφέρει τόσα χρόνια μέσω των Εθνικών Προγραμμάτων Εμβολιασμών και την εφαρμογή τους».
Αρκεί, άραγε, να έχουμε ένα εξαιρετικό εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικες; Να έχουμε διαθεσιμότητα και κάλυψη του κόστους από τα ασφαλιστικά ταμεία;
«Η απάντηση είναι ότι είναι πολύ σημαντικό να τα έχουμε όλα αυτά και ευτυχώς τα έχουμε, αλλά δεν είναι από μόνα τους αρκετά. Απαιτείται η προαγωγή του εμβολιασμού και η κατανόηση τόσο από τους επαγγελματίες υγείας όσο και από τους πολίτες της αξίας των εμβολιασμών, της συνεισφοράς τους στην κοινωνία, στα εθνικά συστήματα υγείας και στο μέλλον των επόμενων γενεών, αλλά και τη διασφάλιση καλύτερης ποιότητας ζωής για τους ανθρώπους, χωρίς τις επιπλοκές και τις αναπηρίες των νοσημάτων που μπορούν να προληφθούν με εμβολιασμό. Είναι αναγκαία η ανάπτυξη εμβολιαστικής κουλτούρας, εγγραματοσύνης του πληθυσμού και συστηματικής προσπάθειας μέσα από συνεργατικές προσπάθειες των πολιτών, των επαγγελματιών υγείας και της πολιτείας για διατήρηση και αύξηση του ποσοστού εμβολιασμού όπου απαιτείται», κατέληξε η κ. Δέσποινα Τοπάλη.
Οι δράσεις του ΕΟΔΥ για την αύξηση του εμβολιασμού
«Ο εμβολιασμός είναι ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ανθρωπότητας, αποτελεί δημόσιο αγαθό και έχει σώσει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Τα εμβόλια προστατεύουν παιδιά και ενήλικες και διασφαλίζουν την προστασία και άλλων ατόμων μέσω του φαινομένου της συλλογικής ανοσίας, εμποδίζοντας την εξάπλωση νοσημάτων που προλαμβάνονται με εμβολιασμό. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 σημειώθηκε ανησυχητική παγκόσμια μείωση των ποσοστών εμβολιασμού, με αποτέλεσμα να υπάρχει επιτακτική ανάγκη να καλυφθούν τα εμβολιαστικά κενά που προκλήθηκαν από τυχόν χαμένες δόσεις και να διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση στον εμβολιασμό», επισήμανε στην εκδήλωση η Θεανώ Γεωργακοπούλου, MD, MPH, PhD, παιδίατρος – λοιμωξιολόγος, προϊσταμένη Διεύθυνσης Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Πρόληψης Μεταδοτικών Νοσημάτων στη Γενική Διεύθυνση Επιδημιολογικής Επιτήρησης του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ).
«O ΕΟΔΥ, στο πλαίσιο των στρατηγικών του στόχων για την προστασία της δημόσιας υγείας, εκπονεί δράσεις για την ελαχιστοποίηση του αντίκτυπου των νοσημάτων που προλαμβάνονται με εμβολιασμό στην κοινωνία. Συγκεκριμένα, εκπόνησε μελέτη για την καταγραφή των γνώσεων, στάσεων και συνηθειών για τα εμβόλια Covid και γρίπης, όπως επίσης και μελέτη καταγραφής της εμβολιαστικής κάλυψης με βάση τα δεδομένα συνταγογράφησης της ΗΔΙΚΑ. Επίσης, έχει ξεκινήσει δράσεις για την αντιμετώπιση της διστακτικότητας έναντι των εμβολιασμών που αφορούν τόσο τον γενικό πληθυσμό (καμπάνιες ενημέρωσης) όσο και τους επαγγελματίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (εκπαιδευτικά σεμινάρια ανά ΥΠΕ)», κατέληξε η κ. Γεωργακοπούλου.
Ανησυχητικά τα στατιστικά δεδομένα
Σύμφωνα με τον δρα Ζοάο Μπρέντα, επικεφαλής του Γραφείου του ΠΟΥ για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών στην Αθήνα, ειδικό απεσταλμένο του Περιφερειακού Διευθυντή του ΠΟΥ Ευρώπης και επικεφαλής του Γραφείου του ΠΟΥ στην Ελλάδα: «Ο εμβολιασμός αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της υγείας, θεμέλιο μιας υγιούς κοινωνίας και ακρογωνιαίο λίθο του συστήματος πρωτοβάθμιας υγειονομικής φροντίδας. Συνιστά μία από τις πιο αποτελεσματικές δημόσιες υγειονομικές παρεμβάσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ωστόσο, ο εμβολιασμός εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές αντιστάσεις στην Ευρώπη, όπως αποτυπώνουν ορισμένα ανησυχητικά στατιστικά δεδομένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δραματική αύξηση των κρουσμάτων ιλαράς, που καταγράφουν τον υψηλότερο αριθμό των τελευταίων 25 ετών. Παρότι η Ελλάδα παραμένει σταθερός υποστηρικτής του εμβολιασμού, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού.
Αναμφίβολα, έχουμε ακόμη σημαντικό έργο μπροστά μας, έργο που απαιτεί ολοκλήρωση, ενώ ταυτόχρονα είναι ζωτικής σημασίας να προστατεύσουμε τα κεκτημένα μας. Είναι επιτακτική ανάγκη να επενδύσουμε στη συστηματική συλλογή και ανάλυση δεδομένων, δίνοντας προτεραιότητα σε στρατηγικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις. Προάγοντας την εκπαίδευση και εγγραμματοσύνη στον τομέα της υγείας, μπορούμε να επικεντρωθούμε στις ευάλωτες ομάδες, όπως τα παιδιά, τα άτομα με χαμηλό εισόδημα και οι Έλληνες και Ελληνίδες που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές. Αξιοποιώντας, παράλληλα, πλήρως τις υποδομές πρωτοβάθμιας και κοινοτικής υγειονομικής φροντίδας να ενισχύσουμε τη συνολική εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού».
Τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού
Η Παγκόσμια Εβδομάδα Ανοσοποίησης εορτάζεται κάθε χρόνο την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου. Στόχος είναι η ευαισθητοποίηση σχετικά με τη σημασία του εμβολιασμού για τη γενικότερη υγεία και την ευημερία του παγκόσμιου πληθυσμού.
Φέτος, καθώς το 2025 είναι το ενδιάμεσο σημείο της διεθνούς στρατηγικής για τον εμβολιασμό έως το 2030, η Παγκόσμια Εβδομάδα Ανοσοποίησης επικεντρώνεται όχι μόνο στα οφέλη του εμβολιασμού σήμερα αλλά και στις δυνατότητες που προσφέρει για την υγεία των ανθρώπων τα επόμενα χρόνια.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού είναι τα εξής:
• Ο εμβολιασμός προλαμβάνει 3,5 έως 5 εκατομμύρια θανάτους ετησίως από ασθένειες όπως η διφθερίτιδα, ο τέτανος, ο κοκκύτης, η γρίπη, η ιλαρά και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός.
• Οι εμβολιασμένοι ενήλικες ζουν περισσότερο και με καλύτερη υγεία. Μελέτη έδειξε ότι ο εμβολιασμός αυξάνει την πιθανότητα επιβίωσης τον επόμενο χρόνο κατά 35% στην ηλικία των 25 ετών και 16% στην ηλικία των 50 ετών, σε σύγκριση με τους μη εμβολιασμένους.
• Ο εμβολιασμός των ηλικιωμένων ενηλίκων μπορεί να αποφέρει σημαντικά καρδιαγγειακά οφέλη.
• Προγράμματα εμβολιασμού ενηλίκων μπορούν να αποφέρουν έως και 19 φορές την αρχική επένδυση, προσφέροντας σημαντικά κοινωνικοοικονομικά οφέλη.
• Κάθε 1 ευρώ που επενδύεται στον εμβολιασμό ενηλίκων (ξεκινώντας από την ηλικία των 50 ετών) αποδίδει 4 ευρώ σε οφέλη μέσω μείωσης των δαπανών υγείας, αύξηση της παραγωγικότητας και της κοινωνικής συμβολής.
• Ο εμβολιασμός των ενηλίκων ενισχύει τη συλλογική ανοσία, προστατεύοντας ευάλωτες ομάδες (βρέφη, ηλικιωμένους, ανοσοκατεσταλμένους).
• Με τον εμβολιασμό υποστηρίζεται η υγιής γήρανση, προλαμβάνοντας ασθένειες που προκαλούν ευπάθεια, γνωστική έκπτωση και απώλεια αυτονομίας.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ