
Η Τουρκία νότια της Κρήτης, μέσω Λιβύης
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η Άγκυρα, αφού επικέντρωσε την προσοχή στο Ανατολικό Αιγαίο, με την καταγγελλόμενη στρατιωτικοποίηση των Ελληνικών νησιών, έκανε μια νέα στρατηγική κίνηση προς τη Λιβύη, με στόχο τη στέρεη εγκατάστασή της στη χώρα αυτή και την εκμετάλλευση των πλουσίων ενεργειακών της αποθεμάτων, με ανοικτό παράθυρο στα εξίσου πλούσια αποθέματα της Ελληνικής ΑΟΖ Νότια και Ανατολικά της Κρήτης.
Ο πρωθυπουργός της προσωρινής κυβερνήσεως της Λιβύης Ντμπεϊμπά δεν έχει δικαίωμα να υπογράψει συμφωνία με ξένες χώρες, με βάση τον συμφωνημένο Χάρτη Πολιτικού Διαλόγου, που υπεγράφη μεταξύ των αντιμαχομένων πολιτικών δυνάμεων της χώρας, με στόχο τη διεξαγωγή εκλογών και τη μετάβαση της Λιβύης σε κάποια ομαλότητα. Οι εκλογές, που έπρεπε να γίνουν τον περασμένο Δεκέμβριο, δεν έγιναν και ο Ντμπεϊμπά, που έπρεπε να παραδώσει την εξουσία, δεν την παρέδωσε.
Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα για την Τουρκική πολιτική. Αντιθέτως, η τελευταία εκμεταλλεύεται την άναρχη κατάσταση στη Λιβύη για να προωθήσει την επιρροή της, στηρίζοντας με χρήμα και όπλα τους εκλεκτούς της και υπογράφοντας μαζί τους «διακρατικές» συμφωνίες, όπως, το 2019, το Τουρκο-Λιβυκό μνημόνιο και σήμερα τη νέα συμφωνία για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της Λιβυκής ΑΟΖ.
Η νέα Τουρκο-Λιβυκή συμφωνία καταδικάσθηκε και καταγγέλθηκε πρώτ’ απ’ όλα από το Λιβυκό Κοινοβούλιο, που είναι το μόνο αρμόδιο να εγκρίνει και να επικυρώσει τέτοιου είδους συμφωνίες. Καταδικάσθηκε επίσης από τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Γερμανία, που μέχρι τώρα απέφευγε να ασκήσει κριτική στον παραδοσιακό της σύμμαχο, την Τουρκία. Έντονα ενοχλημένη είναι, βεβαίως, και η Αίγυπτος του Στρατάρχη Αλ Σίσι. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών κ. Δένδιας επισκέπτεται σήμερα τον Αιγύπτιο ομόλογό του, στο Κάιρο, για να διαβουλευθούν από κοινού για το πώς θα αντιμετωπίσουν τη νέα Τουρκική κίνηση.
Είναι προφανές ότι η νέα συμφωνία, που υπέγραψε η Τουρκική αντιπροσωπεία στη Λιβύη, μ’ επικεφαλής τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, είναι συνέχεια του Τουρκο-Λιβυκού μνημονίου και της θεωρίας περί «Γαλάζιας Πατρίδας», που αρνείται ότι τα νησιά, περιλαμβανομένης της Κρήτης, έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Κατά την Τουρκική θεωρία, τα νησιά έχουν μόνο χωρικά ύδατα, τα οποία άλλωστε πρέπει να παραμείνουν καθηλωμένα στα 6 μίλια. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει τώρα την Τουρκική απειλή και στα νότια σύνορά της και Τουρκικές διεκδικήσεις στα ενεργειακά της αποθέματα νότια και ανατολικά της Κρήτης, παράλληλα με τις Τουρκικές διεκδικήσεις σ’ όλη την έκταση όπου προβάλλεται, αντίθετα με κάθε έννοια διεθνούς θαλασσίου δικαίου, η λεγόμενη «Γαλάζια Πατρίδα».
Η νέα Τουρκική κίνηση θέτει την Ελληνική κυβέρνηση ενώπιον των ευθυνών της για την αβελτηρία και τις λάθος πολιτικές που ακολούθησε απέναντι στην κρίση στη Λιβύη και για την κατοχύρωση και υπεράσπιση των Ελληνικών δικαιωμάτων, με βάση το διεθνές θαλάσσιο δίκαιο.
Η αβελτηρία και οι λανθασμένες πολιτικές της εκφράσθηκαν πρωτ’ απ’ όλα από τη ψυχρή και αποστασιοποιημένη στάση απέναντι στις Λιβυκές δυνάμεις, που προσέβλεπαν στην Ελλάδα ως αντίπαλο δέος στην Τουρκική διείσδυση και επιθετικότητα, όπως οι δυνάμεις του Στρατάρχη Χαφτάρ και το Λιβυκό Κοινοβούλιο. Η Ελλάδα δεν προσέφερε στις δυνάμεις αυτές, είτε μόνη είτε σε συνεργασία με άλλες σύμμαχες χώρες, καμιά ουσιαστική στήριξη και βοήθεια. Αντιθέτως, ο εκτελών και σήμερα καθήκοντα συμβούλου εθνικής ασφαλείας κοντά στον πρωθυπουργό, Ντόκος, απαξίωσε και προσέβαλε, με δηλώσεις του, τον Στρατάρχη Χαφτάρ. Οι δυνάμεις του τελευταίου ελέγχουν την Ανατολική Λιβύη, που βρίσκεται απέναντι από την Κρήτη, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, ιδιαίτερα εάν η παρούσα κρίση στη Λιβύη διαιωνισθεί και οδηγήσει, ντε φάκτο, σε δύο χωριστές κυβερνήσεις και κρατικές οντότητες στη Λιβύη.
Η δεύτερη μεγάλη αβελτηρία της Ελληνικής κυβερνήσεως, που δυστυχώς είναι σ’ ένα μέτρο διαχρονική και αφορά και άλλες κυβερνήσεις, είναι η συνεχιζόμενη φοβική πολιτική, απραξία και αδράνεια στην εφαρμογή των προνοιών του διεθνούς θαλασσίου δικαίου, που ευνοούν τα εθνικά μας συμφέροντα, ακόμη και μετά την ανακήρυξη από την Άγκυρα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Συγκεκριμένα, ενώ η Άγκυρα προχώρησε, μετά το casus belli για τα 12 μίλια, στην ανακήρυξη της «Γαλάζιας Πατρίδας» και στην υπογραφή του Τουρκο-Λιβυκού και έσπευσε να καταθέσει, με βάση αυτά, συντεταγμένες στον ΟΗΕ για τα δήθεν δικαιώματά της, η Ελλάδα έκανε μόνο μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, αλλά δεν έκανε καμιά άλλη κίνηση, όπως η ανακήρυξη ΑΟΖ νοτίως και ανατολικώς της Κρήτης και η επέκταση των χωρικών της υδάτων, στην ίδια περιοχή, στα 12 μίλια.
Η κίνηση αυτή, στο πλαίσιο μιας πολιτικής τμηματικής ανακηρύξεως της ΑΟΖ και επεκτάσεως των χωρικών υδάτων, είναι σήμερα εντελώς απαραίτητη, γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, είναι πολύ ευκολότερο για την Άγκυρα να ισχυρίζεται ότι όλη η περιοχή, εκτός χωρικών υδάτων, είναι διεθνή ύδατα. Υπάρχει, βεβαίως, η μονομερής οριοθέτηση υφαλοκρηπίδος από την Ελλάδα στην περιοχή αυτή, με νόμο του 2011 και με αναφορά τη μέση γραμμή προς τη Λιβύη. Εάν ο νόμος αυτός καλύπτει επαρκώς τα Ελληνικά συμφέροντα, το επείγον είναι η επέκταση των χωρικών υδάτων σε 12 μίλια.
Ένας λόγος παραπάνω για να στείλει η Ελλάδα μήνυμα αποφασιστικότητας είναι η τρίτη μεγάλη αβελτηρία που διέπραξε, στο πρόσφατο παρελθόν, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με την απεμπόληση της εξορύξεως των Ελληνικών υδρογονανθράκων.
Φαίνεται απίστευτο ότι η κυβέρνηση, αγόμενη από ιδεοληψίες και αδικαιολόγητη σπουδή για την «πράσινη» ενέργεια, έσπευσε να απεμπολήσει τον Ελληνικό θησαυρό των υδρογονανθράκων, η αξία του οποίου υπολογίζεται από τους ειδικούς σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Η κυβέρνηση ανέκρουσε πρύμναν μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη μεγάλη ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη. Ας ελπίσουμε ότι η μεταστροφή είναι ειλικρινής και ότι θα επιδιωχθεί με όλη τη δέουσα ταχύτητα και ενέργεια.
Ο Ερντογάν και γενικά η Τουρκική πολιτική έδειξαν ότι περιφρονούν με ιταμότητα κάθε έννοια διεθνούς δικαίου. Εμπιστεύονται και υπολογίζουν μόνο την ισχύ. Η Ελλάδα δεν πρέπει γι’ αυτό ούτε να χαλαρώσει τις εξοπλιστικές της προσπάθειες ούτε να παραμελήσει επικίνδυνα κενά στην άμυνά της. Δύο τέτοια επικίνδυνα κενά είναι η υστέρησή της σε μαχητικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη και σε βαλλιστικούς πυραύλους. Τα δύο αυτά κενά πρέπει να τα καλύψει με κατεπείγουσες προμήθειες. Παρέλκει επίσης να υπογραμμισθεί πόσο σημαντική και επείγουσα είναι η ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ