
Η τακτική αναδίπλωση Τραμπ και ο φόβος νέων εντάσεων
–Η αποτίμηση μιας ταραχώδους εβδομάδας
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο Ντόναλντ Τραμπ, φοβούμενος ότι θα έτρωγε στο κεφάλι ομόλογα ονομαστικής αξίας κοντά στα 2 τρισ. Δολάρια, προχώρησε σε μια κίνηση τακτικής αναδίπλωσης. Ανέστειλε για 90 μέρες τους δασμούς που ανακοίνωσε για όλες τις χώρες πλην Κίνας, ενώ στη συνέχεια δήλωσε ότι θα επιβάλει τον ελάχιστο δασμό (10%) για το διάστημα αυτό.
Ο Τραμπ φοβήθηκε ότι αν έβγαινε για επιθετική πώληση ένας τόσο μεγάλος όγκος αμερικανικών ομολόγων, που έχουν στην κατοχή τους κυρίως Κινέζοι και Ιάπωνες, αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα μια εκρηκτική αύξηση των αποδόσεων (επιτοκίων) των ομολόγων. Με τη σειρά του, αυτό θα οδηγούσε σε παραπέρα ξεπούλημα των μετοχών στα χρηματιστήρια και στην πυροδότηση μιας έντονα υφεσιακής περιόδου.
Το ερώτημα είναι γιατί ο Τραμπ, που γνώριζε αυτά τα δεδομένα, προχώρησε σε μονομερή επιβολή δασμών; Την καλύτερη απάντηση την έδωσε o Τόρστεν Σλοκ, επικεφαλής οικονομολόγος του Fund Apollo, σε μια παρουσίαση στο Think Tank του Μάρκους Μπρούνερμαϊερ στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον. Ο Σλοκ έδειξε ότι 25 χρόνια νωρίτερα, το 2000, ο βασικός εμπορικός εταίρος όλων των χωρών του κόσμου ήταν οι ΗΠΑ, ενώ σήμερα είναι η Κίνα. Αυτήν την ανακατάταξη της ανταγωνιστικής θέσης των ΗΠΑ προσπαθεί να αναστρέψει ο Τραμπ με τους δασμούς, όπως προηγούμενα προσπάθησε ο Μπάιντεν με τους περιβαλλοντολογικούς φόρους.
Περιέργως, αυτό το σημαντικό δεδομένο απουσιάζει από τη συζήτηση. Σημαντικοί νεοκλασικοί οικονομολόγοι (Κρούγκμαν, Στίγκλιτζ) έκριναν την κίνηση Τραμπ με τους όρους της ορθόδοξης οικονομικής θεωρίας. Στάθηκαν στο γεγονός ότι η όλη πολιτική δεν έχει καμιά σχέση με το αναλυτικό πλαίσιο οποιασδήποτε σχολής οικονομικής σκέψης. Είναι μια παιδαριώδης άσκηση, τόσο στον υπολογισμό των δασμών όσο και στη λογική που τους διέπει.
Επιφανειακά έχουν δίκιο, η φόρμουλα (για τους ενδιαφερομένους υπάρχει στο https://ustr.gov/issue-areas/reciprocal-tariff-calculations) που χρησιμοποίησε ο Τραμπ για να υπολογίσει τους δασμούς που θα ισοσκελίσουν, υποτίθεται, το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ είναι όντως παιδαριώδης. Υποθέτει ότι οι υπόλοιπες χώρες θα φάνε στο κεφάλι τους δασμούς χωρίς να βγάλουν κιχ. Ενώ οι ίδιοι οι δασμοί δεν θα έχουν καμιά επίπτωση στις τιμές των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων και άρα στις αμερικανικές εξαγωγές.
Στην ουσία, ο Τραμπ πιστεύει ή τουλάχιστον πίστευε ότι μπορούσε να επαναλάβει τις συνθήκες εκβιομηχάνισης των ΗΠΑ το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Την εποχή εκείνη η χώρα εφάρμοσε δασμούς στις εισαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, κάτι που επέτρεψε την εκβιομηχάνισή της και την κυριαρχία της τον αιώνα που ακολούθησε. Όμως, οι πρώτες ύλες που εξήγαγε τότε (βαμβάκι, χρυσός κ.ά.) ήταν πολύτιμες, γι’ αυτό και συνέχισαν να εξάγονται απρόσκοπτα. Αυτό δεν ισχύει σήμερα.
Το κυριότερο, όμως, είναι ότι οι ΗΠΑ στηρίζονται στα διεθνή κεφάλαια που κατευθύνονται στις τράπεζες και στα χρηματιστήριά τους. Αυτό τους επιτρέπει να εξυπηρετούν το τεράστιο δημόσιο χρέος τους, να δημιουργούν και να διαθέτουν ρευστότητα για τις επιχειρήσεις τους, αλλά και για επιχειρήσεις διεθνώς, και να ενισχύουν την εγχώρια ζήτηση. Η ευχέρειά τους οφείλεται στο ότι το δολάριο είναι το βασικό αποθεματικό νόμισμα και στο ότι ελέγχουν το παγκόσμιο σύστημα πληρωμών – το swift. Πρόκειται για το σημαντικότερο και αδιαμφισβήτητο ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα στον σημερινό κόσμο. Όμως, δεν μπορούν να το διατηρήσουν όντας μια κλειστή οικονομία με δασμούς. Αυτή είναι και η βασική αντίφαση της πολιτικής Τραμπ.
Έτσι, ο Τραμπ πέρασε ήδη στο plan B. Δεν είναι άλλο από την απόκτηση πρόσβασης σε πλουτοπαραγωγικές πηγές και εμπορικά προνόμια διεθνώς. Αυτό θα επιδιώξει με τις διαπραγματεύσεις που θα διεξαγάγει τις επόμενες 90 μέρες. Η στρατηγική του είναι να καταστήσει τις ΗΠΑ τη μοναδική υπερδύναμη, διαπραγματευόμενος διμερώς με όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της ΕΕ. Όμως και αυτή η πολιτική είναι αδιέξοδη, αφού επιδιώκει να ανατρέψει τις διεθνείς ανταγωνιστικές σχέσεις μέσα από διαπραγματεύσεις. Το καλύτερο δυνατό σενάριο για τον Τραμπ είναι να καταφέρει να κάνει κάποιες επικερδείς συμφωνίες για τον ίδιο και για τους φίλους του με αυτόν τον τρόπο.
Για τον λόγο αυτό, είναι σίγουρο ότι θα πάμε σε νέες εντάσεις το επόμενο διάστημα. Η κατάσταση είναι επικίνδυνη, διότι ο Τραμπ έχει κατορθώσει, προσωρινά τουλάχιστον, να περιθωριοποιήσει το Κογκρέσο και τους υπόλοιπους θεσμούς της αστικής δημοκρατίας των ΗΠΑ. Αυτό του επιτρέπει, με κάθε λογής διατάγματα, να δημιουργεί εντάσεις κατά το δοκούν. Η μόνη δύναμη που μπορεί να βάλει φρένο στα σχέδιά του είναι η κινητοποίηση του κόσμου, πρώτα στις ΗΠΑ, όπως συμβαίνει ήδη, αλλά και διεθνώς.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ