
Η πολιτική των ίσων αποστάσεων και η ανοχή εξέθρεψαν την τουρκική υπεροψία και παραβατικότητα
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Το Ουκρανικό και η αποφυγή της Τουρκίας να ταυτισθεί με τις άλλες χώρες της Δύσης στην επιβολή κυρωτικών μέτρων κατά της Ρωσίας για την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου θα πρέπει να έπεισαν και τους πλέον δύσπιστους και προκατειλημμένους δυτικούς ηγέτες και κυβερνήσεις ότι η Τουρκία ακολουθεί δική της εξωτερική πολιτική, που πολλές φορές δεν συνάδει με τα συμφέροντα των δυτικών χωρών, ενώ συνεχώς διαφοροποιείται και σε άλλα θέματα που αφορούν την ευρύτερη γεωπολιτική περιοχή της.
Ιδιαίτερα αναφορικά με τη στάση που η Τουρκία ακολουθεί έναντι της Ελλάδας, οι δυτικοί σύμμαχοί μας θα έπρεπε να περιμένουν το παραλήρημα του τούρκου Προέδρου και του πολιτικού συνεταίρου του, ακροδεξιού Μπαχτσελί, με την ευκαιρία των εκδηλώσεων για την επέτειο της Άλωσης της Πόλης από τον Μωάμεθ τον Πορθητή. Συγκεκριμένα είπαν ότι η σημερινή Τουρκία μπορεί να επαναλάβει την ιστορία εναντίον των ελληνικών νησιών, που με τη στρατιωτικοποίησή τους απειλούν την εδαφική ακεραιότητά της, ενώ αναφέρθηκαν, όπως και άλλοι, υψηλοί αξιωματούχοι στο μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία προφανώς θα επιθυμούσαν να επανασυστήσουν. Ακόμη και οι πλέον αδαείς από Ιστορία γνωρίζουν ότι καμία αυτοκρατορία δεν διαρκεί αιωνίως και ότι κανένας διάδοχος λαός δεν επιχείρησε να νεκραναστήσει καμία εξ αυτών. Ούτε οι Έλληνες διανοήθηκαν ποτέ να επανασυστήσουν την Αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου ούτε οι σημερινοί Ιταλοί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Ιουλίου Καίσαρα και άλλων ισάξιων αυτοκρατόρων. Ο Μπαχτσελί, με τις θέσεις που εξέφρασε, απλώς επιβεβαίωσε την άγνοιά του για την Ιστορία και ότι εμπνέεται από ουτοπιστικές εθνικιστικές αντιλήψεις.
Οι τελευταίες ανθελληνικές εξάρσεις της τουρκικής ηγεσίας δικαιολογούν τις τοποθετήσεις του έλληνα πρωθυπουργού κατά την πρόσφατη, επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις επαφές και τις συναντήσεις που είχε με τον Πρόεδρο Μπάιντεν και άλλους υψηλούς αξιωματούχους των υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας –ιδιαίτερα την ομιλία του ενώπιον του Κογκρέσου–, στους οποίους ανέπτυξε και παράλληλα κατήγγειλε την τουρκική παραβατική συμπεριφορά στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, που δεν είναι συμπτωματική και δεν συνάδει με τη συμπεριφορά έναντι συμμάχου και γειτονικής χώρας. Η δημόσια αυτή τοποθέτηση του έλληνα πρωθυπουργού προφανώς ενόχλησε τον τούρκο Πρόεδρο, περισσότερο, υποθέτω, από όσα κατ’ ιδίαν θα συζήτησε με τον αμερικανό Πρόεδρο. Η τουρκική πολιτική ηγεσία, προκειμένου να καλύψει την παραβατική συμπεριφορά της στο Αιγαίο, κατήγγειλε –εν είδει ανατολίτικου παζαριού– ότι η Ελλάδα απειλεί με τη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου την επικράτειά της, συνδέοντας, κάτι που δηλώνει άγνοια και περιφρόνηση του Διεθνούς Δικαίου, τη στρατιωτικοποίηση με την κυριαρχία επί των νησιών! Οι θέσεις αυτές προφανώς προκαλούν ιλαρότητα στους γνώστες του Διεθνούς Δικαίου και είναι ενδεικτικές για τις αρχές από τις οποίες εμπνέεται η τουρκική ηγεσία.
Η διαστρέβλωση της πραγματικότητας από την πλευρά των τούρκων πολιτικών παραγόντων –είτε για λόγους εξυπηρέτησης πολιτικών επιδιώξεων είτε από άγνοια των κανόνων της διεθνούς νομιμότητας– παρέχουν στην ελληνική διπλωματία ισχυρά όπλα για να καταδείξει στις σύμμαχες και άλλες χώρες την αναθεωρητική και παραβατική πολιτική που ακολουθεί η Άγκυρα για το καθεστώς στο Αιγαίο και το status quo στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Παράλληλα, ενισχύει την άποψη ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αποσταθεροποίηση της περιοχής, κάτι που όλες οι χώρες απεύχονται, με τις οδυνηρές συνέπειες που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν, θέτοντας σε κίνδυνο τα δυτικά συμφέροντα στο σύνολό τους. Προφανώς, ο απλός πολίτης θα διερωτηθεί: Γιατί οι δυτικές χώρες, και ειδικότερα εκείνες της ΕΕ, στηρίζουν την Τουρκία, παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία σε σχέση με τη συμπεριφορά της ιδιαίτερα έναντι της Ελλάδος και στο Κυπριακό είναι συντριπτικά εις βάρος της Άγκυρας; Η απάντηση είναι διπλή. Η ανοχή που επιδεικνύεται έναντι της Τουρκίας, σε πολλούς τομείς, συνδέεται αφενός με τη γεωπολιτική θέση που κατέχει η σημερινή Τουρκία, ευρισκόμενη σε μια πολύ ευαίσθητη περιοχή για τα στρατηγικά συμφέροντα της Δύσης, και αφετέρου με τα σοβαρά οικονομικά συμφέροντα πολλών δυτικών χωρών. Τα δύο αυτά αλληλένδετα στοιχεία έχουν συντελέσει και εξακολουθούν να συντελούν αποφασιστικά ώστε να παραβλέπεται η παραβατική συμπεριφορά της Άγκυρας, και τούτο ανεξάρτητα από το ποια πολιτική παράταξη υπερισχύει σε μια δεδομένη χρονική περίοδο.
Αυτό ισχύει και για την παραβατική συμπεριφορά της Άγκυρας έναντι της Ελλάδας, που εκφράζεται με την τήρηση ίσων αποστάσεων και τη γνωστή θέση και φόρμουλα «βρείτε τα μεταξύ σας». Η πολιτική των ίσων αποστάσεων εκφράστηκε προ ημερών –σε μια περίοδο που η αντιδυτική πολιτική του καθεστώτος Ερντογάν έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της– και από τον ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η Τουρκία είναι πολύτιμος εταίρος της Νατοϊκής Συμμαχίας. Η συμπεριφορά της Άγκυρας έναντι της Ελλάδος ουδόλως απασχόλησε τον πρώην νορβηγό πρωθυπουργό. Θεαματική αλλαγή στη συμπεριφορά των χωρών της Δύσης και ιδιαίτερα των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας δεν πρέπει να αναμένουμε τα επόμενα, τουλάχιστον, χρόνια. Ωστόσο διαφαίνονται ορισμένες εκφράσεις δυσαρέσκειας των Δυτικών έναντι της συμπεριφοράς της Άγκυρας, που η ελληνική διπλωματία θα μπορούσε να αξιοποιήσει καταλλήλως. Να ενημερώνει συστηματικά τις σύμμαχες χώρες –με πλήρη και εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση– για την τουρκική παραβατικότητα στο Αιγαίο και την αναθεωρητική πολιτική της, χωρίς ωστόσο να αφίσταται των θέσεών μας για ειλικρινή διάλογο και επίλυση των διμερών διαφορών, στη βάση όμως των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Κατάλληλο forum γι’ αυτό θεωρείται και το επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, στο οποίο δεν πρέπει να επαναληφθούν τα γνωστά ευχολόγια για την Τουρκία.
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ