Η καταστροφή της Ουκρανίας –σε ανεπίτρεπτη ιστορικά στιγμή– συνεχίζεται

Η καταστροφή της Ουκρανίας –σε ανεπίτρεπτη ιστορικά στιγμή– συνεχίζεται


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ


Με το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και χρόνια μετά, επιφανείς προσωπικότητες της διεθνούς διανόησης και πολιτικής ένωσαν τις φωνές τους στην καταδίκη του πολέμου και όσων τον προκάλεσαν και βροντοφώναξαν το γνωστό «never again» («ποτέ ξανά»). Και τούτο όχι μόνο για τα εκατομμύρια θύματα και τις τεράστιες καταστροφές που είχε επιφέρει ο πόλεμος αλλά και ως καταδίκη των ολοκληρωτικών καθεστώτων που τον είχαν προκαλέσει. Κυριότατα της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας.

Γνώστες όμως της ιστορίας και της πικρής αλήθειας ότι οι άνθρωποι έχουν, συνήθως, βραχεία μνήμη και τείνουν να ξεχνούν γρήγορα εισηγήθηκαν την ίδρυση ενός νέου διεθνούς οργανισμού (ΟΗΕ) –ως διαδόχου της προπολεμικής Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ), που είχε αποτύχει να αποτρέψει τον πόλεμο– με αποστολή την περιφρούρηση της παγκόσμιας ειρήνης και την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των λαών και των κρατών-μελών σε πολλαπλούς τομείς.

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος προκλήθηκε από την επεκτατική προδιάθεση και τη ρατσιστική ιδεολογία της χιτλερικής Γερμανίας. Ευθύνες όμως καταλογίζονται και στις μεγάλες τότε ευρωπαϊκές δυνάμεις για την ασυγχώρητη ανοχή που επέδειξαν έναντι των ολοκληρωτικών καθεστώτων, κυρίως της Γερμανίας, στην οποία, δύο δεκαετίες πριν, είχαν επιβάλει ταπεινωτικούς όρους ειρήνης με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, που επισφράγισε το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν εξέλειψαν οι πόλεμοι, με την εμπλοκή δύο ή περισσοτέρων χωρών. Κατά κανόνα είναι περιφερειακοί και συνήθως βραχείας διάρκειας και όχι γενικευμένοι.

Πολεμικές επεμβάσεις ΗΠΑ και δυτικών χωρών έχουν πραγματοποιηθεί σε πολλά σημεία και χώρες της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής και της Ασίας, αλλά και στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Μεταξύ αυτών και οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί στο Βελιγράδι και στο Αφγανιστάν, από το οποίο τα αμερικανικά στρατεύματα αποσύρθηκαν προ μηνών, ύστερα από 15ετή κατοχή. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που καταδικάσθηκε από τη μεγίστη πλειοψηφία των κρατών-μελών του ΟΗΕ, έχει μία ιδιαιτερότητα.

Πρόκειται για τον πρώτο μεγάλο πόλεμο μετά τον Β’ Παγκόσμιο, με χερσαίες επιχειρήσεις ευρύτατης έκτασης και πρόκληση τεράστιων καταστροφών πόλεων και άλλων υποδομών, αεροδρομίων, εργοστασιακών εγκαταστάσεων, λιμένων κ.ά. Στόχος η πλήρης κατάληψη της Ουκρανίας, που θα επιτρέψει στους εισβολείς την επιβολή των όρων ειρήνευσης. Αναμφίβολα πρόκειται για επιθετικό πόλεμο με τη δικαιολογία του προληπτικού, με σκοπό να αποτραπεί η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, η οποία κατά τη Μόσχα αποσκοπεί στην περικύκλωση της Ρωσίας, που θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της Ρωσίας. Τη θέση αυτή εξέφρασε σαφώς σε πρόσφατες δηλώσεις του ο εκπρόσωπος της Ρωσικής Προεδρίας, παρατηρώντας ότι «η Δύση είχε προειδοποιηθεί ότι η Ρωσία δεν θα αποδεχόταν την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αλλά δεν μας άκουγε, τώρα μας ακούει…».

Μπορεί μια χώρα να υπαγορεύει ή να απαγορεύει σε άλλη κυρίαρχη χώρα το δικαίωμα να επιλέγει –με κριτήριο τα εθνικά της συμφέροντα– σε ποιον διεθνή οργανισμό επιθυμεί να ενταχθεί; Από νομικής και ηθικής πλευράς, ασφαλώς όχι. Από πολιτικής πλευράς δεν εκπλήσσει και δεν είναι ξένο στη διπλωματική ιστορία των εθνών. Η Ουκρανία, πρώην μέλος της Σοβιετικής Ένωσης, έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1991. Η ιστορική της όμως διαδρομή είναι πολυτάραχη. Ανέκαθεν, και πολύ πριν καταστεί ανεξάρτητο κράτος, αποτελούσε μήλον της Έριδος μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Ο πληθυσμός των δυτικών περιοχών της, καθολικού θρησκεύματος και Ουνίτες, βρίσκεται πιο κοντά στον Δυτικό Κόσμο. Το αντίθετο συμβαίνει με εκείνον των ανατολικών περιοχών, που είναι ρωσόφωνοι και επιθυμούν την υπαγωγή τους στη Ρωσία, όπως συνέβη με την περιοχή της Κριμαίας.

Η Ρωσία κατέχεται από διαρκή ανησυχία και ψύχωση για την ασφάλεια των δυτικών συνόρων της. Οι αναμνήσεις από τον Ναπολέοντα μέχρι και τη χιτλερική εισβολή παραμένουν ανεξίτηλες. Από την τσαρική εποχή επεδίωκε να έχει ασφαλή δυτικά σύνορα, με ενδιάμεσες ζώνες ασφαλείας ή buffer zones (ουδέτερες ζώνες), όπως αποκαλούνται στη σύγχρονη διπλωματική γλώσσα. Η ρωσική αυτή αντίληψη για το διεθνές καθεστώς της Ουκρανία έχει καταγραφεί και σε πολλά διεθνή διπλωματικά κείμενα, όπως και από προσωπικότητες της διεθνούς πολιτικής (Χένρι Κίσινγκερ, Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι κ.ά.). Πρόκειται για μια πολιτική θέση προειδοποιητικού χαρακτήρα, που δεν θα έπρεπε να παραβλεφθεί από τη σημερινή ουκρανική ηγεσία, ούτε και από όσους πιθανότατα τους παρότρυναν. Η προστασία όμως πολιτικών θέσεων με κανέναν τρόπο δεν δικαιολογεί μια μαζική στρατιωτική εισβολή και την καταστροφή μιας χώρας.

Εκτιμάται ότι όποια και αν είναι η κατάληξη του πολέμου, αυτό που είναι σχεδόν βέβαιο είναι ότι η Ουκρανία δεν θα είναι πλέον όπως πριν. Ούτε μπορεί να υπολογίζει σε άμεση, μαζική πολεμική εμπλοκή των δυτικών χωρών. Η προειδοποίηση της Μόσχας είναι σαφής και συγχρόνως άκρως ανησυχητική για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Η χρήση πυρηνικού οπλοστασίου αν απειληθεί η ασφάλεια της ρωσικής επικράτειας! Εντύπωση προκαλούν και οι συνεχιζόμενες προσωπικές επιθέσεις του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν κατά του ρώσου ομολόγου του Βλαντιμίρ Πούτιν, με ασυνήθιστους επιθετικούς χαρακτηρισμούς. Οι προσωπικές επιθέσεις –αν δεν σημαίνουν κάτι άλλο– μπορεί να υπαγορεύονται από στρατηγικές επιλογές. Να εδραιώσουν το νέο, διπολικό παγκόσμιο σύστημα και την απομόνωση της Ρωσίας από τον Δυτικό Κόσμο. Έναν και πλέον μήνα από την έναρξη της ρωσικής εισβολής και ενώ ο πόλεμος εξακολουθεί να μαίνεται, οι επαφές μεταξύ των εμπολέμων για επίτευξη ειρήνης έχουν εισέλθει στο τέταρτο στάδιο, χωρίς, μέχρι στιγμής, αποτέλεσμα.

Το οξύμωρο στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις είναι ότι ρόλο ειρηνοποιού και μεσολαβητή έχει αναλάβει η Τουρκία. Μετά την πρώτη συνάντηση στην Αττάλεια πραγματοποιήθηκε, προ ημερών, και νέα στην Κωνσταντινούπολη, με την παρουσία και του τούρκου Προέδρου! Πώς είναι δυνατόν να ανατίθεται ένας τέτοιος ρόλος σε μια χώρα που βαρύνεται με την εισβολή στην Κύπρο και επεξεργάζεται τη διχοτόμηση του νησιού, με τα κατοχικά στρατεύματα –παρά τις σχετικές καταδικαστικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών– να εξακολουθούν να παραμένουν εκεί;

Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί δεν είναι άλλη από την επιβεβαίωση ότι στη διεθνή πολιτική η ηθική και οι αρχές δικαίου υποχωρούν μπροστά στην πραγματικότητα και στα συμφέροντα. Η Ελλάδα διέθετε τα διαπιστευτήρια για να αναλάβει έναν μεσολαβητικό και ειρηνοποιό ρόλο, ωστόσο απώλεσε την ευκαιρία λόγω παλαιότερων και πρόσφατων επιλογών στην εξωτερική μας πολιτική.

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: gr.hellomagazine.com


Σχολιάστε εδώ