Η Ιταλία των πολλών ταχυτήτων, μικρογραφία της ΕΕ
Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Εφιάλτης η πιθανή έξοδός της από το ευρώ
Αν κάποιος θα ήθελε να περιγράψει την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην ΕΕ, δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει καλύτερο παράδειγμα από εκείνο της Ιταλίας. Η σημερινή Ευρώπη των 28 κρατών-μελών, με τις αλόγιστες διευρύνσεις, χωρίς την αναγκαία εμβάθυνση, χωρίζεται de facto, αλλά με σκέψεις να καταστεί de jure, σε ομάδες κρατών-μελών με διαφορετικό βαθμό οικονομικής ανάπτυξης, κοινωνικής συνοχής και λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών. Οι χώρες της ομάδας Visegrad, π.χ., λειτουργούν, σχεδόν, ως μη μέλη, τουλάχιστον ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους για την κοινή αντιμετώπιση του Προσφυγικού, που αποτελεί μία από τις κυριότερες εξωτερικές προκλήσεις για την ΕΕ. Η Ιταλία είναι ιδρυτική χώρα της ΕΕ και από τα βασικότερα κράτη-μέλη και τρίτη οικονομική δύναμη μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία. Παρά ταύτα, βρίσκεται σε βαθιά πολιτικοοικονομική κρίση, που προβληματίζει ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί στις άλλες κοινοτικές μεσογειακές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Η Ιταλία θεωρείται αλλά και είναι από τις πλέον προνομιακές γεωγραφικά χώρες της Ευρώπης. Η ιταλική «μπότα» ξεκινάει από τις Άλπεις, που τη χωρίζουν και συγχρόνως την ενώνουν με την Κεντρική Ευρώπη, συνεχίζει με τη μεσογειακή Ιταλία από την Τοσκάνη μέχρι την Καλαβρία, για να καταλήξει στη Σικελία -που παντού θυμίζει την αρχαία και κλασική Ελλάδα-, η οποία βρίσκεται πολύ εγγύτερα της Αφρικής από την ελληνική Κρήτη. Το κλίμα, κατά τους ειδικούς, επηρεάζει και την ψυχοσύνθεση ή το ταμπεραμέντο των λαών. Στην Ιταλία είναι ονομαστή η διαφορά συμπεριφοράς των κατοίκων του Βορρά από εκείνη των νοτίων περιοχών. Διακριτή είναι και η διαφορά οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ του βιομηχανικού Βορρά από τον γεωργικό Νότο. Οι κατά καιρούς ιταλικές κυβερνήσεις κατέβαλαν ιδιαίτερες προσπάθειες να αμβλύνουν τις διαφορές με τη θέσπιση ενός ειδικού Αναπτυξιακού Ταμείου για τον Νότο (Cassa del Mezzogiorno). Παρά τις καλές προθέσεις και τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, το πρόγραμμα δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα.
Η παρούσα οικονομικοπολιτική κρίση στη γειτονική χώρα, όπως και στις άλλες του ευρωπαϊκού Νότου, δεν είναι ανεξήγητη. Η παγκοσμιοποίηση και ο οικονομικός φιλελευθερισμός που ακολούθησε τις βρήκε ανέτοιμες και ανίκανες να προσαρμοσθούν στις νέες πραγματικότητες της οικονομίας της αγοράς.
Επιπλέον, για την Ιταλία, όπως και για τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, ισχύουν όλες οι γνωστές παθογένειες πλημμελούς διοίκησης, διαπλοκής και της διαφθοράς. Για την Ιταλία του Νότου, επιπλέον, βαρύνει και το οργανωμένο έγκλημα σε πολλές παραλλαγές, ανάλογα την περιοχή. Βασικό όμως αρνητικό ρόλο για την ιταλική οικονομία έπαιξε η εισαγωγή του ευρώ, που αντικατέστησε το εθνικό νόμισμα. Οι τιμές των αγαθών της καθημερινότητας, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, διπλασιάστηκαν ή και τριπλασιάστηκαν, ενώ πολλά από τα βιομηχανικά και εξαγώγιμα ιταλικά προϊόντα έγιναν, λόγω της ανόδου της τιμής τους, μη ανταγωνίσιμα. Παράλληλα, σημαντικά ιταλικά κεφάλαια μετανάστευαν σε πλέον προσοδοφόρες αγορές, κυρίως στη Γερμανία.
Η νοσταλγία των Ιταλών για το εθνικό τους νόμισμα, τη λιρέτα, και ό,τι συνδέεται με αυτό παραμένει μεγάλη. Τούτο το εκμεταλλεύθηκε καταλλήλως το καινοφανές κόμμα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, ο οποίος προηγουμένως διέπρεπε σε σατιρικά τηλεοπτικά προγράμματα αριστοφανικού τύπου. Στο ίδιο περίπου μήκος κύματος και η ακραία εθνικιστική και ρατσιστική Λέγκα του Βορρά. Τα συνθήματά αμφοτέρων κατά του ευρώ και της ΕΕ φόβιζαν μεν αλλά και έλκυαν συγχρόνως. Στα πολιτικού περιεχομένου συνθήματά τους συμπεριλαμβανόταν και η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για έξοδο της Ιταλίας από το ευρώ, που όμως το απέφυγαν στο προεκλογικό τους πρόγραμμα.
Οι φόβοι του ιταλικού και του ευρωπαϊκού κατεστημένου αυξήθηκαν όταν στην υπουργική λίστα του εντολοδόχου πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε, του κόμματος των Πέντε Αστέρων, ως υπουργός Οικονομικών προτάθηκε ο Πάολο Σαβόνα, ένθερμος υποστηρικτής της εξόδου της Ιταλίας από το ευρώ με πρόταση ενός Plan B. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα δεν τον αποδέχθηκε με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί πολιτική κρίση, με σφοδρές επικρίσεις εναντίον του Προέδρου της Δημοκρατίας από πλευράς των δύο κομμάτων που είχαν συνάψει συνασπισμό για συγκυβέρνηση και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης της Κεντροαριστεράς, που υποστήριζαν την απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Να σημειωθεί ότι δεν αυτό δεν συνέβη πρώτη φορά στην ιταλική πολιτική ζωή, αφού και προηγούμενοι Πρόεδροι της Δημοκρατίας είχαν λάβει ταυτόσημες αποφάσεις και συγκεκριμένα επί Προεδρίας Σκάλφαρο και Ναπολιτάνο.
Και στις τρεις περιπτώσεις οι σχετικές αποφάσεις στηρίχθηκαν στη διάταξη του Ιταλικού Συντάγματος που αυτολεξεί ορίζει ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τους υπουργούς βάσει της πρότασης του προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου (πρωθυπουργού)». Παρά το γεγονός ότι η ερμηνεία της σχετικής παραγράφου του Συντάγματος έχει δεχθεί πολλές κριτικές, ο εντολοδόχος πρωθυπουργός κατέθεσε την εντολή, που στη συνέχεια ανατέθηκε στον τεχνοκράτη Κοταρέλι, διευθυντικό στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Θα είναι ο δεύτερος ιταλός πρωθυπουργός, εφόσον τελικά επιβεβαιωθεί, που θα έχει θητεύσει σε διεθνή πιστωτικό οργανισμό! Πιθανότατα, η νέα κυβέρνηση, αν τελικά σχηματισθεί και λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, θα έχει βραχύ βίο, αν δεν προκηρυχθεί η διεξαγωγή νέων εκλογών.
Το ιταλικό και ευρωπαϊκό πολιτικοοικονομικό καταστημένο θα επιχειρήσει να το αποτρέψει, αφού μία πιθανή διεξαγωγή νέων εκλογών φοβίζει ότι θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τα κόμματα της Κεντροδεξιάς και άκρας Δεξιάς που υπόσχονται εθνική αξιοπρέπεια και απεξάρτηση της Ιταλίας από το ευρώ. Δεδομένων των δομών της ιταλικής οικονομικής ζωής, όπως και των συνεπειών για το μέλλον της Ευρωζώνης αλλά και της ΕΕ στο σύνολό της, το πλέον πιθανό να συμβεί είναι η εύρεση συμβιβασμών, ένας τομέας στον οποίον οι Ιταλοί διαπρέπουν. Ειδικότερα ενδιαφέρει πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις με την ΕΕ. Και αυτό είναι το στοιχείο που ανησυχεί τις άλλες μεσογειακές χώρες και ασφαλώς την Ελλάδα.
Να μην αντιμετωπισθεί η ιταλική οικονομική κρίση πλεονεκτικά σε βάρος των ασθενέστερων, εν ονόματι της σωτηρίας της Ευρωζώνης και της οικονομίας της αγοράς. Εμείς «δεν είμαστε Ελλάδα» επαναλαμβάνουν, προφανώς υποτιμητικά, συχνά ορισμένα ιταλικά ΜΜΕ, όπως και πολιτικοί παράγοντες. Οτιδήποτε και αν εννοούν, καλό είναι να τους θυμίσουμε όσα λέγονται σε βάρος τους σήμερα από τους Γερμανούς και άλλους κοινοτικούς αξιωματούχους.