Η ευρωπαϊκή αμυντική θωράκιση και η συμμετοχή ή… επιλογή των πρόθυμων χωρών

Η ευρωπαϊκή αμυντική θωράκιση και η συμμετοχή ή… επιλογή των πρόθυμων χωρών


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Μέρα με τη μέρα, η διεθνής κατάσταση, και περισσότερο ε­κείνη στην Ευρώπη, βαίνει προς το χειρότερο. Η διαπίστωση είναι γενική και επιβεβαιώνεται και από πρόσωπα που κατέχουν ύπατα αξιώματα και ηγετικές θέσεις σε βασικά θεσμικά όργανα της ΕΕ.

Τη ρευστότητα της διεθνούς κατάστασης, με τους συναφείς κινδύνους για την ειρήνη και την ασφάλεια των πολιτών, την είχαμε επισημάνει από αυτήν την στήλη εδώ και καιρό. Αυτό που, κυρίως, μας ανησυχούσε, και εξακολουθεί να μας ανησυχεί, είναι η αδυναμία της ΕΕ να ανταποκριθεί στις δυσκολίες που παρουσιάζονται, οι οποίες εντάθηκαν με την ανάληψη της Προεδρίας της Αμερικής –ηγέτιδας δύναμης του δυτικού κόσμου– από τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε προηγούμενο άρθρο μας εκφράζαμε αμφιβολίες για το ενδεχόμενο διάσπασης της ενότητας του δυτικού κόσμου λόγω των γνωστών καινοφανών δηλώσεων και θέσεων του κ. Τραμπ.

Την εκτίμηση αυτή τη στηρίζαμε στο γεγονός ότι οι σχέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ δεν ήταν ποτέ ευκαιριακές, αλλά στηρίζονταν στις κοινές αξίες και παραδόσεις των λαών τους. Εξακολουθώ, δε, να πιστεύω στην αναγκαιότητα διαφύλαξης των σχέσεων αυτών. Ο αμερικανός Πρόεδρος φαίνεται να θέλει να σπάσει αυτήν την παράδοση με θέσεις και πρωτοβουλίες πρωτόγνωρες για την πολιτική των ΗΠΑ, που αφίστανται όλων των προκατόχων του. Οι δε εσωτερικές αντιδράσεις είναι, μέχρι στιγμής, ελάχιστες.

Όσοι διπλωμάτες, Έλληνες και ξένοι, έτυχε να υπηρετήσουν στις ΗΠΑ έχουν διαπιστώσει ότι το ενδιαφέρον της μεγίστης πλειοψηφίας των αμερικανών πολιτών για την πολιτική είναι περιορισμένο. Εκείνο που κυρίως τους ενδιαφέρει είναι η οικονομία και η απόκτηση πλούτου. Η κοινωνιολογική αυτή πραγματικότητα εξηγεί και την αποδοχή από την πλειοψηφία των πολιτών της των θέσεων και αποφάσεων του Προέδρου Τραμπ, που ανατρέπουν πάγιες θέσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Δεν θα απαριθμήσω εκ νέου τα μέτρα που εξήγγειλε προκειμένου «να ξανακάνει την Αμερική μεγάλη». Ούτε τις α­ντιδράσεις των χωρών, όπως ο Καναδάς, το Μεξικό, η Κίνα και άλλες, εναντίον των οποίων βασικά στράφηκε. Θα σταθούμε περισσότερο στη διεθνή συμπεριφορά του αμερικανού Προέδρου, κυρίως δε εκείνη έναντι των ευρωπαίων εταίρων. Ο Τραμπ αγνοεί παντελώς τις διεθνείς συμφωνίες που διέπουν την οικονομική συνεργασία μεταξύ των κρατών, εγκαινιάζοντας μια εγωπαθή και εθνοκεντρική πολιτική, η οποία καταργεί κάθε έννοια διεθνούς δικαίου και πρακτικής. Μελετώντας την αμερικανική πολιτική ιστορία, δύσκολα συναντάμε α­νάλογες ηγετικές προσωπικότητες, ενώ σε διεθνές επίπεδο μόνο ζοφερά παραδείγματα μπορούμε να παραθέσουμε.

Οι ευρωπαίοι ηγέτες, και αναφερόμαστε περισσότερο σε εκείνους των χωρών-μελών της ΕΕ, μετά την πρώτη ψυχρολουσία που δέχθηκαν με την αγνόησή τους από τον αμερικανό Πρόεδρο στην αντιμετώπιση του Ουκρανικού, με την απευθείας συνεργασίας ΗΠΑ – Ρωσίας και τις απειλές αποχώρησης των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ –αν οι ευρωπαϊκές χώρες-μέλη δεν αύξαναν τις αμυντικές δαπάνες τουλάχιστον σε ποσοστό 2% των εθνικών προϋπολογισμών–, φαίνεται πως αφυπνίστηκαν, αποβάλλοντας τον ρόλο του πειθήνιου οργάνου. Η Ευρώπη, κατά τον χαρακτηρισμό του πρώην Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, σε συνέντευξή του σε ελληνική Εφημερίδα («Καθημερινή», Κυριακή 23 Μαρτίου 2025), συμπεριφερόταν «ως νάνος», προσθέτοντας ότι «δεν είναι». Οι αντιδράσεις της ΕΕ επικεντρώθηκαν στη λήψη αποφάσεων για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας και θωράκισης της Ευρώπης, με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να αναγγέλλει τη διάθεση 800 δισ. ευρώ προς ενίσχυση και θωράκιση της Ευρωπαϊκής Άμυνας. Σημειώθηκαν και χωριστές πρωτοβουλίες, εκτός των θεσμικών οργάνων, όπως εκείνες του γάλλου Προέδρου, με επιλεκτικούς προσκεκλημένους. Άραγε, εκδήλωσαν οι «πρόθυμοι» την επιθυμία τους να συμμετάσχουν ή προσκλήθηκαν από τον οικοδεσπότη;

Μεταξύ των «πρόθυμων» ήταν και η Τουρκία του Ερντογάν, η οποία τελευταίως ταλανίζεται από τα γνωστά εσωτερικά προβλήματα. Γιατί εκλήθη η Τουρκία, η οποία δεν παύει να απειλεί τη γείτονα και όμορη Ελλάδα, μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ; Απάντηση, η θέση που εξέφρασε ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην ελληνίδα δημοσιογράφο, σύμφωνα με τον οποίο «δεν μπορεί να υπάρξει αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη χωρίς την Τουρκία». Στον πρώην ευρωπαίο αξιωματούχο θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα «ποια ήταν η στάση της Τουρκίας έναντι της Ρωσίας;», η οποία χαρακτηρίζεται ως εχθρός της Ευρώπης, ενώ η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα που δεν εφάρμοσε τα κυρωτικά μέτρα εναντίον της Ρωσίας για την εισβολή στην Ουκρανία. Σε τι θα συνίσταται η συμμετοχή της Τουρκίας στην αμυντική θωράκιση της Ευρώπης; Στην ασφάλεια των νοτιοανατολικών συνόρων, των θαλασσίων διαδρόμων ή στην αντιμετώπιση της ρωσική απειλής; Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα εξασφαλίσει γενναίες αμυντικές επιχορηγήσεις, καθώς και εξαγωγές όπλων προς την Ευρώπη, που παράγονται στη χώρα με ευρωπαϊκή τεχνογνωσία και επενδύσεις.

Η ελληνική διπλωματία οφείλει να είναι άκρως προσεκτική και επιφυλακτική στην αμυντική συνεργασία της ΕΕ με χώρες μη μέλη και ιδιαίτερα έναντι της Τουρκίας. Υπάρχουν σοβαροί λόγοι ασφαλείας που το επιβάλλουν, όπως και δυσμενή προηγούμενα. Αναφέρομαι στη «ζώνη εξαίρεσης» που είχε προβλεφθεί για την Τουρκία στο πλαίσιο της Συνθήκης για τα Συμβατικά Όπλα στην Ευρώπη (CFE – Conventional Armed Forces in Europe), η οποία αναιρούσε κάθε έννοια και δυνατότητα προβλεψιμότητας και ισορροπίας που αποτελούσε στόχο και σκοπό της εν λόγω συμφωνίας που υπεγράφη μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Πώς είχε αποδεχθεί η Ελλάδα την αναιρετική αυτή πρόβλεψη; Ως μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδος στον ΟΑΣΕ (Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη), είχα διερευνήσει το θέμα, χωρίς να πάρω σαφή απάντηση από τα δύο συναρμόδια υπουργεία, Εξωτερικών και Άμυνας. Ευκταίο να μην επαναληφθούν ανάλογα σφάλματα. Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ