
«Ελλάδα Μετά»… την πρωθυπουργία Μητσοτάκη; – Του Ν. Στραβελάκη
–Σκέψεις με αφορμή το συνέδριο του «Κύκλου Ιδεών» του κ. Βενιζέλου και την κατάθεση του προσχεδίου προϋπολογισμού του 2023
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Τη Δευτέρα 3 Οκτωβρίου κατατέθηκε στη Βουλή το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2023. Παρόλο που οι προβλέψεις του αρμόδιου υπουργού για μεγέθυνση 2%, πληθωρισμό 3% και πρωτογενές πλεόνασμα 2% (Ναυτεμπορική TV, 28/9) είχαν προκαλέσει θυμηδία, το κατατεθέν σχέδιο δεν διέφερε και πολύ από αυτές. Συγκεκριμένα, το μόνο στοιχείο που άλλαξε είναι το πρωτογενές πλεόνασμα, η πρόβλεψη για το οποίο περιορίσθηκε από το 2% στο 0,7%.
Άλλαξε βέβαια και ο τόνος των κυβερνητικών εξαγγελιών, αφού αμέσως μετά τη διατύπωση των προβλέψεων οι κ. Σταϊκούρας και Σκυλακάκης έσπευσαν να τονίσουν: «Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό έχουν, λόγω των συνθηκών ακραίας γεωπολιτικής αβεβαιότητας, υψηλό βαθμό επισφάλειας και μπορεί να αναθεωρηθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν την κατάθεση του τελικού σχεδίου προϋπολογισμού» (σελ. 2 του σχεδίου). Με δύο λόγια, οι της κυβέρνησης δεν είναι πλέον τόσο σίγουροι ότι θα κατορθώσουν να περάσουν από τις Συμπληγάδες της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών έναν προϋπολογισμό βασισμένο στην παραδοχή διπλάσιας μεγέθυνσης από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πληθωρισμό στο 1/3 του του 2022.
Το ερώτημα είναι: Είναι ρεαλιστικές οι μακροοικονομικές προβλέψεις της κυβέρνησης; Για να το θέσουμε γενικότερα: Έχει βάση ο ενθουσιασμός που διακατέχει το κυβερνητικό επιτελείο για τις επιδόσεις της οικονομίας; Επειδή οι δικές μου απόψεις είναι ήδη διατυπωμένες από τις φιλόξενες στήλες αυτής της εφημερίδας, θα μεταφέρω τις απόψεις άλλων οικονομολόγων και ανθρώπων της αγοράς. Βλέπετε, για κακή τύχη της κυβέρνησης, στις 3 και 4 Οκτωβρίου διεξήχθη στο Ξενοδοχείο «Κάραβελ» το ετήσιο συνέδριο του «Κύκλου Ιδεών» του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου με τίτλο «Ελλάδα Μετά».
Παρόλο που ο τίτλος του συνεδρίου παραπέμπει στο «Ελλάδα Μετά την κρίση» ή έστω «Ελλάδα Μετά την επιτροπεία» οι περισσότεροι εκ των συνδαιτημόνων δεν συμμερίσθηκαν την αισιοδοξία των διοργανωτών. Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είπε ότι για να ξαναπιάσουμε το προ πανδημίας εισόδημα (2019) «ξοδέψαμε 55 δισ. ευρώ… δηλαδή το 33% του ΑΕΠ μιας χρονιάς». Για να προσθέσει ότι δεν είναι μόνο τεράστιο το κόστος ανάκτησης ενός ήδη χαμηλού ΑΕΠ, είναι και το ότι η οικονομική μεγέθυνση συνδέεται με ένα ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το έλλειμμα του οποίου «αυξήθηκε κατά 60%, δηλαδή την τραγική κατάσταση τη μετρέπουμε σε υμνολόγιο». Κατέληξε δε με την επισήμανση ότι «το 16% του ΑΕΠ, δύο φορές το ΑΕΠ της βιομηχανίας, αφορά το real estate, δηλαδή συναλλαγγές από ενοίκια (σ.σ.: πραγματικά και τεκμαρτά) και αγοραπωλησίες ακινήτων… και το ονομάζουμε ανάπτυξη».
Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Καραβίας προσπάθησε να δώσει έναν πιο αισιόδοξο τόνο. Όμως, αφού έκανε κάποιες γενικόλογες, θετικού χαρακτήρα, επισημάνσεις για τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης του 2022 και τη διάρθρωση των εξαγωγών, παραδέχθηκε ότι τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων είναι πρόβλημα, ενώ συμφώνησε με τον κ. Γιαννίτση ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα παραμέινει σε ιδιάιτερα αρνητικό έδαφος. Την άποψη του πάνελ συνόψισε κ. Νίκος Βέττας, επικεφαλής οικονομολόγος του ΙΟΒΕ, με τη φράση «το καλό σενάριο περιλαμβάνει πολλές αβεβαιότητες, το κακό σενάριο καλύτερα να μην το συζητάμε».
Βέβαια, κάποιος από το κυβερνητικό επιτελείο θα μπορούσε να αντιτείνει ότι ναι μεν στο μακροοικονομικό πεδίο οι προβλέψεις της κυβέρνησης μπορεί να είναι υπεραισιόδοξες ή και ανεδαφικές, όμως στο δημοσιονομικό επίπεδο μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι. Η ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, λόγω πληθωρισμού, αναμένεται να περιορίσει σημαντικά τον λόγο χρέους / ΑΕΠ. Κατά το προσχέδιο του προϋπολογισμού μάλιστα ο λόγος χρέους / ΑΕΠ στο τέλος του 2022 θα είναι στο 180%. Για αυτό το θέμα, το έργο της προσγείωσής μας στην πραγματικότητα ανέλαβε ο πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Προβόπουλος.
Ο κ. Προβόπουλος ξεκίνησε την τοποθέτησή του με την παρατήρηση ότι το 2009 ο λόγος χρέους / ΑΕΠ ήταν 128%. Συνέχισε επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση επιμένει να εξαιρεί τις εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου από το χρέος. Αυτές είναι κάπου 10% του ΑΕΠ. Ως εκ τούτου, ο λόγος χρέος / ΑΕΠ, ακόμα και έχοντας αφαιρέσει τα διαθέσιμα (το περιβόητο μαξιλάρι των 40 δισ.), είναι 190%. Αν αυτό συνδυαστεί με τις παραδοχές του ΔΝΤ για την άσκηση βιωσιμότητας του χρέους και ιδιαίτερα την παραδοχή για επιτόκια 3% – 4% καθώς και τα συνεχόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, τότε, κατά τον κ. Προβόπουλο, το πιθανότερο σενάριο είναι αυτό της πτώχευσης. Βλέπετε, και τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων είναι και θα παραμείνουν σε υψηλότερα επίπεδα και σε κάθε μακροοικονομικό σοκ τύπου Covid οι δημοσιονομικοί περιορισμοί αναστέλλονται αναγκαστικά.
Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής ορθοδοξίας στην Ελλάδα γνωρίζει και παραδέχεται πλέον και δημόσια ότι τα Μνημόνια απέτυχαν στο να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστική θέση του ελληνικού καπιταλισμού. Σε αυτό το περιβάλλον, βλέπουν απίθανη τη σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας με εκείνες της ΕΕ. Το τελευταίο τους φοβίζει ιδιαίτερα, διότι γίνεται στο πλαίσιο όξυνσης της ανισότητας στην Ελλάδα, όπως παραδέχθηκαν οι περισσότεροι ομιλητές. Επειδή, απ’ ό,τι φάνηκε, δεν έχουν απαντήσεις απέναντι σε αυτό το αδιέξοδο, επαναλαμβάνουν την καραμέλα της συναίνεσης. Έτσι, ο πλήρης τίτλος του συνεδρίου μάλλον ήταν «Ελλάδα Μετά… τον κ. Μητσοτάκη».
Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ