Χρ. Βερναρδάκης στο “Π”: Μια κορυφαία αντιμεταρρύθμιση: Η μείωση των εισακτέων στα Πανεπιστήμια

Χρ. Βερναρδάκης στο “Π”: Μια κορυφαία αντιμεταρρύθμιση: Η μείωση των εισακτέων στα Πανεπιστήμια

Του
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗ
Πανεπιστημιακού,
Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Α’ Αθηνών


Ενώ τα φώτα της δημοσιότητας έχουν πέσει στην ίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη οργανώνει και εφαρμόζει μια τεράστιας εμβέλειας κοινωνική αντιμεταρρύθμιση.

Η μείωση από φέτος των εισακτέων στα πανεπιστήμια κατά 25.000 τουλάχιστον και η σταδιακή αύξηση των απορριπτόμενων τα επόμενα χρόνια (εγγυημένη πελατεία σε ιδιωτικά κολέγια, ΙΕΚ και ιδιωτικά κυπριακά πανεπιστήμια) είναι ο βασικός κρίκος μιας αλυσίδας πολιτικών υπονόμευσης του δημοκρατικού κεκτημένου στην πρόσβαση των λαϊκών τάξεων στην Παιδεία.

Πρόκειται για την κρισιμότερη, ίσως, πολιτική της εξελισσόμενης ταξικής αναδιάρθρωσης των κοινωνικών σχέσεων.

Η πολιτική της Δεξιάς σκοπεύει να καταστήσει τον εκπαιδευτικό μηχανισμό απολύτως ταξικό και στεγανό μόνο για τις ελίτ. Να φτιάξει αλλεπάλληλα φίλτρα επιλογής και απόρριψης ήδη από την πρωτοβάθμια εκπαιδευτική βαθμίδα, έτσι ώστε να πλησιάζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όσο το δυνατόν λιγότεροι εκπαιδευόμενοι, που εκ των πραγμάτων θα είναι αυτοί που έχουν περισσότερα οικονομικά και κοινωνικά μέσα.

Η εφαρμογή της αναδιάρθρωσης στην εκπαίδευση στοχεύει να αποσυνδέσει την κοινωνική – ταξική κινητικότητα από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό και υπό την έννοια αυτή αποτελεί θεμελιώδη πολιτική επιλογή του κεφαλαίου στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα.

Η νέα εργασιακή δυστοπία, άλλωστε, που επέρχεται με τη νομιμοποίηση της κατάργησης του οκταώρου, προϋποθέτει στρατιές απασχολήσιμων χαμηλής ειδίκευσης, με εναλλασσόμενες ανάγκες κατάρτισης και χαμηλό βαθμό συλλογικής οργάνωσης.

Αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιδέας για την ανάπτυξη που έχουν οι κυρίαρχες παρασιτικές ελίτ της χώρας: Υπερσυγκεντροποίηση του κεφαλαίου σε τομείς χαμηλής – μεσαίας παροχής υπηρεσιών, με χαμηλούς μισθούς και διαρκή απασχολησιμότητα σε προσωρινές θέσεις απασχόλησης.

Στην ουσία, οι εκπαιδευτικές αντιμεταρρυθμίσεις επιδιώκουν να διαλύσουν μονομερώς το κοινωνικό συμβόλαιο που υπάρχει από τη δεκαετία του ’60 γύρω από την εκπαίδευση αλλά και την μικρομεσαία ιδιόκτητη κατοικία. Το μεταπολεμικό κράτος εξαναγκάστηκε, για λόγους αναπαραγωγής των σχέσεων εξουσίας αλλά και για λόγους εξασφάλισης έστω και μιας στοιχειώδους πολιτικής νομιμοποίησης μετά τον εμφύλιο, να παραχωρήσει στις λαϊκές τάξεις δικαιώματα πρόσβασης στην εκπαίδευση –με μείωση των μηχανισμών επιλογής– αλλά και δικαιώματα στην κατοικία και τη στέγαση (ιδιοκατοίκηση).

Και τα δύο αυτά κοινωνικά συμβόλαια διαλύονται σήμερα. Τα δικαιώματα στην εκπαίδευση αναιρούνται με τη συνολική ταξική αναδιάρθρωση των πολιτικών Κεραμέως, τα δικαιώματα της κατοικίας με τον νέο Πτωχευτικό Κώδικα και την ανεξέλεγκτη από τον πολιτικό έλεγχο τραπεζοκρατία.

Η μείωση των εισακτέων είναι ένας ισχυρός κρίκος μιας αλυσίδας πολιτικών αποκλεισμού από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, που εφαρμόζονται την τελευταία διετία Μητσοτάκη – Κεραμέως:

• βίαιη προώθηση μεγάλου τμήματος του μαθητικού πληθυσμού στην επαγγελματική κατάρτιση ήδη από την ηλικία των 15 ετών,
• κατάργηση των 62 διετών προγραμμάτων επαγγελματικής εξειδίκευσης των πανεπιστημίων για αποφοίτους των ΕΠΑΛ, που παρείχαν επαγγελματικό πιστοποιητικό ευρωπαϊκών προδιαγραφών, σε συνεργασία με τοπικούς παραγωγικούς φορείς,
• ηλικιακός περιορισμός για την εγγραφή μαθητών στα ΕΠΑΛ,
• αντικειμενικός αποκλεισμός των μαθητών εσπερινών λυκείων αλλά και γενικότερα των φτωχότερων μαθητών από την είσοδο στα πανεπιστήμια με την καθιέρωση της ενιαίας βάσης εισαγωγής,
• επαγγελματική ισοτίμηση κολεγιακών πτυχίων, αμφισβητήσιμης, τουλάχιστον, ποιότητας.

Οι εκπαιδευτικές αντιμεταρρυθμίσεις έχουν συνοχή και στρατηγική. Να παρέμβουν στις διαδικασίες συγκρότησης των κοινωνικών τάξεων αλλά και των κοινωνικών συμμαχιών, με όρους κυριαρχίας των σημερινών κοινωνικών ελίτ. Να αλλοιώσουν τον χαρακτήρα του εκπαιδευτικού μηχανισμού από δημοκρατικό σε ελιτίστικο, ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια διαμόρφωσης ευρύτερων κοινωνικών συμμαχιών, ανταγωνιστικών προς τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων. Να άρουν, δηλαδή, την κοινωνική κινητικότητα και όσμωση που χαρακτήρισε ιστορικά τα ελληνικά πανεπιστήμια από τη δεκαετία του ’60 και παρήγαγε πολιτικά αποτελέσματα υπέρ των δημοκρατικών κοινωνικών τάσεων.

Η πολιτική αυτή στις γενικές της γραμμές δεν αμφισβητήθηκε μέχρι σήμερα από καμία μεταπολιτευτική κυβέρνηση. Αντιθέτως, ακόμα και οι κυβερνήσεις της ΝΔ μέχρι σήμερα διαφύλαξαν το κοινωνικό κεκτημένο των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων για πρόσβαση στην εκπαίδευση. Για τον λόγο αυτό, η σημερινή πολιτική στάση της νεοφιλελεύθερης ΝΔ έχει πολύ μεγάλη σημασία: Δεν αντιμάχεται μόνο τις δημοκρατικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν με αγώνες την τελευταία 50ετία αλλά και τις κοινωνικά φιλελεύθερες τάσεις της κεντροδεξιάς παράταξης, που θεώρησε πολλές από αυτές ως κεκτημένο της ελληνικής κοινωνίας.

Και ίσως αυτό ακριβώς να είναι το σημείο-κλειδί για την αποτυχία της σημερινής ΝΔ. Όποιος επιχείρησε να αμφισβητήσει αυτό το κοινωνικό κεκτημένο στην εκπαίδευση απέτυχε με πάταγο. Πώς θα επιτύχει ένα κόμμα που γίνεται σε όλα τα ζητήματα όλο και περισσότερο ολιγαρχικό, ανασύροντας τα πιο απεχθή πολιτικά συναισθήματα;

Έντυπη έκδοση ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Φωτό: parapolitika.gr


Σχολιάστε εδώ