ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Η ΖΩΗ ΚΑΘΩΣ ΚΥΛΑΕΙ ΚΟΥΚΟΣ ΠΟΥ ΛΑΛΑΕΙ
Σέ νέων τη συγκέντρωση τό πάθος συγκεντρώνει ποία ομάδα θά νικά καί ποιά θά μαραζώνει.
-
ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΟΝΑΧΟ ΤΟΥ ΤΡΕΧΕΙ, ΜΕ ΓΕΝΝΑΙΑ ΨΥΧΗ… ΕΤΣΙ ΑΝΤΕΧΕΙ
Τό κοίταγαν ψηλά βουνά κι αυτό χαμογελούσε μπροστά του ήταν ο γιαλός μέ κύμα πού βοούσε.
-
ΤΩΡΑ ΤΙ ΝΑ ΠΟΥΜΕ, ΤΩΡΑ ΑΣ ΤΟ ΔΟΥΜΕ
Τώρα τά δέντρα κόπτονται γίνεται πανηγύρι μέ λάμπες τά φωτίζουμε αλλά ποίος θά σπείρει,
-
Η ΧΩΡΑ ΔΕΝ ΣΗΚΩΣΕ ΠΟΤΕ ΚΕΦΑΛΙ, ΦΤΑΙΜΕ ΕΜΕΙΣ Ή ΦΤΑΙΝ’ ΟΙ ΑΛΛΟΙ
Τελείωσαν οι γειτονιές άλλαξε τό τοπίο οι πόλεις αλλοπρόσαλλες γίνανε μαστροπείο.
-
Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΤΩΡΑ ΟΥΡΛΙΑΖΕΙ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΚΑΝΟΥΝ ΧΑΖΙ
Ένα πρωί τήν πόρτα μου άκουσα νά χτυπάνε όπως καμπάνες χάλκινες μές στίς γιορτές βαράνε.
-
ΜΕΓΑΛΗ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ, ΕΟΡΤΗ ΠΛΗΡΗΣ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ
Ήταν η σύναξη σαφής ώς μία χορωδία πού έψελνε τά θλιβερά λές κι ήτανε κηδεία.
-
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟΠΟΣ, ΑΔΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΠΟΣ
Στούς δρόμους μόνος περπατώ τίποτα δέν γνωρίζω όπου τά μάτια κι άν στραφούν βλέπω παντού τό γκρίζο.
-
ΣΠΙΤΙ ΘΕΛΕΙΣ, ΜΑΓΚΑ, ΠΑΡΕ ΜΙΑ ΠΑΡΑΓΚΑ
Τό σπίτι ήταν μαγικό μεγάλωνα μαζί του μ’ αγκάλιαζε όλο στοργή κι έχαιρα τήν στοργή του.
-
Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΣΚΥΤΑΛΟΔΡΟΜΙΑ, ΑΠΟ ΟΣΑ ΕΙΧΑ ΤΩΡΑ ΔΕΝ ΕΧΩ ΜΙΑ
Δέν φταίει η Κυβέρνηση γράφε: Ούτε οι άλλες οι μεθυσμένοι συνεχώς πίνουν, σπάνε μπουκάλες.
-
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΛΛΑΖΕΙ, Η ΧΩΡΑ ΒΟΥΛΙΑΖΕΙ
Λένε πολλά γιά αλλαγή κι όλοι χειροκροτούνε στόν Κόσμο τόν αόρατο δέν ξέρουν τί νά πούνε.