ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
ΑΧ, ΑΤΙΜΗ ΖΩΗ, ΔΕΝ ΣΟΥ ΕΧΩ ΠΛΕΟΝ ΚΑΜΙΑ ΜΠΕΣΑ, ΜΕ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΑ ΛΙΓΑ ΜΕΣΑ
Φεγγοβολά Αυγερινός καί στά νεκροταφεία η Πούλια μαστουρώνεται μέ τήν γεωγραφία...
-
Ο ΒΟΡΕΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΝΟΤΙΟΣ ΜΕ ΔΟΛΟΝ ΦΤΙΑΞΑΝΕ ΤΗΝ ΓΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΟΛΩΝ
Σήκωσε ο Δάσκαλος τόν νιό κι ερώτηση τού κάνει: «Τί είναι, πές μου, η Βουλή καί τί αστέρια βγάνει;»
-
«ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΕΚΕΙ, ΜΑΓΚΑ; ΧΤΙΖΩ ΜΙΑΝ ΠΑΡΑΓΚΑ»
Πήρα μιά μέρα τά βουνά κοντά στό μεσημέρι δέν γνώριζα πού περπατώ δέν ήξερα τά μέρη.
-
ΕΙΔΑ ΚΛΕΙΣΤΗ ΜΙΑΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΡΤΑ, ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΑ, ΝΑΙ, ΚΙ ΕΦΑΓΑ ΧΟΡΤΑ
Τό όνειρό μου ήτανε μία ωραία πόλη γιά σιγουριά ερώτησα τόν φίλο Αποστόλη
-
ΝΑΙ, ΖΟΥΜΕ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ ΛΑΘΟΣ, ΜΕ ΚΑΡΑΜΠΙΝΑ
Χάθηκε, πάει ο καιρός σύννεφα τόν σκεπάζουν οι νύχτες επελαύνουνε οι άνθρωποι τρομάζουν.
-
ΑΟΥΣΒΙΤΣ ΤΟΥ ΓΥΠΑ, ΟΛΟΙ ΣΕ ΜΙΑ ΤΡΥΠΑ
Σέ μίαν χώρα πονηρά νεκρών υπάρχουν τρύπες εκεί πετάνε τούς νεκρούς οι ζωντανοί κι οι Γύπες.
-
ΑΧ! ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ΑΝΟΙΞΕ Η ΜΑΝΤΡΑ, ΜΗΝ ΞΟΡΚΙΖΕΣΤΕ ΜΕ ΜΙΑ ΧΑΝΤΡΑ
Ήταν ο δρόμος σκοτεινός καί αδειανός συνάμα καί μέ τά ξόρκια οι θνητοί περίμεναν τό θαύμα
-
«ΠΕΣ ΜΟΥ, ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΠΩΣ ΤΟΥΣ ΛΕΝΕ, ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΑΙΝΕ ΚΑΙ ΚΛΑΙΝΕ»
Μέ κοίταζε εμβρόντητος περίμενε κουβέντα εδώ στό καταχείμωνο, καί σκέφτηκα πατέντα
-
ΤΙ ΑΚΟΥΣΕΣ; ΤΙ ΕΙΔΕΣ; ΒΑΡΑΤΕ, ΒΙΟΛΙΤΖΗΔΕΣ
Η Άνοιξη τελείωσε Χειμώνας δεν υπάρχει τό Καλοκαίρι κάηκε Φθινόπωρο ώς μάχη
-
ΔΕΝ ΜΟΣΧΟΒΟΛΑΕΙ ΔΥΟΣΜΟΣ, ΣΑΠΙΣΕ, ΠΑΕΙ ΑΛΛΟΥ Ο ΚΟΣΜΟΣ
Χαθήκαν οι μοσχοβολιές σαπίσανε τά πάντα ξεράθηκαν οι κήποι σου - μήν κλαίς, Κυρά Μιράντα.