ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
ΤΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ ΚΑΠΝΙΖΟΥΝ, ΦΕΥΓΟΥΝΕ… Ή ΓΥΡΙΖΟΥΝ
Ο γέρος ήτανε χλωμός μόνος χωρίς τσιγάρα καί τραγουδούσε σιγανά. Στήν γύρω του αντάρα
-
ΖΗΣΕ ΚΟΣΜΕ ΣΤΑ… ΜΠΟΥΜΠΟΥΚΙΑ, Ή ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΣΤΑ ΓΝΩΣΤΑ ΠΑΛΟΥΚΙΑ
Ζούσα σέ χώρα μαγική όμως τήν αγαπούσα γιατί εδώ γεννήθηκε τής Πανουργιάς η Μούσα
-
ΤΗΣ ΑΛΕΠΟΥΣ Η ΧΩΡΑ, ΚΛΕΨΕ ΚΑΙ ΠΡΟΧΩΡΑ
Η μέρα είναι σκοτεινή, μόνο κάτι αλάνια γράφουνε μέ αναίδεια στούς δρόμους μέ μελάνια
-
ΟΠΟΙΟΣ ΟΣΤΙΣ ΑΓΑΠΑΕΙ, ΣΦΥΡΙΞΕ ΤΟΥ ΚΑΙ ΠΑΕΙ
Ρωμαίος, Ιουλιέτα αγόρι καί κορίτσι χτυπημένοι καί οι δυό τους απ’ τού φονιά τό «βίτσι»
-
ΤΑ ΜΑΓΑΖΙΑ ΤΕΖΑ, Η ΧΩΡΑ ΤΡΟΤΕΖΑ
Περνούν οι μέρες τάχιστα σάν τά λεωφορεία καί δίπλα μου καθότανε μιά σεβαστή Κυρία
-
ΥΙΟΣ, Η ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΚΙ Η ΜΗΤΕΡΑ, Ο ΑΛΛΟΣ ΙΟΣ ΚΡΑΤΑΕΙ ΜΑΧΑΙΡΑ
Πέφτουν τήν νύχτα κεραυνοί κι η νύχτα τελειώνει τά άστρα αφανίζονται κι η ερημιά απλώνει.
-
ΑΞΙΟΤΙΜΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ, ΡΑΒΕ, ΜΑ ΕΓΩ ΘΑ ΛΥΝΩ
Τά χρόνια φεύγουν βάναυσα κι εμείς εδώ ξεχνάμε σάν μάγια νά μάς κάνανε –δέν ξέρουμε πού πάμε
-
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, ΚΟΠΙΑΣΕ Η ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ, ΦΟΡΑΕΙ ΑΣΠΡΑ ΡΟΥΧΑ ΓΙΑ ΠΑΓΙΔΑ
Τήν περιμέναμε χρόνια μέ μαύρη ετικέτα φορούσε ό,τι φανταστείς καί χάλκινη ζακέτα
-
ΣΤΗΝ ΦΥΛΑΚΗ ΕΝΤΟΝΩΣ ΚΛΕΙΣΜΕΝΟΙ, ΤΩΡΑ ΦΤΑΙΕΙ Ο ΙΟΣ ‘Η ΟΙ ΚΟΛΑΣΜΕΝΟΙ
Πήγα στό δάσος γιά νερό καί βρήκα μιά Κυρία είχε υπέροχα σουτιέν μά ήταν μυστηρία
-
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΝ, ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΟΥΡΛΙΑΖΟΥΝ
Ένα φεγγάρι τραγικό σύννεφα τυλιγμένο κοιτάζει απ’ τόν ουρανό τόν κόσμο τόν βλαμμένο