
Αλλαγές στη διαδικασία αναγνώρισης τίτλων σπουδών του εξωτερικού εξετάζει το ΣτΕ
–Μήπως είναι ώρα να καταργηθεί ο ΔΟΑΤΑΠ και να ελέγχει τα πτυχία εξειδικευμένη υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας;
Aλλάζουν όλα στην αναγνώριση τίτλων σπουδών πανεπιστημίων, σχολών ή κολεγίων του εξωτερικού. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, με μια ιστορική απόφαση, παρέπεμψε στην Ολομέλεια το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας του ν. 4957/2022, ο οποίος τροποποίησε ριζικά το πλαίσιο της αναγνώρισης πτυχίων του εξωτερικού, που βασιζόταν στον ν. 3328/2005. Το Γ’ Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε πως η ισχύουσα διαδικασία δεν είναι πρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και θα πρέπει να βελτιωθεί.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Η διαφθορά του ΔΙΚΑΤΣΑ στις αρχές του 2000 ανάγκασε την τότε υπουργό Παιδείας να προχωρήσει στην εκ βάθρων αλλαγή του οργανισμού, από την οποία προέκυψε ο ΔΟΑΤΑΠ. Όμως, η διαδρομή οδήγησε τον ΔΟΑΤΑΠ σε όμοιες, δυστυχώς, ατραπούς.
Έτσι, ο ΔΟΑΤΑΠ, αφού έχει περάσει από πολλές φάσεις διαπλοκών και ρουσφετολογικών απολήξεων, έφτασε και στην αναξιοπιστία.
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) το 2017, όταν ο ΔΟΑΤΑΠ δεν ήθελε να αναγνωρίσει τις σπουδές ελληνικού δικαίου στην αλλοδαπή, είναι χαρακτηριστική των αντιλήψεων που επικρατούν στον οργανισμό και της αμάθειας που έχει επικρατήσει στη λήψη των αποφάσεων.
Οι σημερινές επισημάνσεις του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου, του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), είναι χαρακτηριστικές.
Με την απόφαση 1845/2024, για την ακαδημαϊκή αναγνώριση από τον ΔΟΑΤΑΠ αλλοδαπών τίτλων σπουδών, με πρόεδρο τον κ. Γ. Τσιμέκα (αντιπρόεδρο ΣτΕ) και εισηγητή τον κ. Β. Γκέρτσο (πάρεδρο ΣτΕ), το Γ’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας παρέπεμψε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου το ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4957/2022, με τις οποίες μεταβλήθηκε το πλαίσιο ακαδημαϊκής αναγνώρισης τίτλων σπουδών της αλλοδαπής, που ίσχυε με τον ν. 3328/2005.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι διατάξεις του ν. 4957/2022, με τις οποίες θεσπίζεται διαδικασία ακαδημαϊκής αναγνώρισης αλλοδαπών τίτλων σπουδών και ορίζονται τα αρμόδια για τη διενέργεια των σχετικών κρίσεων όργανα, δεν συνιστούν ρυθμίσεις πρόσφορες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού, που συνίσταται στην ανεύρεση της εγγενούς αξίας των τίτλων αυτών και την ουσιαστική σύγκρισή τους με τους αντίστοιχους τίτλους σπουδών που απονέμονται από τα ελληνικά ΑΕΙ.
Και αυτό διότι τα όργανα του ΔΟΑΤΑΠ στα οποία ανατίθεται η αρμοδιότητα αυτή δεν έχουν, προδήλως, το απαιτούμενο για κάθε υποβαλλόμενο τίτλο σπουδών επιστημονικό υπόβαθρο, προκειμένου να εκφέρουν τις αναγκαίες για την αναγνώριση αυτή επιστημονικές και τεχνικές κρίσεις, να αποφανθούν, δηλαδή, σχετικά:
– με τις ουσιαστικές διαφορές που προκύπτουν μεταξύ των αλλοδαπών τίτλων σπουδών και των αντίστοιχων (συγκρίσιμων προς αυτούς) ημεδαπών τίτλων,
– με τους λόγους για τους οποίους οι εν λόγω διαφορές δεν μπορούν να αντισταθμιστούν από γνώσεις και δεξιότητες που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο των αλλοδαπών προγραμμάτων σπουδών,
– με το αν είναι δυνατή η κάλυψη των διαφορών αυτών από την επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων και
– με την επιλογή των κατάλληλων αντισταθμιστικών μέτρων (γραπτή εξέταση).
Με την ίδια απόφαση κρίθηκε κατά πλειοψηφία πως οι παράγραφοι 3 και 8 του άρθρου 311 παραβιάζουν το άρθρο 16 του Συντάγματος. Η πρώτη κατά το μέρος που παρέχει το δικαίωμα στους παραπεμπόμενους προς εξέταση από το ΔΟΑΤΑΠ να επιλέγουν ελευθέρως το τμήμα ΑΕΙ της ημεδαπής στο οποίο επιθυμούν να εξεταστούν και η δεύτερη κατά το μέρος που επιβάλλει στα ΑΕΙ η εν λόγω εξέταση να γίνεται σε αριθμό τουλάχιστον ίσο με το δέκα τοις εκατό (10%) των εισακτέων.
Άλλωστε, μια φοβερή καταγγελία που είχε φτάσει στον πρωθυπουργό, την οποία ο πρόεδρος του ΔΟΑΤΑΠ παρουσίαζε –γιατί σε αυτόν την είχε προωθήσει ο πρωθυπουργός– με ύφος θριαμβευτικό, χωρίς να δώσει απαντήσεις σε όσα καταγγέλλονταν, δείχνει την αυθάδεια που επικρατεί.
Αλλά, και μόνο το ότι ελάχιστοι υπάλληλοι –περίπου 40– εργάζονται σε ένα κτίριο πολυώροφο και πανάκριβο, όταν το κράτος πρέπει να κάνει οικονομίες και λελογισμένες δαπάνες, δείχνει πολλά.
Όπως δείχνει πολλά το ότι η απόφαση αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) έρχεται σε στιγμή που ο ΔΟΑΤΑΠ περήφανα προβάλλει με περηφάνια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το ISO που έχει καταφέρει να αποκτήσει.
Γι’ αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι διατάξεις που κρίνονται αντισυνταγματικές του νόμου περί ΔΟΑΤΑΠ είναι εισήγηση του ίδιου του ΔΟΑΤΑΠ προς το υπουργείο Παιδείας, αλλά αυτό συμβαίνει γιατί τα στελέχη του ΔΟΑΤΑΠ δεν έχουν τα επαρκή προσόντα, όχι μόνο για αυτά που εισηγούνται αλλά και για τις θέσεις που κατέχουν, οι οποίες τους έχουν απονεμηθεί, τις περισσότερες φορές, χωρίς την τήρηση των ισχυουσών διατάξεων.
Γι’ αυτό, η κυβέρνηση, αλλά κυρίως η πανεπιστημιακή κοινότητα, δικαίως πιστεύουν ότι ο ΔΟΑΤΑΠ πρέπει επιτέλους να καταργηθεί και να επιστέψουν οι αρμοδιότητές του σε μια υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας, η οποία θα υπηρετείται από υπαλλήλους με κατάρτιση, αλλά βασικά και κυρίως με εντιμότητα.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ