
Η Αθήνα, κρυπτόμενη πίσω από την άβουλη και μοιραία ΕΕ, απέναντι στον «τυφώνα Τραμπ»
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Εμβρόντητη και αδύναμη να αντιδράσει, η Ευρώπη παρακολουθεί τον «τυφώνα Τραμπ» να ξεδιπλώνει από τις πρώτες εβδομάδες της θητείας του το σχέδιό του για μια νέα τάξη πραγμάτων, στην οποία η ΕΕ θα έχει έναν περιθωριακό ρόλο, καθώς ο ίδιος αναλαμβάνει να εκπροσωπεί τη Δύση στα παζάρια με τις άλλες μεγάλες δυνάμεις. Παζάρια και συμφωνίες, όμως, που θα γίνονται με βάση τα συμφέροντα των ΗΠΑ και θα εξυπηρετούν τον στόχο τού «Make America Great Again».
Το σοκ που έχει υποστεί όλο το δυτικό στρατόπεδο είναι μεγάλο, καθώς είναι η πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και πολύ περισσότερο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, που υπάρχει ένα μεγάλο ρήγμα στη διατλαντική σχέση, ενώ πλέον τίθεται υπό αμφισβήτηση η ενότητα της Δύσης και εγκαταλείπεται η στρατηγική της συλλογικής εγγύησης της ασφάλειας της Ευρώπης, με τις ΗΠΑ στην πρώτη γραμμή.
Η ΕΕ, έχοντας εγκαταλειφθεί στην ανυποληψία από μικρές και αδύναμες ηγεσίες, τις τελευταίες δεκαετίες βρέθηκε ξαφνικά στην άκρη του γκρεμού: Χωρίς τη φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία, η οικονομία της παραπαίει, χωρίς επενδύσεις και όραμα στην καινοτομία, έχει περάσει στο περιθώριο των διεθνών –επιστημονικών και οικονομικών– εξελίξεων, ενώ στρατιωτικά, αναθέτοντας την άμυνά της στις ΗΠΑ, δεν φρόντισε να αναπτύξει τη δική της αποτρεπτική αλλά και επιθετική ισχύ, ώστε να επιβιώσει σε έναν κόσμο γεμάτο νέες απειλές.
Ευρισκόμενη απέναντι σε ένα τρομακτικό αδιέξοδο, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πριν από τρία χρόνια, η οποία εν πολλοίς προκλήθηκε από τις αγκυλώσεις των ευρωπαϊκών ηγεσιών αλλά και τη –μέχρι τώρα– αμερικανική πολιτική για επέκταση του ΝΑΤΟ μέχρι τα ρωσικά σύνορα, η Ευρώπη τώρα προσπαθεί να αναζητήσει βηματισμό. Φυσικά, τα όσα ακούγονται για αποφάσεις ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας είναι λόγια του αέρα, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα θα χρειαστεί αρκετά χρόνια και τεράστιους πόρους. Συγχρόνως, με μια δομή εξοπλισμών που σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται και στην αμερικανική πολεμική βιομηχανία, υπάρχει ο κίνδυνος η κορύφωση των εξοπλισμών, που θα απαιτηθεί, να ενισχύσει κάποιες βιομηχανίες, όπως της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας, αλλά η μερίδα του λέοντος να κατευθυνθεί και πάλι προς τις ΗΠΑ, προκαλώντας έτσι κλυδωνισμούς στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Όμως, η χειρότερη συνέπεια της απόφασης Τραμπ να διαπραγματευθεί μόνος του με τον Πούτιν το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία είναι ότι πλέον η Ευρώπη εμφανίζεται να είναι στο περιθώριο και οι μεγάλες δυνάμεις να αποφασίζουν για την τύχη της «Γηραιάς Ηπείρου» μόνες τους, με βάση τα συμφέροντά τους.
Είναι προφανές ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει κρατήσει πολύ και θα πρέπει να τερματιστεί. Όμως, οι όροι με τους οποίους θα επιτευχθεί η ειρήνη έχουν μεγάλη σημασία. Εάν δοθεί το μήνυμα ότι πλέον η Δύση, ή ο αυτόκλητος εκπρόσωπός της, ο Ντόναλντ Τραμπ, νομιμοποιεί και αποδέχεται την παραβίαση της αρχής του απαραβίαστου των συνόρων και δεχθεί ότι τα σύνορα μπορούν να αλλάξουν με τη βία των όπλων, αυτό θα είναι καταστροφικό για όλο τον πλανήτη, αλλά ειδικά για την Ευρώπη. Έτσι, με αυτό το τετελεσμένο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι σε ένα ή δύο χρόνια η Ρωσία δεν θα θεωρήσει ότι πλήττονται τα συμφέροντά της στις Βαλτικές Χώρες και ότι καταπιέζονται δήθεν εκεί ρωσόφιλοι πληθυσμοί, ώστε να επιχειρήσει να επιτύχει τους στόχους της, αρχικά μέσω πιέσεων και μετά μέσω και της απειλής στρατιωτικής παρέμβασης.
Η ήττα της Ουκρανίας και η άνευ όρων αποδοχή των εδαφικών απωλειών της (χωρίς έστω να προηγηθεί μια προσπάθεια συνεννόησης για εδάφη που θα απελευθερωθούν και εδάφη που θα παραμείνουν στη Ρωσία) θα αποτελέσει ένα κεκτημένο για όλες τις αναθεωρητικές δυνάμεις στον κόσμο.
Τα δύο μεγάλα πειράματα του Τραμπ συμβαίνουν στη γειτονιά μας, στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, και αυτό είναι που δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία και αγωνία στην Αθήνα.
Η κυβέρνηση βρέθηκε αιφνιδιασμένη από τις εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν εκπροσωπήθηκε στο Μόναχο, στο Διεθνές Συνέδριο για την Ασφάλεια, όπου συγκεντρώθηκαν ηγέτες από όλο τον κόσμο για να πάρουν δείγμα γραφής από τον αμερικανό αντιπρόεδρο Τζ. Ντ. Βανς.
Όμως, αφού ο αμερικανός αντιπρόεδρος παρουσίασε τις θέσεις του, οι οποίες ήταν προκλητικές για την Ευρώπη συνολικά, και έγινε γνωστή η πρόθεση του Τραμπ να συνομιλήσει απευθείας με τον Πούτιν για την Ουκρανία, ενώ οι αντιδράσεις έρχονταν από όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, από την Αθήνα υπήρξε η απόλυτη σιωπή. Φοβισμένη, η κυβέρνηση περιμένει να ξεκαθαρίσει το τοπίο, προσπαθώντας να μην εκτεθεί και στη νέα αμερικανική κυβέρνηση αλλά και συγχρόνως να καλλιεργήσει την εικόνα της ευρωπαϊκής δύναμης και του «ρόλου» του Κυριάκου Μητσοτάκη μεταξύ της «ευρωπαϊκής πρωτοπορίας». Όμως, είναι σαφές ότι αυτά δεν γίνονται μαζί.
Η Αθήνα, βεβαίως, ανησυχεί, καθώς, ποντάροντας τα τελευταία χρόνια όλα τα λεφτά της στην Ουκρανία, χωρίς να εξασφαλίζει και ιδιαίτερα ανταλλάγματα σε θέματα που αφορούν την ασφάλειά της, έκλεισε, με θορυβώδη τρόπο μάλιστα, κάθε πόρτα προς τη Μόσχα, με την οποία οι σχέσεις πλέον είναι εχθρικές. Επιπλέον, αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στη δεινή θέση να μην έχει καμία επαφή με την Ουάσινγκτον και να θεωρείται ότι ταυτίζεται με τον σκληρό πυρήνα της ΕΕ, τον οποίο αντιπαθεί και εχθρεύεται το νέο σύστημα εξουσίας στην Ουάσινγκτον, ενώ, από την άλλη, η ίδια η ΕΕ και ο «φίλος» γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν απέκλεισαν την Ελλάδα από τη μίνι Σύνοδο Κορυφής της περασμένης Δευτέρας, όπου εξετάστηκαν οι τελευταίες δραματικές εξελίξεις.
Ο πρωθυπουργός την Τετάρτη δήλωσε ότι ο ΥΠΕΞ Γιώργος Γεραπετρίτης, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στις ΗΠΑ, όπου θα παραστεί στις συνεδριάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ, θα έχει και μια πρώτη συνάντηση με τον αμερικανό ομόλογό του Μάρκο Ρούμπιο. Μια συνάντηση που, εφόσον γίνει, θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας θα αποτελέσει το αλεξικέραυνο για τους κεραυνούς που εκτοξεύει ο Ντόναλντ Τραμπ προς την Ευρώπη.
Βεβαίως, σε μια τέτοια στιγμή, ούτε ο κ. Γεραπετρίτης θα μπορέσει να απαντήσει στον αμερικανό ομόλογό του εκ μέρους της Ευρώπης, ούτε, φυσικά, να θέσει τα θέματα που αφορούν την Ελλάδα, όσο υπάρχει η στρατηγικής σημασίας εκκρεμότητα στις διατλαντικές σχέσεις.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση βλέπει την Τουρκία να προσπαθεί να πλασαριστεί στο νέο σκηνικό. Για τον κ. Ερντογάν, ο οποίος αρκετές φορές είχε προτείνει να φιλοξενήσει μια αμερικανορωσική συνάντηση για την Ουκρανία, το γεγονός ότι επιλέχθηκε η Σαουδική Αραβία για να φιλοξενήσει τις συναντήσεις ήταν μια προσωπική απογοήτευση. Όμως, φρόντισε να πλασαριστεί με τη συνάντησή του με τον Ζελένσκι στην Άγκυρα, προκειμένου να δείξει ότι η Τουρκία είναι παρούσα και ότι μπορεί να αναλάβει μεσολαβητική αποστολή, εάν της ζητηθεί…
Αυτό που προκαλεί ανησυχία είναι ότι η συναλλακτική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, η οποία παραβλέπει αρχές, διεθνές δίκαιο και δίκαιο της θάλασσας, μπορεί να ταιριάξει πολύ εύκολα με την απρόβλεπτη και real estate, business εξωτερική πολιτική που ακολουθεί ο Πρόεδρος Τραμπ.
Επιπλέον, ο ψυχρός και κυνικός τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται στη διεθνή σκακιέρα ο Ντόναλντ Τραμπ απέχει πολύ από αυτό που ζητά η Αθήνα, δηλαδή πολιτικές στη βάση του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς νομιμότητας, και αντιθέτως πλησιάζει κατά πολύ τις αντιλήψεις του Ταγίπ Ερντογάν.
Μπροστά μας έχουμε μια δύσκολη διαδικασία για το Κυπριακό, το οποίο η αμερικανική διοίκηση μπορεί να αντιμετωπίσει όπως και τη Γάζα, απλώς σαν θέμα… τουριστικής αξιοποίησης, αλλά και τα ελληνοτουρκικά, όπου οι «γκρίζες ζώνες» μπορεί να αντιμετωπιστούν ως θέμα κοινών πρότζεκτ.
Εξάλλου, ο κυνικός τρόπος με τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ ζητά ανταλλάγματα επί του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας, για τη στήριξη που της παρείχαν οι ΗΠΑ, και μάλιστα για μια λύση στην οποία ζητούν από την Ουκρανία να αποδεχθεί την προσάρτηση των εδαφών της από τη Ρωσία είναι ένα σκληρό μήνυμα που αφορά τους πάντες και φυσικά την Ελλάδα, δεδομένης της κατάστασης στα Ελληνοτουρκικά, στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Κυπριακό.
Οι εξελίξεις είναι ανησυχητικές. Το πολιτικό περιβάλλον παγκοσμίως και οι αποφάσεις του Ντόναλντ Τραμπ δημιουργούν νέες προκλήσεις για την Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή. Η κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει σοβαρή και στρατηγική δράση για να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις και να διαμορφώσει μια νέα προσέγγιση, που να ανταποκρίνεται στις παγκόσμιες αλλαγές. Κρυπτόμενη πίσω από την ΕΕ, είναι προφανές ότι η χώρα μας όχι μόνο δεν έχει να κερδίσει, αλλά αντιθέτως θα βρεθεί εκτεθειμένη απέναντι στις νέες, απρόβλεπτες και ασύμμετρες, απειλές που δημιουργεί αυτό το νέο περιβάλλον, το οποίο πριμοδοτεί τις αναθεωρητικές δυνάμεις, όπως η Τουρκία.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ