Ελίζα Βόζεμπεργκ στο “Π”: Η ώρα των αποφάσεων

Ελίζα Βόζεμπεργκ στο “Π”: Η ώρα των αποφάσεων

Της
ΕΛΙΖΑΣ ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ
Ευρωβουλευτού της ΝΔ


Ο κόσμος αλλάζει με γοργούς ρυθμούς και αυτό ήταν ολοφάνερο πολύ καιρό πριν από την εκλογή του Τραμπ. Τα προβλήματα που, δικαίως ή αδίκως, αποδίδονταν στην παγκοσμιοποίηση, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, το μεταναστευτικό, την κλιματική απορρύθμιση, την πανδημία και μια σειρά σοβαρών περιφερειακών συγκρούσεων, έχουν δημιουργήσει ένα νέο και πολύ δύσκολο διεθνές περιβάλλον.

Με αυτά τα δεδομένα, ένα σημαντικό τμήμα των πολιτών αισθάνθηκε ότι κινδυνεύει ο τρόπος ζωής του και τα κεκτημένα δεκαετιών, με αποτέλεσμα να παρασυρθεί από αντισυμβατικούς πολιτικούς, που του έτειναν το χέρι.

Άλλωστε, αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι ο λαϊκισμός και τα άκρα βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και ευήκοα ώτα σε συνθήκες κρίσης.

Οι λαϊκιστές επικαλούνται υπαρκτά προβλήματα, όμως προτείνουν ανέφικτες λύσεις, επιδίδονται στο χάιδεμα των αυτιών των ψηφοφόρων, χωρίς ποτέ να γίνονται δυσάρεστοι, και στοχεύουν στην ημιμάθεια ως μέσο εύκολης χειραγώγησης. Γιατί αυτό που εκμεταλλεύονται περισσότερο είναι η αδυναμία των πολιτών να κατανοήσουν την πολυπλοκότητα των οικονομικών και γεωπολιτικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κόσμος.

Το φαινόμενο αυτό βίωσε έντονα η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, δοθέντος ότι βρέθηκε αντιμέτωπη με σημαντική άνοδο ακραίων και λαϊκιστικών κομμάτων, η οποία αποδόθηκε όχι μόνο στις αλλεπάλληλες κρίσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει αλλά και, κυρίως, στους λανθασμένους χειρισμούς της απέναντι στην οικονομική, στη μεταναστευτική και στην ενεργειακή κρίση.

Οι πιο ψύχραιμες φωνές έκρουαν κατ’ επανάληψη τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας την ανάγκη για σύμπλευση των 27 κρατών-μελών και για επιστροφή στις κοινές ευρωπαϊκές αξίες της συνεργασίας και της αλληλεγγύης.

Έναν μήνα μετά την ορκωμοσία του επανεκλεγέντος αμερικανού Προέδρου, όμως, τα γεγονότα που έχουν μεσολαβήσει δείχνουν ότι ο χρόνος της συζήτησης για το μέλλον της Ευρώπης έχει πλέον τελειώσει και έχει φτάσει η ώρα των αποφάσεων.

Η επιβολή υπερβολικών δασμών, που πλήττει καίρια το παγκόσμιο εμπόριο, και η πρόθεση για ανάκτηση του ελέγχου της Διώρυγας του Παναμά και εξαγορά της Γροιλανδίας ήταν μόνο η αρχή και τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας αμερικανικής ηγεσίας.

Το επόμενο χτύπημα ήταν το ότι οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ πρέπει να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% επί του ΑΕΠ τους. Με δεδομένο ότι τα περισσότερα μέλη του ΝΑΤΟ ικανοποιούν οριακά τον στόχο του 2%, που έχει τεθεί από το 2014, και μάλιστα τα 8 από τα 32 μέλη δαπανούν λιγότερο από 2%, γίνεται αντιληπτό ότι, εάν εφαρμοζόταν άμεσα το 5%, θα τίναζε στον αέρα τους προϋπολογισμούς τους.

Το μεγαλύτερο σοκ για την ΕΕ, όμως, ήταν οι θέσεις των ΗΠΑ, που εκφράστηκαν διά στόματος του αντιπροέδρου Βανς στη Διάσκεψη του Μονάχου, τόσο για το Ουκρανικό όσο και για την αμυντική θωράκιση της Ευρώπης, θέτοντας για πρώτη φορά σε τέτοια δοκιμασία τη διατλαντική σχέση.

Σε κάθε περίπτωση, με αφορμή τις παραπάνω εξελίξεις και τη δεδηλωμένη πρόθεση των ΗΠΑ για σταδιακή στρατηγική απεμπλοκή από την ευρύτερη περιοχή, οι ευρωπαίοι ηγέτες συζητούν για πρώτη φορά μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για την αναβάθμιση της στρατιωτικής ισχύος της Ευρώπης, για την οποία είχαν επαναπαυθεί εδώ και 80 χρόνια, στηριζόμενοι στον στρατηγικό ρόλο και στην ενεργό παρουσία των ΗΠΑ.

Σε αυτό το πλαίσιο, μπήκαν για πρώτη φορά στο τραπέζι των ευρωπαίων ηγετών η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών κάθε κράτους-μέλους από τους κανόνες για το έλλειμμα, ο κοινός δανεισμός για την ευρωπαϊκή άμυνα και η αύξηση των αμυντικών δαπανών στο πλαίσιο του νέου Συμφώνου Σταθερότητας, προτάσεις που πρώτος ο έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε θέσει από καιρό στους ομολόγους του.

Είναι προφανές ότι η ενωμένη Ευρώπη βρίσκεται ενώπιον μεγάλων προκλήσεων και υπερεθνικών κινδύνων, όπως οι περιφερειακοί πόλεμοι, η κλιματική κρίση, το μεταναστευτικό, το ενεργειακό πρόβλημα, η τεχνητή νοημοσύνη και η κυβερνοασφάλεια.

Τώρα που έφτασε η ώρα των αποφάσεων, απαιτείται κοινός βηματισμός των 27. Η Ευρώπη μόνο ενωμένη μπορεί να ενισχύσει τη διπλωματική της επιρροή, να αναβαθμίσει το γεωστρατηγικό της αποτύπωμα και να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου, για να απαντήσει δυναμικά σε όλους όσοι επενδύουν στη διάλυσή της, υιοθετώντας το Μακιαβελικό «διαίρει και βασίλευε».


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ