Το τουρκικό φιρμάνι στο Αιγαίο και οι δύο γραμμές της κυβέρνησης για τα ελληνοτουρκικά

Το τουρκικό φιρμάνι στο Αιγαίο και οι δύο γραμμές της κυβέρνησης για τα ελληνοτουρκικά

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Σοβαρό ζήτημα για τον τρόπο που χαράσσεται και ασκείται η εξωτερική πολιτική σε μείζονα ζητήματα, με πρώτο εκείνο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αναδεικνύει η κλιμακούμενη διαφοροποίηση μεταξύ Μεγάρου Μαξίμου και ΥΠΕΞ και του υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια.

Και αυτό, μάλιστα, τη στιγμή που η Τουρκία –με απροκάλυπτο τρό­πο– δεν αντιδρά πλέον μόνο σε έρευνες ανατολικά της Κάσου, αλλά αποστέλλει και πολεμικό πλοίο λίγα μίλια βορείως της Κρήτης, για να… επιτηρεί τις έρευνες των δύο ιταλικών πλοίων για την πόντιση του καλωδίου της διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου. Αυτό, φυσικά, συνιστά κλιμάκωση, καθώς πλέον η Τουρκία απαιτεί από την Ελλάδα να μην ασκεί τα κυριαρχικά δικαιώματά της όχι μόνο εκεί όπου θεωρεί ότι ισχύει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, αλλά ακόμη και στο κέντρο του Αιγαίου, αμφισβητώντας ουσιαστικά το σύνολο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Και όμως, μέσα σε αυτό το κλίμα και με αυτά τα μηνύματα, ο κ. Γεραπετρίτης έσπευσε να συναντηθεί –και πάλι χωρίς να έχει προηγηθεί ανακοίνωση– με τον τούρκο ομόλογό του, Χακάν Φιντάν, στην Ντόχα, για να συζητήσουν τη συνεδρίαση του ΑΣΣ και τις κινήσεις για τη βελτίωση των σχέσεων! Η κυβέρνηση, παρά την ουσιαστική αποτελμάτωση του ελληνοτουρκικού διαλόγου και της προσπάθειας επαναπροσέγγισης των δύο χωρών, επιμένει να κρατάει ζωντανή τη διαδικασία, με προοπτική τη σύ­γκληση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κυβερνητικής Συνεργασίας, που ε­πρόκειτο αρχικά να συγκληθεί στην Άγκυρα στις αρχές του 2025.

Ενεργειακοί κολοσσοί προσελκύονται από τις ισχυρές ενδείξεις για μεγάλα κοιτάσματα φυσικού αερίου

Συγχρόνως, όμως, τόσο το Μέγαρο Μαξίμου όσο και το ΥΠΕΞ έχουν σχεδόν αποβάλει από τη ρητορική τους αλλά και από τον σχεδιασμό τους κάθε αναφορά στην αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας, η οποία σταθερά συνεχίζει να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία αλλά και το δικαίωμα της χώρας μας να ασκεί τα νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματά της. Με μεγάλη ανησυχία, μάλιστα, παρακολουθούν τη γιγάντωση της τουρκικής πολεμικής μηχανής με σύγχρονα οπλικά συστήματα, τα οποία, μάλιστα, στην πλειοψηφία τους είναι τουρκικής κατασκευής, με την Άγκυρα έτσι να έχει σχεδόν πετύχει για πρώτη φορά στην ιστορία της την αυτάρκεια σε εξοπλισμούς. Κάτι που, εκ των πραγμάτων, ανατρέπει πλήρως και μη αναστρέψιμα τη στρατιωτική υπεροχή στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η ρητορική της Αθήνας, από τη στιγμή που άρχισε η επαναπροσέγγιση, αποτέλεσε το μεγάλο άλλοθι που ξέπλυνε την Τουρκία, ενώ είχαμε προειδοποιήσει πολλές φορές ότι αυτό είναι σημαντικό πλεονέκτημα για τον Ταγίπ Ερντογάν. Καθώς, πλέον, όταν τίθενται θέματα που αφορούν την Τουρκία, η μόνιμη απάντηση τόσο από την ΕΕ και τους ευρωπαίους εταίρους όσο και από την Ουάσινγκτον είναι ότι «οι σχέσεις των δύο χωρών είναι σε ύφεση και θα πρέπει να συνεχιστεί αυτό το καλό κλίμα διαλόγου».

Με αυτήν τη διαδικασία, που κορυφώθηκε με τη Διακήρυξη των Αθηνών, η Ελλάδα έχει χάσει τα βασικά επιχειρήματά της έναντι της τουρκικής επιθετικότητας. Και, με αντάλλαγμα τα «ήρεμα νερά», τα οποία είναι μια εντελώς προσωρινή και αναστρέψιμη κατάσταση, η Αθήνα έχει ξεπλύνει την Τουρκία σε Ευρώπη και Αμερική και συγχρόνως εμφανίζεται δεσμευμένη για αυτοπεριορισμό στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της.

Μέσα σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, ξέσπασε η «κρίση των Meteor», καθώς έφτασε στην Αθήνα η επιβεβαίωση των δημοσιογραφικών πληροφοριών ότι η Γαλλία κατευθύνεται στην απόφαση της πώλησης των πυραύλων Meteor στην Τουρκία, ώστε να εξοπλιστούν με αυτούς τα μεταχειρισμένα Eurofighters, τα οποία, τελικά, μετά και την άρση του βέτο της Γερμανίας, πρόκειται να πουλήσει η Βρετανία στην Άγκυρα. Και, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, αυτός είναι ένας από τους όρους που έχει θέσει η Τουρκία προκειμένου να προχωρήσει η συμφωνία για τα 40 Eurofighters.



 

Ενώ όλοι ανέμεναν ότι θα έπρεπε να υπάρξει παρασκηνιακή κινητοποίηση της Αθήνας, ώστε σε ανώτατο επίπεδο –Πρόεδρο Γαλλίας, υπουργούς Άμυνας και Εξωτερικών– να αποτραπεί μια τέτοια δυσμενής εξέλιξη, είδαμε απλώς τον κ. Δένδια να καλεί τη γαλλίδα πρέσβη στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας και να προβαίνει ουσιαστικά σε έντονο διάβημα, εκφράζοντας την έντονη αντίθεση της Αθήνας στην πώληση των γαλλικών πυραύλων στην Τουρκία. Από την άλλη, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε άλλο μήκος κύματος, λίγες ώρες αργότερα δήλωνε ότι «μόνο πληροφορίες υπάρχουν» και ότι η κυβέρνηση λειτουργεί «προληπτικά», ενώ δεν ήταν κρυ­φή η ενόχληση του ΥΠΕΞ για το γεγονός ότι ο κ. Δένδιας υποκατέστησε τον Γιώργο Γεραπετρίτη, καθώς είθισται τα όποιου είδους διαβήματα σε ξένους πρέσβεις να γίνονται από την ηγεσία του ΥΠΕΞ.

Παρά τη σαφή διαφοροποίηση του Νίκου Δένδια από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η κυβέρνηση δεν ξεκαθάρισε –αφού το ζήτημα είναι τόσο σημαντικό– γιατί δεν αναλαμβάνουν είτε ο κ. Δένδιας είτε ο κ. Γεραπετρίτης να έρθουν σε επαφή απευθείας με τους ομολόγους τους ή ακόμη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός να αναλάβει πρωτοβουλία προς τον ίδιο τον γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.

Όμως, ενώ ο ΥΠΕΞ Γιώργος Γεραπετρίτης ήταν άφαντος για ημέρες –πριν ξεκινήσει μια περιοδεία οκτώ ημερών, σε Μέση Ανατολή και Ινδία–, ο Νίκος Δένδιας συνέχισε με ένα μπαράζ δηλώσεων και συνεντεύξεων να δίνει τη δική του προσέγγιση και το στίγμα του για τα ελληνοτουρκικά, που φυσικά αποτυπώνουν την πραγματική κατάσταση, αλλά βρίσκονται σε εντελώς διαφορετικό κλίμα από εκείνο του ΥΠΕΞ. Το υπουργείο Εξωτερικών προσπαθεί να κρατάει χαμηλούς τόνους, ελπίζοντας έτσι ότι δεν θα διαταραχθεί περαιτέρω το κλίμα εν όψει της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Άγκυρα, η οποία όλο και απομακρύνεται χρονικά.

Ο κ. Δένδιας, σε συνέντευξή του στο FOX (το αγαπημένο κανάλι του Ντόναλντ Τραμπ), εξαπέλυσε μια οξύτατη επίθεση στην Τουρκία, διατυπώνοντας ένα μανιφέστο εναντίον του τουρκικού αναθεωρητισμού, το οποίο φυσικά ακυρώνει όλο το αφήγημα της κυβέρνησης περί «ήρεμων νερών» και «ιστορικής ευκαιρίας» για επίλυση των προβλημάτων με την Τουρκία.

Αιφνιδιασμένη και αμήχανη η Ευρώπη: Ο Τραμπ βάζει στο διπλωματικό περιθώριο τη Γηραιά Ήπειρο

«Αυτή η νέα τουρκική νεοϊμπεριαλιστική, νεο-Οθωμανική προσέγγιση, την οποία ονομάζουν ‘‘Mavi Vatan’’, δηλαδή ‘‘Γαλάζια Πατρίδα’’, δεν υ­πήρχε παλαιότερα. Εμφανίστηκε κάπου στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Είναι μια ξεκάθαρη νεοϊμπεριαλιστική, νεο-Οθωμανική προσέγγιση, η οποία στην ουσία ισχυρίζεται πως τα μισά νησιά του Αιγαίου ανήκουν στην Τουρκία. Επίσης, μερικές φορές πηγαίνουν και ένα βήμα παραπέρα και ισχυρίζονται πως η Κρήτη, ένα πελώριο νησί με πολύ σημαντική παρουσία του ΝΑΤΟ και μια αμερικανική βάση στη Σούδα, θα έπρεπε να ανήκει στην Τουρκία. Επομένως, υ­πάρχουν κάποιοι άνθρωποι στην Τουρκία –και δεν πιστεύω πως αυτό είναι κοινό αίσθημα στην τουρκική κοινωνία– που θεωρούν ότι η Τουρκία πρέπει να δημιουργήσει ξανά την Οθωμανική Αυτοκρατορία, προσαρτώντας περιοχές της Ελλάδας, της Συρίας, του Ιράκ, του Ιράν, τον μισό Καύκασο κ.λπ. Ελπίζω πως είναι μόνο όνειρα, αλλά, όπως και να έχει, δημιουργούν προβλήματα στις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα, καθώς και εσωτερικά στο ΝΑΤΟ», ήταν η αιχμηρή ανάλυση του Νίκου Δένδια για την Τουρκία.

Παράλληλα, εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι σχέσεις της Ελλάδας με τον Ντόναλντ Τραμπ και στη δεύτερη θητεία του θα είναι καλές, ενώ δεν δίστασε να εκφράσει τη στήριξή του στους Κούρδους της Συρίας, οι οποίοι αποτελούν αυτήν τη στιγμή τον Νο1 εχθρό της Άγκυρας.

«Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να κάνεις στη ζωή σου είναι να ξεχάσεις τους συμμάχους σου. Εκείνους που πολέμησαν στο πλάι σου την ώρα που το είχες ανάγκη και να στραφείς εναντίον τους ή να τους ξεχάσεις. Μιλώ για τους Κούρδους, οι οποίοι πολεμούσαν τον ISIS για χρόνια. Η Δύση δεν πρέπει να τους ξεχάσει. Ακόμη και αν είναι για τον απλό λόγο ότι μπορεί να τους χρειαστούμε στο μέλλον», είπε ο κ. Δένδιας, προειδοποιώντας τελικά ότι:

«Χώρες που πιστεύουν πως τα σύνορα είναι κάτι που μπορεί κανείς να αψηφήσει και ότι οι Διεθνείς Συνθήκες πρέπει να ισχύουν μόνο όταν είναι προς το συμφέρον τους είναι η μεγαλύτερη απειλή για ολόκληρο τον κόσμο, όχι μόνο για την Ελλάδα».

Στην εφημερίδα «Realnews», μάλιστα, τοποθετήθηκε με ξεκάθαρο τρόπο, ζητώντας την άρση του casus belli από την Τουρκία.

Δεν πρέπει, βεβαίως, να ξεχνάμε ότι ο κ. Δένδιας, ως υπουργός Εξωτερικών, ήταν εκείνος που ξεκίνησε, μετά τους σεισμούς, την επαναπροσέγγιση με την Τουρκία και μίλησε για «παράθυρο ευκαιρίας» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία της χώρας –και αυτό αφορά και την αντιπολίτευση– δυσκολεύεται να διακρίνει μεταξύ της πραγματικότητας και των επιθυμιών της. Αδυνατεί να αντιληφθεί ότι, όσο η Τουρκία διατηρεί το casus belli, τις «γκρίζες ζώνες» και διεκδικεί θαλάσσιες ζώνες στο κέντρο του Αιγαίου αλλά και σε όλη τη θαλάσσια περιοχή ανατολικά από το όριο των 6 ν.μ. από τα νησιά του Νοτιοανατολικού Αιγαίου, δεν μπορεί να υπάρξει ούτε βελτίωση ούτε, πολύ περισσότερο, επίλυση του προβλήματος της οριοθέτησης.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Στο ίδιο έργο θεατές με Ράμα



Σχολιάστε εδώ