Όλα… μαύρα τα βλέπουμε στην Ελλάδα
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ PEW RESEARCH CENTER
–Το 72% των Ελλήνων πιστεύει ότι τα παιδιά του θα ζήσουν σε χειρότερο περιβάλλον, ενώ θεωρεί ότι για τις… φρικαλέες ανισότητες που υπάρχουν στην κοινωνία ευθύνεται η εκτεταμένη διαπλοκή της οικονομικής ελίτ με την πολιτική
Πλήρης απαισιοδοξία για το μέλλον και απελπισία για τα αποτελέσματα της αυξανόμενης επιρροής της οικονομικής ελίτ στην πολιτική εξουσία αποτυπώνεται ξεκάθαρα σε έρευνα που διενήργησε το Ινστιτούτο Pew Research Center σε 36 χώρες του κόσμου τον περασμένο Μάρτιο και δόθηκε στη δημοσιότητα τις προηγούμενες μέρες.
Η έρευνα κατέγραψε τις απόψεις των κατοίκων 36 χωρών για τις διακρίσεις και την ανισότητα με βάση το εισόδημα, το φύλο, τη φυλή και το θρήσκευμα.
Τα συμπεράσματα για τη χώρα μας είναι, θα λέγαμε, δραματικά, καθώς το 91% του πληθυσμού πιστεύει ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα που διχάζουν την κοινωνία και αποτελούν τροχοπέδη για την πρόοδό της είναι το τεράστιο χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στους πλούσιους και στους φτωχούς, το οποίο διευρύνεται εξαιτίας της επιρροής που ασκεί η οικονομική ελίτ στο πολιτικό σύστημα. Δηλαδή, ένα συντριπτικά μεγάλο μέρος του κόσμου, το 95%, θεωρεί ότι οι πλούσιοι, με τις παρεμβάσεις που κάνουν στους πολιτικούς, εξασφαλίζουν υπερκέρδη, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει το χάσμα που ούτως ή άλλως υπάρχει ανάμεσα σε αυτούς και στους οικονομικά αδύνατους.
Πρόκειται για το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη μετά τη Γερμανία (92%) και ένα από τα υψηλότερα παγκοσμίως, με τον διεθνή μέσο όρο να διαμορφώνεται στο 84%.
Το παραπάνω εύρημα δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς στη χώρα μας ο δείκτης οικονομικής ανισότητας είναι ο έκτος υψηλότερος στην ΕΕ, με το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού να έχει 5,3 φορές υψηλότερο εισόδημα από το φτωχότερο 20%. Σε γενικές γραμμές, τα ποσοστά όσων θεωρούν την οικονομική ανισότητα πολύ μεγάλο πρόβλημα είναι υψηλότερα στις χώρες με μεσαία και χαμηλά εισοδήματα σε σχέση με τις χώρες με υψηλά εισοδήματα.
Στην Ελλάδα, σε αυτήν την κατηγορία ανήκει το 55%, ποσοστό που συμβαδίζει με το διεθνή μέσο όρο (54%).
Πιο ευαισθητοποιημένοι σε θέματα οικονομικής ανισότητας είναι όσοι ανήκουν στα αριστερά του ιδεολογικού φάσματος έναντι όσων τοποθετούνται στα δεξιά και στο κέντρο.
Στην Ελλάδα, το 75% των αριστερών θεωρεί πολύ μεγάλο πρόβλημα το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ φτωχών και πλούσιων, ενώ το ίδιο πιστεύει μόνο το 46% των δεξιών και το 51% των κεντρώων. Εξίσου αναμενόμενο είναι ότι οι πιο φτωχοί ανησυχούν περισσότερο για την οικονομική ανισότητα από ό,τι οι πιο πλούσιοι – αφού είναι άλλωστε οι άμεσα πληττόμενοι.
Ένα άλλο σημαντικό εύρημα είναι ότι στη χώρα μας το 87% –το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη– πιστεύει πως το υπάρχον οικονομικό σύστημα χρειάζεται ολική αναμόρφωση, γιατί… δεν πάει άλλο.
Οι επτά στους δέκα –μακράν το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη όσο και παγκοσμίως– θεωρούν ότι χρειάζονται ριζικές τομές στην ελληνική οικονομία.
Σχεδόν δύο στους δέκα –όσο και ο παγκόσμιος μέσος όρος– θέλουν την ολική αλλαγή του οικονομικού συστήματος.
Στην Ελλάδα, τo 95% –το υψηλότερο ποσοστό διεθνώς– θεωρεί σοβαρό παράγοντα ανισότητας την υπερβολική πολιτική επιρροή των πλουσίων.
Τι επηρεάζει, όμως, την ανισότητα;
Από τους συμμετέχοντες σε κάθε χώρα ζητήθηκε να αξιολογήσουν αν συμβάλλουν στην ανισότητα και πώς οι έξι ακόλουθοι διαφορετικοί παράγοντες:
1) Οι πλούσιοι στη χώρα μας έχουν υπερβολικά μεγάλη πολιτική επιρροή.
2) Υπάρχουν προβλήματα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.
3) Κάποιοι άνθρωποι δουλεύουν πιο σκληρά από άλλους.
4) Κάποιοι γεννιούνται με περισσότερες ευκαιρίες από άλλους.
5) Οι υπολογιστές και τα ρομπότ κάνουν δουλειές που πριν έκαναν οι άνθρωποι.
6) Οι διακρίσεις εις βάρος φυλετικών και εθνοτικών μειονοτήτων.
Στην Ελλάδα, το 95% θεωρεί ότι η πολιτική επιρροή της οικονομικής ελίτ συμβάλλει σε μεγάλο ή σημαντικό βαθμό στην ανισότητα, ενώ θεωρεί ότι το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αντισταθεί στις πιέσεις που ασκούνται από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό παγκοσμίως, σημαντικά υψηλότερο από τον διεθνή μέσο όρο (76%).
Το ποσοστό όσων θεωρούν την πολιτική επιρροή των πλουσίων ως πολύ μεγάλο παράγοντα ανισότητας ανέρχεται στην Ελλάδα στο 74% – το τρίτο υψηλότερο ποσοστό, μετά τη Χιλή και την Κολομβία.
Το 85% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα θεωρεί, επίσης, σημαντικό παράγοντα ανισότητας τα προβλήματα στο εκπαιδευτικό σύστημα και το 82% την έλλειψη ίσων ευκαιριών. Η αίσθηση νεποτισμού και αναξιοκρατίας είναι αισθητά μεγαλύτερη στην Ελλάδα από ό,τι στον μέσο όρο των 36 χωρών (75%), και αυτό είναι βασικό, γιατί η πανεπιστημιακή εκπαίδευση εκτόξευσε τις διαδικασίες της κοινωνικής κινητικότητας από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, ενώ αυτό φαίνεται πως σταμάτησε με την οικονομική κρίση.
Το ότι στη χώρα μας «κάποιοι γεννιούνται με περισσότερες ευκαιρίες από άλλους» αξιολογείται ως πολύ σοβαρή αιτία ανισότητας από το 45% των ερωτηθέντων. Πρόκειται για το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη, μετά την Ιταλία και τη Βρετανία.
Εξάλλου, λιγότεροι από τέσσερις στους δέκα στην Ελλάδα θεωρούν ως σοβαρή αιτία ανισότητας το ότι κάποιοι δουλεύουν πιο σκληρά από άλλους – ποσοστό που συμβαδίζει με τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι πιο φτωχοί και οι λιγότερο μορφωμένοι τείνουν να ενστερνίζονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τους πιο πλούσιους ή τους πιο μορφωμένους το ιδεολόγημα ότι η ανισότητα είναι αποτέλεσμα τεμπελιάς.
Στην Ελλάδα, ένα 68% θεωρεί ότι οι διακρίσεις λόγω εθνικής ή φυλετικής καταγωγής συμβάλλουν πολύ ή αισθητά στην ανισότητα. Ωστόσο, μόνο το 28% τις αξιολογεί ως σοβαρό παράγοντα ανισότητας, έναντι 43% στη Γαλλία και 35% στην Ιταλία και στη Βρετανία.
Στην Ελλάδα, τέλος, το 72% θεωρεί ότι τα σημερινά παιδιά θα ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους. Παγκοσμίως, το ποσοστό αυτό είναι 57%, κάτι που σημαίνει ότι είμαστε οι πλέον απαισιόδοξοι. Το χειρότερο, δε, είναι ότι το ποσοστό αυτό αυξήθηκε κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες κατά την πενταετία της διακυβέρνησης της χώρας από τη ΝΔ, καθώς το 2019 ήταν στο 61%. Πάντως, και διεθνώς τα ποσοστά της απαισιοδοξίας έχουν αυξηθεί μετά την πανδημία.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ