Διατροφή και αιματολογικές κακοήθειες

Διατροφή και αιματολογικές κακοήθειες

Του ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ


Νέα δεδομένα από μελέτες που παρουσιάστηκαν στο Ετήσιο Συνέδριο (2024) της Αμερικανικής Εταιρείας Αιματολογίας (ASH) αναδεικνύουν μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ διατροφής και αιματολογικών κακοηθειών, προσφέροντας πιθανές στρατηγικές διατροφικών παρεμβάσεων.

Οι μελέτες εξέτασαν την επίδραση διατροφών πλούσιων σε φυτικές ίνες και κετογονικών διατροφών στην πρόοδο του καρκίνου, στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και στην αποτελεσματικότητα των θεραπειών.

Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα») της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ δρ Δέσποινα Φωτίου (αιματολόγος), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (παθολόγος, καθηγήτρια Θεραπευτικής – Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (τ. πρύτανης ΕΚΠΑ, καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής) συνοψίζουν τα δεδομένα.

Η μελέτη «NUTRIVENTION», με κύριο ερευνητή την Dr Urvi A. Shah από το Κέντρο Καρκίνου «Memorial Sloan Kettering», διερεύνησε την επίδραση της διατροφής που βασίζεται σε φυτά και είναι πλούσια σε φυτικές ίνες σε ασθενείς με μονοκλωνική γαμμαπάθεια αδιευκρίνιστης σημασίας (MGUS) και ασυμπτωματικό πολλαπλούν μυέλωμα, πρόδρομες καταστάσεις για το πολλαπλούν μυέλωμα.

Εντάχθηκαν άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) πάνω από 25 kg / m2, που κατανάλωσαν γεύματα υψηλής περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες για 12 εβδομάδες. Ο στόχος της μελέτης ήταν να καθοριστούν τα ποσοστά συμμόρφωσης των συμμετεχόντων και να αξιολογηθεί η μείωση του ΔΜΣ.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ποσοστό συμμόρφωσης 91% στις 12 εβδομάδες και 58% στις 52 εβδομάδες, με μέση μείωση του ΔΜΣ κατά 7%, η οποία διατηρήθηκε για έναν χρόνο. Επίσης, παρατηρήθηκε μείωση της αντοχής στην ινσουλίνη, αύξηση της ποικιλομορφίας του μικροβιώματος και μείωση της φλεγμονής. Σε δύο ασθενείς με πρόοδο νόσου παρατηρήθηκε σταθεροποίηση, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι διατροφικές παρεμβάσεις μπορεί να αλλάξουν την πορεία της νόσου.

Ερευνητές από το Εθνικό Κέντρο Ιατρικής «City of Hope» ανέφεραν ότι η πλούσια σε φυτικές ίνες διατροφή συσχετίστηκε με αυξημένη συνολική επιβίωση και μικρότερα ποσοστά νόσου μοσχεύματος έναντι ξενιστή (GVHD) σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αλλογενή μεταμόσχευση. Αναλύοντας τις διατροφικές συνήθειες 173 ασθενών, η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η υψηλή πρόσληψη φυτικών ινών στη διατροφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος μείωσης των ποσοστών του GVHD στο κατώτερο γαστρεντερικό σύστημα μέσω της καλύτερης υγείας του μικροβιώματος του εντέρου.

Σε προκλινικό μοντέλο, μια διατροφή πλούσια σε κυτταρίνη (12%) βελτίωσε τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και μείωσε τη θνησιμότητα από GVHD. Τα ευρήματα οδήγησαν στην υιοθέτηση νέων πρωτοκόλλων διατροφής, με έμφαση στις φυτικές ίνες, ως στρατηγική για τη μείωση της βαρύτητας του GVHD στους ασθενείς που υποβάλλονται σε αλλογενή μεταμόσχευση.

Επίσης, μια πρόσφατη προκλινική μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια έδειξε πως μια κετογονική διατροφή (πλούσια σε λιπαρά και χαμηλή σε υδατάνθρακες) μπορεί να αυξήσει την αποτελεσματικότητα των κυτταρικών θεραπειών (CAR T-Cell). Τα ευρήματα αυτά είναι σημαντικά και υπογραμμίζουν τη σύνδεση μεταξύ της υγείας του εντέρου και των εκβάσεων του καρκίνου.

Οι διατροφικές παρεμβάσεις, όπως οι πλούσιες σε φυτικές ίνες διατροφές και οι κετογονικές διατροφές, φαίνεται να ενισχύουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και να μειώνουν τη φλεγμονή, ανοίγοντας νέους δρόμους για τη φροντίδα των ασθενών με καρκίνο.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό:Trang Pham from Pixabay


Σχολιάστε εδώ