Οι αρνητικοί οιωνοί στα ελληνοτουρκικά και οι «συμβουλές» για εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση με την Τουρκία
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Η νέα χρονιά ήρθε με αρνητικούς οιωνούς για τα ελληνοτουρκικά, καθώς η ενίσχυση του περιφερειακού ρόλου της Τουρκίας την καθιστά ακόμη πιο αλαζονική, ακόμη πιο επιθετική και φυσικά απομακρύνει κάθε ελπίδα για συνεννόηση με την Ελλάδα στο θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών.
H διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας είναι προφανές ότι φτάνει στα όριά της και εξαντλείται πλέον σε ορισμένες ανώφελες και κενές περιεχομένου συμφωνίες για διμερή συνεργασία, που υπογράφονται και μένουν στα χαρτιά, ενώ στο Μεταναστευτικό, φυσικά, έχει καταρρεύσει το επιχείρημα ότι υπάρχει συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Αρκεί η παράθεση των στοιχείων των τελευταίων δύο – τριών μηνών για να διαπιστωθεί η δραματική αύξηση των μεταναστών που προσπαθούν να εισέλθουν στη χώρα μας παράνομα από τις τουρκικές ακτές.
Όσον αφορά τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο, όλοι γνωρίζουν πως η μη ένταση των τελευταίων μηνών οφείλεται κυρίως στο ότι οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, και ιδίως η Πολεμική Αεροπορία, αποφεύγουν δραστηριότητες στα ελληνικά νησιά κοντά στις τουρκικές ακτές, δημιουργώντας, όμως, ένα αρνητικό προηγούμενο.
Και αυτό διότι η μη άσκηση των μαχητικών της Πολεμικής Αεροπορίας στον ζωτικό χώρο της χώρας μας, δηλαδή στο Αιγαίο, ώστε να αποτρέπεται η επί του πεδίου αντιπαράθεση με την Τουρκία, δημιουργεί μια «γκρίζα εικόνα» ειδικού καθεστώτος, όπως επιδιώκει η Τουρκία να εμφανίσει στο Αιγαίο.
Όπως όλα δείχνουν, η Αθήνα, αφού φρόντισε να «μαγειρέψει» το κλίμα, κατεβάζοντας τον πήχη των προσδοκιών, τον οποίο αδικαιολόγητα είχε ανεβάσει ο Γιώργος Γεραπετρίτης, δεν έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια εξαντλήσεως των περιθωρίων για διάλογο με την Τουρκία σε ό,τι αφορά τις θαλάσσιες ζώνες.
Είναι προφανές ότι με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί να υπάρξει καμιά πρόοδος και η όποια προσπάθεια επανάληψης των διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο υπουργών Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, πριν από την συνάντηση κορυφής στην Άγκυρα, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Και αυτό το κλίμα βαραίνει όλη τη διαδικασία προσέγγισης και φέρνει μπροστά το ενδεχόμενο νέων εντάσεων.
Δυστυχώς, στη δημόσια συζήτηση επανέρχονται ιδέες και θέσεις που μπορεί να αποτελέσουν πηγή… έμπνευσης για την ελληνική κυβέρνηση σε ό,τι αφορά την… άρση του αδιεξόδου, το οποίο, φυσικά, οφείλεται αποκλειστικά στην Τουρκία.
Τις τελευταίες εβδομάδες, υπήρξαν δημοσιεύματα που εξηγούσαν ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όχι μόνο δεν δίσταζε να συνομιλεί με την τουρκική πλευρά αλλά συζητούσε όλα τα προβλήματα που ήγειρε η Τουρκία, ενώ, αντιθέτως, ο Ανδρέας Παπανδρέου επέβαλε την πολιτική της «μίας διαφοράς», της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, την οποία ακολουθούν όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις.
Για τους σχολιαστές αυτούς η λύση για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας βρίσκεται ακριβώς στο να εγκαταλείψει η Ελλάδα την πολιτική της «μίας διαφοράς» και να συζητήσει όλο το πακέτο των τουρκικών διεκδικήσεων και όλων των θεμάτων που εγείρει η Τουρκία εις βάρος της χώρας μας.
Πιο ξεκάθαρος ήταν σε πρόσφατο άρθρο του ο καθηγητής και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Χρήστος Ροζάκης, ο οποίος, διαπιστώνοντας ότι με τα σημερινά δεδομένα δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα προόδου στα ελληνοτουρκικά, εισηγείται εγκατάλειψη της πολιτικής της «μίας διαφοράς» και συζήτηση εφ’ όλης της ύλης με την Τουρκία.
Ο κ. Ροζάκης, μάλιστα, σε μια πρωτοφανή προσέγγιση, προκειμένου να καθησυχαστεί η Τουρκία ότι δεν θα μετατρέψουμε το Αιγαίο σε… ελληνική λίμνη, εισηγείται να προχωρήσουμε σε οριοθέτηση με την Τουρκία, ενώ τα χωρικά μας ύδατα θα παραμείνουν στα 6 ν.μ., και μετά την οριοθέτηση να προχωρήσουμε σε τμηματικές επεκτάσεις σε περιοχές που θα βρίσκονται στην ΑΟΖ η οποία θα μας έχει αποδοθεί, και ότι έτσι δεν θα ενοχληθεί η Τουρκία.
Με λίγα λόγια, ο κ. Ροζάκης προτείνει να καταθέσει η Ελλάδα αμαχητί το μοναδικό ισχυρό όπλο που διαθέτει έναντι της Τουρκίας, που είναι το δικαίωμα επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων, και, συγχρόνως, συνειδητά να παραιτηθεί από κυριαρχία (χωρικά ύδατα) την οποία της αποδίδει το Δίκαιο της Θάλασσας.
Και, φυσικά, δεν εξηγεί ο κ. Ροζάκης τι θα συμβεί στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η υιοθέτηση των θέσεών του θα οδηγήσει στην απόδοση μόνο μιας μικρής ζώνης ΑΟΖ ανατολικά των νησιών, με την υπόλοιπη ΑΟΖ / υφαλοκρηπίδα να περιέρχεται στην Τουρκία. Ακόμη και το Καστελλόριζο θα κινδυνεύει να μείνει με θαλάσσιες ζώνες μέχρι τα 6 ν.μ., τα οποία φυσικά δεν θα μπορούν να επεκταθούν ύστερα από μια συμφωνία οριοθέτησης.
Στη συζήτηση, σύμφωνα με τον Χρήστο Ροζάκη και όσους ασπάζονται τις θέσεις του, θα πρέπει να μπει και ο εναέριος χώρος, ενώ αντιλαμβάνεται –πάλι καλά– ότι η σύνδεση της κυριαρχίας στα ελληνικά νησιά με τη δήθεν αποστρατιωτικοποίηση δεν μπορεί να συζητηθεί. Επίσης, από τη θεωρία αυτή απουσιάζει και το θέμα των «γκρίζων ζωνών» αλλά και το πώς θα το αντιμετωπίσει μια ελληνική κυβέρνηση, η οποία θα ξεκινήσει μια διαπραγμάτευση έχοντας καταθέσει όλα τα διαπραγματευτικά όπλα της, χωρίς καν να έχει εξασφαλίσει στοιχειωδώς ως αντάλλαγμα την άρση του casus belli και της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Το γεγονός ότι κανείς στην κυβέρνηση δεν μιλάει για τα πρώτα βήματα που θα διαμόρφωναν το πεδίο για μελλοντική επέκταση των χωρικών υδάτων έως τα 12 ν.μ., όπως είναι το κλείσιμο των κόλπων και οι ευθείες γραμμές βάσης, είναι ανησυχητικό. Όπως ανησυχητικό είναι το ότι μπήκε οριστικά στο ράφι η εξαγγελία του πρώην υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια για επέκταση των χωρικών υδάτων πέριξ ή νοτίως της Κρήτης.
Μπορεί η κυβέρνηση να επιθυμεί να μην καταλήξει σε αποτυχία ο διάλογος με την Τουρκία, στον οποίο τόσα έχει επενδύσει και τον οποίο έχει διαφημίσει, αλλά δεν θα πρέπει επ’ ουδενί να υποκύψει στις συμβουλές που προβλέπουν εκ προοιμίου παραίτηση της χώρας από τα κυριαρχικά δικαιώματά της πριν ξεκινήσει διάλογο με την Τουρκία. Θα πρόκειται για κίνηση εθνικής αυτοχειρίας και πανηγυρική επιβεβαίωση και επιτυχία της πολιτικής του casus belli, χωρίς μάλιστα η Τουρκία να χρειαστεί να ρίξει ούτε… τουφεκιά.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Φωτό: @https://www.facebook.com/GreeceMFA/