Κίνδυνος από τη Νότια Αμερική για τη φέτα

Κίνδυνος από τη Νότια Αμερική για τη φέτα

• Τορπίλη στην ευρωπαϊκή κτηνοτροφία βάζει η συμφωνία της ΕΕ με τη Mercosur για τη διάθεση αγελαδινού τυριού με την ονομασία του προϊόντος μας

Ισχυρότατο πλήγμα στη φέτα, για να μην πούμε τη… χαριστική βολή, καταφέρνει η ΕΕ με τη συμφωνία που έκανε με τις χώρες της Mercosur, δηλαδή Βραζιλία, Αργεντινή, Παραγουάη και Ουρουγουάη, για αδασμολόγητη εισαγωγή βοείου κρέατος, πουλερικών και τυροκομικών προϊόντων στις χώρες της «Γηραιάς Ηπείρου».

Στα τυροκομικά προϊόντα συ­γκαταλέγεται και το λευκό τυρί από γάλα αγελάδας, που θα έχει την ονομασία φέτα, με την απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση να αναφέρει ευκρινώς τη χώρα προέλευσης. Δηλαδή, θα λέγεται φέτα Βραζιλίας, φέτα Ουρουγουάης κ.λπ., για να διαχωρίζεται από την ελληνική φέτα, που είναι η αυθεντική. Αυτό, όμως, ελάχιστη προστασία προσδίδει στο εθνικό τυροκομικό μας προϊόν, καθώς πολύ λίγοι ευρωπαίοι καταναλωτές θα πουν όχι σε μια φέτα που θα έχει χαμηλότερη τιμή (ίσως και τη μισή) αλλά δεν θα είναι από την Ελλάδα.

Για να αντιληφθούμε τι ζημιά μπορεί να έχει για τη χώρα μας αυτή η εξέλιξη, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2024 από τις εξαγωγές φέτας η χώρα μας είχε έσοδα πάνω από 1 δισ. ευρώ.

Όπως είναι φυσικό, η απόφαση αυτή έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ελλάδα. Ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) κάνει λόγο για οικονομική και πολιτιστική καταστροφή, τονίζοντας ότι η συμφωνία ανοίγει τον δρόμο για την εμπορευματοποίηση ενός προϊόντος που αποτελεί σύμβολο της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Οι παραγωγοί προειδοποιούν ότι η ρύθμιση υπονομεύει τη βιωσιμότητά τους, καθώς θα βρεθούν αντιμέτωποι με φθηνές απομιμήσεις που δεν πληρούν τις αυστηρές προδιαγραφές του προϊόντος ΠΟΠ.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το έχουν οι συνεταιρισμοί των Καλαβρύτων και της Κεφαλονιάς, καθώς ελέγχουν μεγάλο μερίδιο της αγοράς φέτας τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων. Βέβαια, η φέτα Αργεντινής ή Βραζιλίας θα έχει να ανταγωνιστεί τα λευκά τυριά που πωλούνται στην ίδια τιμή πάνω – κάτω και στη χώρα μας αλλά το γεγονός και μόνο ότι θα λέγεται φέτα της δίνει προβάδισμα. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, θα πρέπει να έχουν και τα λευκά τυριά την ίδια ονομασία, οπότε το θέμα περιπλέκεται. Αυτή η συμφωνία της ΕΕ φαίνεται ότι ανοίγει τον ασκό του Αιόλου.

Αν, όμως, η συμφωνία αυτή είναι… μαχαιριά για τη φέτα και τους έλληνες παραγωγούς, για τους ευρωπαίους κτηνοτρόφους είναι… φαρμάκι, αφού στην Ολλανδία, στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στην Ισπανία και στη Γερμανία υπάρχουν τεράστιες μονάδες εκτροφής βοοειδών, οι οποίες θα αποκτήσουν ανταγωνιστές από το… πουθενά. Και αυτό διότι στη Νότια Αμερική τα πρότυπα εργασίας, οι μισθοί κ.λπ., είναι πολύ χαμηλότερα από εκείνα της Ευρώπης, ενώ στις χώρες της ΕΕ το κόστος επιβαρύνεται και από τα μέτρα ασφαλείας ή ελαχιστοποίησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Έτσι, το κρέας Αργεντινής θα είναι πολύ φθηνότερο από το γαλλικό ή το γερμανικό, κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να τα… εκτοπίσει από την αγορά λόγω της χαμηλής του τιμής.

Βέβαια, τίθεται και θέμα ποιότητας των κρεάτων από τις χώρες αυτές και ασφάλειας των ευρωπαίων καταναλωτών, αλλά αυτό, όπως φαίνεται, δεν απασχολεί την ηγεσία της ΕΕ.
Στους κίνδυνους που ελλοχεύουν για την ευρωπαϊκή αγροτική παραγωγή αλλά και τα αγροτικά προϊόντα που αποτελούν θησαυρούς της ελληνικής γης, όπως η φέτα, αναφέρθηκε σε δηλώσεις που έκανε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ και του Αγροτικού Γαλακτοκομικού Συνεταιρισμού Καλαβρύτων Παύλος Σατολιάς.

«Με την εν λόγω συμφωνία απειλείται η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής και κατ’ επέκταση της ευρωπαϊκής γεωργίας», τόνισε, αναφέροντας ότι τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα παράγονται με συγκεκριμένες προδιαγραφές, ενώ οι εισαγωγές από τις χώρες της συμφωνίας θα είναι «ναι μεν φθηνότερες, αλλά χαμηλής ποιότητας, καθώς δεν πληρούν τις αντίστοιχες φυτοϋγειονομικές πρακτικές που εφαρμόζονται στην ΕΕ».

«Δεν είναι τυχαίο ότι οι αγρότες σε όλη την ΕΕ διαμαρτύρο­νται για τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν λόγω αυτής της συμφωνίας. Νιώθουν ότι δεν έχουν αύριο, ότι δεν στηρίζονται. Γι’ αυ­τό και πρέπει η Ευρώπη να προστατεύσει τους παραγωγούς της και τα προϊόντα της. Το σημαντικότερα απ’ όλα είναι να συνεχίσουμε να έχουμε πρωτογενή τομέα», επισήμανε ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ και κατέληξε:

«Η παράμετρος αυτή της συμφωνίας για την ελληνική φέτα ΠΟΠ έχει φέρει αναστάτωση τόσο στην αγορά όσο και στους ίδιους τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια μετρούν απανωτά χτυπήματα. Το αυξημένο κόστος παραγωγής, οι χαμηλές τιμές σε γάλα και κρέας, η μείωση των εκμεταλλεύσεων και των κοπαδιών, οι ζωονόσοι αλλά και τα κρούσματα ελληνοποιήσεων και νοθείας έχουν φέρει την ελληνική κτηνοτροφία σε δεινή θέση. Τώρα ήρθε και η συμφωνία και επιδείνωσε στον υπερθετικό βαθμό την κατάσταση».

Στο θέμα αναφέρθηκε, μιλώ­ντας στο ίδιο Μέσο, ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) Δημήτρης Μόσχος, ο οποίος είπε:
«Το κρέας που θα εισάγεται απ’ αυτές τις χώρες στην Ευρώ­πη θα είναι φθηνότερο και αμφιβόλου ποιότητας, καθώς οι ζωοτροφές που χρησιμοποιούνται ε­κεί έχουν άλλες φυτοϋγειονομικές προδιαγραφές, πιο χαλαρές. Την ίδια στιγμή, σε συνδυασμό με τις ελληνοποιήσεις και με τους ελέγχους που δεν γίνονται, θα δημιουργήσει έναν ανταγωνισμό και θα πιέσει τις τιμές στον παραγωγό ακόμα πιο κάτω».

Αυτήν τη στιγμή, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του ΣΕΚ, ήδη υπάρχει μείωση στην τιμή παραγωγού στο αιγοπρόβειο κρέας κατά 1,5 με 2 ευρώ χαμηλότερα από ότι πέρυσι, ενώ, όπως είπε, «το κρέας στο σούπερ μάρκετ όχι μόνο δεν έχει πέσει σε σχέση με πέρυσι αλλά είναι και πιο ακριβό. Το ίδιο ισχύει και με τη φέτα, στην οποία έχουμε χάσει πάνω από 20 λεπτά το κιλό στο αιγοπρόβειο γάλα σε σχέση με πέρυσι, ενώ το κόστος παραγωγής στις ζωοτροφές έχει αυξηθεί και κινείται στα επίπεδα του 2022».«Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την εφαρμογή της συμφωνίας και στη φέτα», όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο κ. Μόσχος, «θα δημιουργήσουν προβλήματα, τα οποία θα είναι αρνητικά για τον κλάδο μας, καθώς ήδη καταγράφεται μείωση τόσο των εκμεταλλεύσεων όσο και των παραγόμενων ποσοτήτων».

Αυτό που ζητά ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας, πρόταση την οποία έχει καταθέσει εδώ και ενάμιση χρόνο στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, είναι να δημιουργηθεί μια επιτροπή για την κτηνοτροφία, με τη συμμετοχή και των κτηνοτρόφων, ώστε όλοι από κοινού να συμβάλουν στην ανάπτυξη της ελληνικής κτηνοτροφίας. «Δυστυχώς, απ’ ό,τι βλέπουμε, το ΥΠΑΑΤ δεν θέλει να δημιουργηθεί αυτή η επιτροπή. Αν ο κλάδος δεν ενισχυθεί και δεν αναπτυχθεί, τότε η οικονομική καταστροφή μας είναι βέβαιη», επισήμανε.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ