Γιορτάζουμε Αυτούς, χωρίς Αυτούς…

Γιορτάζουμε Αυτούς, χωρίς Αυτούς…

Δεν ξέρω αν έχετε καταλάβει την αναντιστοιχία που γίνεται αυτές τις μέρες, το οξύμωρο που μας συμβαίνει, την αποθέωση της υποκρισίας που κυριαρχεί.

Γιορτάσαμε τα Χριστούγεννα. τον Άγιο Βασίλη. Τελικά, ξέρουμε τι γιορτάζουμε; Έχουμε κατανοήσει ποιους γιορτάζουμε; Ή απλά θέλουμε μια ευκαιρία για να ξεχάσουμε τα προβλήματά μας, να ξεδώσουμε, να ξεφύγουμε από την καθημερινότητα, ευκαιρία που μας τη δίνουν αυτές οι γιορτές; Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, δεν χρειάζεται να είναι Χριστούγεννα ή Άγιος Βασίλης. Με μια απλή κοσμική αφορμή θα μπορούσαμε να στήσουμε ένα σκηνικό γιορτής και να κάνουμε αυτό που θέλαμε.

Δεν ήταν ανάγκη να περιμένουμε τα Χριστούγεννα… Μάλλον, όμως, εκμεταλλευτήκαμε τα Χριστούγεννα και τον Άγιο Βασίλη, τα προσαρμόσαμε στη δική μας σκοπιά, στα δικά μας θέλω, τις δικές μας προδιαγραφές, ακολουθήσαμε τα ξένα πρότυπα, την ευρωπαϊκή βερσιόν, και απεμπολήσαμε τη δική μας παράδοση, τη δική μας κουλτούρα, ίσα ίσα για να μπούμε στο πνεύμα της εποχής. Για να μη χάσουμε το τρένο του καταναλωτισμού, ασχέτως αν δεν συνάδει με την παράδοση και τις αξίες της φυλής μας.

Γιατί τα Χριστούγεννα στην ελληνική παράδοση ήταν απόλυτα συνδεδεμένα με την Εκκλησία. Ήταν ανάμνηση ενός κοσμοσωτήριου γεγονότος, με συγκεκριμένο τυπικό, επιλεγμένη υμνογραφία, ξεκάθαρο νόημα και ξεχωριστά ήθη και έθιμα. Στην Ελλάδα της φτώχειας αλλά και του μεγαλείου, της υπομονής αλλά και του αγώνα, τα Χριστούγεννα ήταν και παραμένουν η ανάμνηση, η επιβεβαίωση, η επανάληψη της του Χριστού Γεννήσεως. Και γιορτάζονταν όπως ακριβώς απαιτούσε το γεγονός, το έθιμο, η Εκκλησία. Με προσευχή και νηστεία μέχρι την παραμονή, με ορθρινό εκκλησιασμό και Θεία Μετάληψη ανήμερα. Στη συνέχεια, βέβαια, ακολουθούσε το γιορτινό τραπέζι με συγγενείς και φίλους, η ζεστασιά και η χαλάρωση.

Ούτε ρεβεγιόν, ούτε επιδείξεις, ούτε κοσμικότητες. Υπήρχε ένα συγκλονιστικό θρησκευτικό γεγονός και γιορταζόταν με τον ανάλογο τρόπο.
Σήμερα, τα Χριστούγεννα έχουν γίνει ευκαιρία για ξεσάλωμα, για αποδράσεις, για ψώνια, για διασκεδάσεις. Είναι απλά μια ευκαιρία, την οποία εκμεταλλεύτηκε το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα για να δημιουργήσει κέρδη. Δεν υπάρχει Χριστός, γιατί Χριστός σημαίνει ανιδιοτέλεια, αγάπη, δόσιμο και φυσικά δεν έχει σχέση με την υπερκατανάλωση και με το κέρδος.

Η Γέννηση του Θεανθρώπου δεν είναι δυνατόν να… γιορτάζεται σε ταβέρνες και σε κέντρα, σε ορθάδικα και σε μπαράκια. Δεν είναι εκεί ο Χριστός, δεν θα μπορούσε να είναι. Όπως δεν γίνεται να είναι στα εμπορικά κέντρα και στα κάθε είδους καταστήματα. Αν θέλουμε να βρού­με τον Χριστό, ξέρουμε πού είναι, πέρα από τους Οίκους Του, τους ναούς και τα μοναστήρια. Είναι στο σπίτι ενός φτωχού, στο κρεβάτι ενός αρρώστου, στο κελί ενός φυλακισμένου. Αν πάμε εκεί, θα Τον βρούμε σίγουρα. Θα Τον α­ντα­μώ­σουμε σαν τους βοσκούς στο ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ.

Και θα νιώσουμε πραγματικά Χριστούγεννα. Γιατί χωρίς Χριστό δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν Χριστούγεννα. Δεν γίνεται να γιορτάζουμε κάτι χωρίς Αυτόν για Τον οποίον γίνεται η γιορτή. Δεν είναι δυνατόν να γιορτάζουμε τα γενέθλιά μας χωρίς εμάς.

Γιατί τώρα αυτό ακριβώς κάνουμε. Γιορτάζουμε τη Γέννηση του Χριστού χωρίς τον Χριστό. Γιατί όμως τόση υποκρισία; Γιατί τόσο ψέμα; Αφού δεν θέλουμε τον Χριστό, αφού μας ενοχλεί η παρουσία Του, γιατί όλα αυτά τα πανηγύρια, τα έξοδα, τις διασκεδάσεις τα ονομάζουμε Χριστούγεννα; Ας βρούμε κάποια άλλη ονομασία, κάποιο άλλο σκηνικό, που να μην παραπέ­μπει σε φάτνη, και ας γιορτάζουμε κάθε χρόνο αυτό. Για να μην κοροϊδεύουμε ούτε εκείνους που πιστεύουν στο Χριστό αλλά και να μη λοιδορούμε και τον Ίδιο, στον Οποίο, ούτως ή άλλως, πολλοί δεν πιστεύουν…

Ας πάμε όμως και στο χθες, που γιορτάσαμε την Πρωτοχρονιά. Γιατί θα πρέπει, άραγε, να… μπλέκουμε στο όλο σκηνικό και τον Άγιο Βασίλη; Επειδή γιορτάζει την 1η Ιανουαρίου; Μα, όποιον γιορτάζει τον τιμούμε, δεν τον ευτελίζουμε. Γιατί αυτό το απίστευτο «μπούλινγκ» που υφίσταται ο συγκεκριμένος Άγιος δεν έχει προηγούμενο. Υπήρξε ένας κορυφαίος επιστήμονας, εξαιρετικός φιλόσοφος, ασύ­γκριτος θεολόγος, ένας πολύ ικανός άνθρωπος, που διακρίθηκε για την αγάπη του προς τον συνάνθρωπο και την ασκητική ζωή του. Ένας άνθρωπος ταπεινός και με πολλά χαρίσματα, τα οποία αφιέρωσε ανιδιοτελώς στην υπηρεσία του διπλανού του, του συνανθρώπου του. Για όλη αυτήν την προσφορά του, την πορεία του, την ξεχωριστή του παρουσία, η Εκκλησία όχι απλά τον αγιοποίησε αλλά τον ανακήρυξε και Μέγα.

Αυτόν τον ασκητικό Άγιο, τον ταπεινό, τον μειλίχιο, τον σεβάσμιο, τον απόκοσμο, τον γεμάτο αρετή και πίστη, το σύγχρονο μάρκετινγκ τον εμφανίζει ως καρτούν, ως έναν θαλερό, καλοζωισμένο, στρου­μπουλό γέροντα, ο οποίος κινείται με έλκηθρο στα χιονισμένα μονοπάτια της Λαπωνίας, από όπου μας έρχεται. Τι σχέση έχει αυτό το μόρφωμα με τον πραγματικό Άγιο;

Ποια ομοιότητα μπορεί να έχει; Άλλωστε και στα κάλαντα λέμε Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία, δεν λέμε από τη Λαπωνία… Άρα, γιορτάζουμε έναν… δήθεν Άγιο, ο οποίος δεν υπάρχει αλλά αποτελεί εμπορικό κατασκεύασμα και στο όνομά του έχουν βγάλει δισεκατομμύρια κάποιοι. Κι εδώ, δηλαδή, παραμύθι. Το ψέμα πά­ει… σύννεφο στην εποχή μας. Και εμείς το γνωρίζουμε και το δεχόμαστε, το αναπαράγουμε, το βάζουμε στη ζωή μας. Γιορτάζουνε κι εδώ έναν Άγιο ερήμην του, αφού τον έχουμε αντικαταστήσει από ένα καρτούν, επειδή πουλάει περισσότερο. Κι αντί να μαθαίνουμε στα παιδιά ποιος ήταν ο πραγματικός Άγιος Βασίλης, για να πάρουν κάτι θετικό από τη ζωή του, από τη γνώση του, από όσα έγραψε, τα προσανατολίζουμε στο φανταχτερό καρτούν μόνο και μόνο για να μάθουν να ζητάνε, να αποκτήσουν καταναλωτική συνείδηση.

Ζούμε σε μια κοινωνία βουτηγμένη στο ψέμα και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να το αποδείξουμε. Παράγουμε ψέματα γιατί δεν έχουμε μάθει να ζούμε χωρίς αυτά. Επομένως, είναι απολύτως λογικό να βγάζουμε έξω από τα Χριστούγεννα τον Χριστό, να εφευρίσκουμε την Πρωτοχρονιά έναν ψεύτικο Άγιο Βασίλη. Γιατί ο Χριστός είναι η Αλήθεια, ο Άγιος Βασίλης αυτήν την Αλήθεια διακήρυττε. Πώς να βρει λοιπόν η Αλήθεια και οι θιασώτες της χώρο στην ανθρωπότητα του ψεύδους, στην κοινωνία της υποκρισίας;

Ας συνεχίσουμε, λοιπόν, να ζούμε στον ψεύτικο κόσμο μας, στο παράλληλο σύμπαν που νομίζουμε ότι μας πρέπει και ας ευχηθούμε, όταν αντικρύσουμε την πραγματικότητα, την Αλήθεια, να μην μας προκαλέσει τέτοιες συνέπειες που να μην μπορούνε να τις αντέξουμε. Γιατί τότε θα είμαστε πραγματικά για κλάματα. Αφού θα έχουν τελειώσει μια για πάντα τα πανηγύρια…


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ