Ν. Βούτσης στο “Π”: 2025: Ο λαός μας έχει δικαίωμα στην ελπίδα

Ν. Βούτσης στο “Π”: 2025: Ο λαός μας έχει δικαίωμα στην ελπίδα

Του
ΝΙΚΟΥ ΒΟΥΤΣΗ
Πρώην Προέδρου της Βουλής


Αποτελεί πλέον κοινή συνείδηση το ότι ξεθωριάζει η μαγική εικόνα την οποία φιλοτεχνούσε η παρούσα κυβέρνηση με την ορμή που της είχε δώσει το 41% αλλά και το σοκ που της κληροδότησε η μεγάλη πτώση στις ευρωεκλογές, για την ίδια την οικονομικοκοινωνική κατάσταση των πολιτών και της χώρας μας.

Η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική, ως συνέχεια και της πρώτης τετραετίας Μητσοτάκη, οδήγησε –στην καλύτερη περίπτωση– στη διαμόρφωση των όρων για μια «κοινωνία του ενός τρίτου και χαμηλών προσδοκιών», η οποία δοκιμάζεται σε κρίσιμους δείκτες στα όρια της επιβίωσης και στερείται ελπίδας και προσδοκιών για το προσεχές μέλλον.

Αψευδείς μάρτυρες αυτής της κατάστασης δεν είναι μόνο οι ποιοτικές δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών ούτε τα πρωτοσέλιδα όλου του Τύπου, που επικοινωνούν και αναλύουν τους σχετικούς δείκτες του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και έγκριτων Οργανισμών για το κόστος ενέργειας, τη στέγη, τους μισθούς, τα εργασιακά δικαιώματα, τις καλύψεις στον τομέα της υγείας, τις δαπάνες για το κοινωνικό κράτος. Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται καθημερινά και μέσα από τις δημόσιες συζητήσεις και τις στιχομυθίες των συμπολιτών μας στη μεταξύ τους επικοινωνία.

Η κατάσταση αυτή συμποσούται στον δείκτη αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, που βρίσκεται στον πάτο των διεθνών μετρήσεων. Και μάλιστα, επιβαρύνεται συνεχώς από την ανεξέλεγκτη εγχώρια ακρίβεια και τα αυξανόμενα κόστη για τη διαβίωση, τις κοινωνικές υπηρεσίες, τη στέγη, την εξυπηρέτηση υποχρεώσεων προς τον αδηφάγο τραπεζικό τομέα, την έλλειψη ρυθμίσεων και πρόνοιας από την κυβερνητική πολιτική. Σταθερά και παντοιοτρόπως, αυτή η πολιτική ενισχύει το μεγάλο κεφάλαιο και αναπαράγει το χρεοκοπημένο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, επενδύοντας και σπαταλώντας και νέους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Η κυβέρνηση της ΝΔ πιστεύει σε αυτήν την πολιτική. Δεν της ξεφεύγει κάτι. Επενδύει στη μεγάλη και απρόσκοπτη κερδοφορία ως παράγοντα για μια όλο και μεγαλύτερη και άνιση αναδιανομή. Ένα μοντέλο το οποίο έχει βαπτιστεί «μοντέλο κοινωνικής σταθερότητας» και έχει ως μόνο στόχο, σε ό,τι αφορά την κοινωνική πλειοψηφία, την αποφυγή ακραίων κοινωνικών αντιδράσεων μέσω συγκυριακών ενισχύσεων και μιας μόνιμης επικοινωνιακής εντυπωσιοθηρίας για τη δημιουργία ψευδών προσδοκιών μέσω και της τόνωσης του κοινωνικού αυτοματισμού.

Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση, οι δυνάμεις της δημοκρατικής αντιπολίτευσης δεν εμφανίζονται ώριμες και διατεθειμένες να ενθαρρύνουν και να στηρίξουν τις μαζικές κινητοποιήσεις και την πίεση «από τα κάτω» προκειμένου να αποκαλυφθεί η κυβερνητική πολιτική και να υπάρξουν αντιστάσεις στην εφαρμογή της. Παράλληλα, όπως έδειξαν οι πρόσφατες διαφορετικές προσεγγίσεις σε μείζονα ζητήματα, π.χ. για τον τραπεζικό τομέα, τις αμυντικές δαπάνες ή και το πρόσωπο επιλογής για την Προεδρία της Δημοκρατίας, δεν έχουν επιλέξει προσώρας την αναγκαία πολιτική της προγραμματικής συνεννόησης και των συγκλίσεων για τη διαμόρφωση ενός ριζοσπαστικού, ρεαλιστικού προγράμματος διακυβέρνησης.

Στον πυρήνα αυτού του ζητήματος, που αποτελεί πρόβλημα και αποθαρρύνει αντί να εμπνέει την προοδευτική κοινωνική πλειοψηφία, βρίσκεται σε ό,τι αφορά τις δυνάμεις της Αριστεράς η μη συγκρότηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για ένα διαφορετικό εγχώριο παραγωγικό μοντέλο και η απουσία διεθνούς ενόρασης για τα επίδικα της εποχής μας. Για την ειρήνη, για τις μεγάλες συγκρούσεις που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, για την ίδια τη Δημοκρατία, για την απόρριψη της πολεμικής οικονομίας στην οποία στρέφεται η ΕΕ.

Πρωτεύουσα σημασία, βεβαίως, προσδίδεται στην ίδια την ανάγκη πολιτικών συνεργασιών και διαμόρφωσης ευρύτερων λαϊκών μετώπων με άλλες πολιτικές δυνάμεις του ευρύτερου σύγχρονου και παραδοσιακού προοδευτικού χώρου.

Οι καιροί ου μενετοί. Καθεμία πολιτική δύναμη της Αριστεράς πρέπει ευθέως και ενώπιον του λαού να πάρει την ευθύνη της μέσα και από μια, απολύτως αναγκαία, αυτοκριτική οπτική για τις αδυναμίες που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση, όπως π.χ. η μη διάθεση για συγκρότηση εναλλακτικής λύσης στις εκλογές του Μαΐου του 2023 με το σύστημα της απλής αναλογικής.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ