Οι Έλληνες αισιοδοξούν ότι θα ζήσουν μέχρι τα 100, αλλά ανησυχούν αν θα ζήσουν όπως θέλουν
Έρευνα για τη μακροζωία
–Μόνο το 15% έχει τη δυνατότητα να χειριστεί μια απρόβλεπτη κατάσταση
–Από μοναξιά υποφέρουν οι νέοι και οι νέες ηλικίας 18 – 30 ετών
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Οι Έλληνες γνωρίζουν ότι είναι πιθανό να έχουν μια μακρά ζωή και θέλουν να κάνουν όνειρα και να σκεφτούν το μέλλον τους, αλλά ανησυχούν ότι δεν θα καταφέρουν να προετοιμαστούν σωστά για μια ποιοτική πολύχρονη ζωή. Μάλιστα, μόλις το 15% δηλώνει πως έχει τη δυνατότητα να χειριστεί μια απρόβλεπτη κατάσταση στη ζωή του, όπως μια ασθένεια ή μια αναποδιά.
Τα ευρήματα αυτά περιλαμβάνονται στην έρευνα για τη μακροζωία που διεξάγει κάθε χρόνο ο Όμιλος ΝΝ σε όλες τις χώρες στις οποίες δραστηριοποιείται. Το 2024 οι Έλληνες παρουσιάζονται λιγότερο αισιόδοξοι και ευτυχισμένοι σε σχέση με το 2023, αλλά με σχετικά θετική στάση απέναντι στη μακροζωία, η προοπτική της οποίας απασχολεί ολοένα και περισσότερο τη γενιά μας.
Οι βασικές διαπιστώσεις της έρευνας
• Το ποσοστό των Ελλήνων που πιστεύουν πως είναι προετοιμασμένοι να ζήσουν περισσότερα χρόνια φέρνει την Ελλάδα στην 4η θέση μεταξύ 11 χωρών, ξεπερνώντας χώρες όπως η Ιαπωνία και το Βέλγιο.
• Το 61% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα προσβλέπει σε μακροζωία, ποσοστό που υπερβαίνει τον μέσο όρο του συνόλου των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα.
• Ωστόσο, μόνο το 45% αισθάνεται έτοιμο να ζήσει μια μακρά ζωή.
• Το 71% θέλει να παραμείνει σε μια καλή κατάσταση καθώς γερνά.
• 103 ετών είναι η ηλικία μέχρι την οποία θα ήθελαν να ζήσουν οι Έλληνες, ενώ 83 ετών είναι η ηλικία μέχρι την οποία πιστεύουν ότι θα ζήσουν.
• Το 41% αμφιβάλλει αν θα έχει αρκετούς πόρους για να τα βγάλει πέρα μέχρι τα 100.
Όπως προκύπτει, όσον αφορά τη μακροζωία, οι Έλληνες διατηρούν μια θετική στάση απέναντι στην προοπτική της μεγάλης ζωής, αν και στα φετινά αποτελέσματα καταγράφεται ελαφριά κάμψη του γενικού δείκτη μακροζωίας σε σχέση με το 2023 (από το 60 στο 58). Επιπλέον, η σωματική, ψυχική και οικονομική ευημερία αναδεικνύονται και φέτος σε παράγοντες που συντελούν σημαντικά στο να βελτιωθεί η ποιότητα της διαβίωσής μας κατά τη διάρκεια της ζωής μας.
Σύμφωνα με την έρευνα, ανεξάρτητα από τις προσδοκίες όσον αφορά τη μακροζωία, οι μισοί Έλληνες δηλώνουν πως έχουν μια καλή ζωή. Ως προς τη σωματική υγεία και στο ίδιο πλαίσιο, το 63% των ερωτηθέντων δηλώνει πως κάνει μια υγιεινή ζωή, ωστόσο πάνω από τους μισούς Έλληνες απάντησαν πως ανησυχούν μόνο αν προκύψουν προβλήματα. Ως προς την ψυχική ευημερία, για το 43% οι προσωπικές σχέσεις αναδεικνύονται, τη δεδομένη στιγμή της ζωής τους, πιο σημαντικές και από την οικονομική σταθερότητα. Στα φετινά ευρήματα πρωταγωνιστεί και το αίσθημα της μοναξιάς, από το οποίο φαίνεται να υποφέρουν σημαντικά οι νέοι και οι νέες ηλικίας 18 – 30 ετών.
Ως προς τη χρηματοοικονομική ανθεκτικότητα, βρισκόμαστε χαμηλά, ενώ όσον αφορά τις προοπτικές για το μέλλον, το 74% πιστεύει ότι έχει αρκετό χρόνο μπροστά του για να κάνει νέα σχέδια και το 68% εκτιμά ότι η ζωή είναι γεμάτη αλλαγές. Τα ποσοστά αυτά υποδηλώνουν πως οι Έλληνες αισθάνονται ότι έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν το μέλλον τους, ανεξάρτητα από την ηλικία τους, και άρα υπάρχει περιθώριο αλλαγών και προσαρμογών στους περισσότερους τομείς της ζωής.
Ενώ όμως οι Έλληνες αισθάνονται σε γενικές γραμμές ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, δεν είναι τόσο αισιόδοξοι ότι εάν ζήσουν μέχρι τα 100 θα μπορούν να ζήσουν όπως θέλουν, με 7% περισσότερους από το 2023 να αμφιβάλλουν αν θα έχουν αρκετούς πόρους για να τα βγάλουν πέρα μέχρι αυτή την ηλικία.
Τι μας κάνει να ανησυχούμε
Η έρευνα ανέδειξε ότι, παρά τη διάθεσή μας να σχεδιάσουμε σωστά το μέλλον μας, δεν έχουμε την ηρεμία να το κάνουμε, δεν έχουμε «peace of mind». Τα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, τα οποία είναι υψηλότερα σε σχέση με άλλες χώρες, μας εμποδίζουν να σκεφτούμε το «αύριο», με την έλλειψη οικονομικής σταθερότητας και τα χαμηλά εισοδήματα να αναδεικνύονται ως οι κύριες αιτίες.
Ειδικότερα, η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη βαθμολογία στον δείκτη χρηματοοικονομικής ευημερίας. Το 35% διαθέτει αποταμιεύσεις για μόνο τρεις μήνες, ενώ μόλις το 15% δηλώνει πως έχει τη δυνατότητα να χειριστεί μια απρόβλεπτη κατάσταση στη ζωή του, όπως μια ασθένεια ή μια αναποδιά.
Περισσότερο ευάλωτες οι ηλικίες κάτω των 50 και οι γυναίκες
Περισσότερο ευάλωτες είναι οι δυναμικές και παραγωγικές ηλικίες των 35 – 49 ετών, που δηλώνουν σε ποσοστό 38% υψηλότατο στρες, ενώ κατάθλιψη αντιμετωπίζει το 24%. Εξίσου ευάλωτες δείχνουν και οι γυναίκες, που εκδηλώνουν μεγαλύτερο άγχος και αβεβαιότητα για το μέλλον.
Χαμηλά και ο δείκτης «Financial Retirement Preparedness»
Μόλις το 18% των Ελλήνων γνωρίζει πώς να υπολογίσει πόσα χρήματα χρειάζονται για μια άνετη περίοδο σύνταξης και πώς μπορεί να βάλει κάτι στην άκρη. Ομοίως, το 10% έχει υπολογίσει τι χρειάζεται για τη σύνταξη, ενώ μόλις το 7% αποταμιεύει σήμερα ένα ικανοποιητικό ποσό. Εντούτοις, είναι ξεκάθαρο ότι εκείνη είναι η περίοδος που θα ήθελαν να απολαύσουν τα χόμπι τους, να πραγματοποιήσουν σχέδια ζωής ή ακόμη και να κάνουν μια νέα αρχή, μια και ο περιορισμός της ηλικίας δεν υφίσταται πλέον όπως ίσως ίσχυε στις προηγούμενες γενιές.
Τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν την ανάγκη για βελτίωση της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης και για παροχή κατάλληλων λύσεων και εργαλείων που θα βοηθήσουν τους Έλληνες να σχεδιάσουν μια μεγαλύτερης διάρκειας ζωή.
Τι χρειαζόμαστε για να ζήσουμε πολύ και καλά
Η υγεία, η οικονομική σταθερότητα και η ασφάλεια, κυρίως κατά την περίοδο της συνταξιοδότησης, η διαρκής προσωπική ανάπτυξη, η ψυχική ευημερία, η έννοια της προσφοράς και η ύπαρξη ενός νοήματος στη ζωή φαίνεται να είναι πρωταρχικής σημασίας για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Στους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν σε μια ουσιαστική και ευτυχισμένη ζωή περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το λιγότερο άγχος (69%), καθώς και ο χρόνος με αγαπημένα πρόσωπα (65%), δύο παράγοντες που εμφανίζονται σημαντικά αυξημένοι σε σχέση με το 2023.
Με άλλα λόγια, απαντώντας στη φετινή έρευνα, οι Έλληνες λένε: «Ναι, ξέρω ότι θα ζήσω περισσότερο, ξέρω ότι η ζωή μπορεί να έχει απρόβλεπτες εξελίξεις, θέλω να προετοιμαστώ καλύτερα ώστε να ζήσω μια μεγαλύτερης διάρκειας ζωή και να κάνω πραγματικότητα τα όνειρά μου, αλλά δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω».
ΤΟ ΠΑΡΟΝ