Και τι δεν έγινε το 2024… – Του Ν. Στραβελάκη

Και τι δεν έγινε το 2024… – Του Ν. Στραβελάκη


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Η οικονομική κρίση οξύνθηκε, τα κομματικά συστήματα των πολλαπλών ελίτ βρίσκονται σε κρίση, έχουν δρομολογηθεί τεκτονικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις και η αβεβαιότητα έχει αυξηθεί κατακόρυφα.

Από το τέλος του 2023 είχε γίνει σαφές ότι το 2024 θα ήταν χρονιά όξυνσης της κρίσης. Κανείς, όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί τις διαστάσεις και τις επιπτώσεις της όξυνσης. Οι περισσότεροι θεωρούσαν ότι η κρίση θα περιοριζόταν στον πληθωρισμό, που με τη σειρά του θα οδηγούσε σε περιορισμένη οικονομική ύφεση λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Η εκτόνωση των πληθωριστικών πιέσεων, όμως, θα οδηγούσε σε μείωση των επιτοκίων και επιστροφή στην οικονομική μεγέθυνση.

Το πρόβλημα με αυτή τη λογική, ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν ότι υποτιμούσε τα μόνιμα δομικά προβλήματα που έχουν έρθει στην επιφάνεια με την κρίση. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εξεπλάγησαν όταν ο Ενρίκο Λέτα επισήμανε στην ομώνυμη έκθεση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μεγεθυνθεί σωρευτικά κατά 30% από το 1993 και μετά, την ίδια ώρα που οι ΗΠΑ μεγεθύνθηκαν κατά 60% το ίδιο διάστημα.

Αλλά και οι ΗΠΑ δείχνουν να λαχανιάζουν κάτω από το βάρος του διεθνούς ανταγωνισμού. Η πολιτική δασμών που θέλει να επιβάλει ο Τραμπ είναι η τρανή απόδειξη. Οι ΗΠΑ φαίνεται να θέλουν να θωρακίσουν την εσωτερική τους αγορά κυρίως απέναντι στα κινεζικά προϊόντα. Βέβαια, η πολιτική αυτή, πέρα από τις αντιφάσεις της, έχει ένα σημαντικό περιθώριο εφαρμοσιμότητας. Οι ΗΠΑ έχουν και το μέγεθος ενιαίας αγοράς και τις εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ ώστε να περιορίσουν τα εμπορικά τους ελλείμματα και να προστατέψουν την ανταγωνιστικότητά τους.

Εκεί που τα πράγματα μοιάζουν αδιέξοδα είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η έκθεση Ντράγκι σε γεωστρατηγικό επίπεδο μοιάζει να κινείται στον αντίποδα της πολιτικής Τραμπ. Ο Τραμπ θέλει να τα βρει με τους Ρώσους και να απομονώσει τους Κινέζους. Ο Ντράγκι, από την άλλη, προτείνει κάθετη ρήξη με τους Ρώσους και διατήρηση των εμπορικών σχέσεων με την Κίνα. Θεωρεί, μάλιστα, ότι η ΕΕ θα αποκτήσει το ειδικό βάρος για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής αν κατορθώσει να ακολουθήσει κοινό αμυντικό δόγμα. Είναι η μόνη πλευρά της οικονομικής πολιτικής που οι Γερμανοί συζητούν την έκδοση «ευρωομολόγων».

Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η πολιτική έρχεται να εφαρμοσθεί σε συνθήκες πρόδηλης αποτυχίας του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Οι τέσσερις ελευθερίες της Συνθήκης του Μάαστριχτ δεν έχουν φέρει τη σύγκλιση των εθνικών οικονομιών και την κοινή αγορά. Αντιθέτως, οι πολιτικές μείωσης των μισθών μοιάζει να έχουν επιδεινώσει την ανταγωνιστική θέση των οικονομιών της ΕΕ. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι αυτό δεν αφορά μόνο περιφερειακές οικονομίες, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Αφορά και τον πυρήνα της ΕΕ, τη Γερμανία και τη Γαλλία.

Πλέον, τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για την ΕΕ η πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας έχει οξύνει την ανισότητα και έχει αναδείξει ένα πρόβλημα δημοκρατίας. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ντάρον Ατζέμογλου (Νόμπελ Οικονομικών 2024), οι δυτικές δημοκρατίες βασίζονται στο μοίρασμα της οικονομικής ευημερίας. Τα τελευταία 40 χρόνια, όμως, είναι χρόνια πρωτοφανούς ανισότητας, η οποία μάλιστα οξύνεται αντί να εκτονώνεται. Αυτό έχει οδηγήσει τα κομματικά συστήματα των πολλαπλών ελίτ που κυριάρχησαν μετά το 1980 σε έντονη κρίση. Η κρίση φάνηκε στην πανωλεθρία των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και στην κρίση του κομματικού συστήματος σε Γαλλία και Γερμανία. Εκτίμησή μου είναι ότι η κρίση θα οξυνθεί περαιτέρω το 2025, ιδιαίτερα στο πλαίσιο των γερμανικών εκλογών του Φεβρουαρίου.

Οι εθνικιστικές εξάρσεις σε ΗΠΑ και Ευρώπη, σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις, είναι το πιο επικίνδυνο κομμάτι των εξελίξεων για το 2025. Σε αυτό το πλαίσιο, ξεχωρίζουν οι εξελίξεις στη Συρία και ο de facto διαμελισμός της χώρας. Αν ο διαμελισμός της Συρίας γίνει και de jure, μπορεί να πυροδοτήσει ανακατατάξεις σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Ανακατατάξεις που αφορούν άμεσα την ελληνική αστική τάξη αναφορικά με την εκμετάλλευση των ΑΟΖ.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ