Αθηνά Πάσσιου στο “Π”: Σιωπή ή συγκάλυψη; Το περιβάλλον κλείνει τα μάτια στην ενδοοικογενειακή βία;
Της
ΑΘΗΝΑΣ ΠΑΣΣΙΟΥ
Νομικού, Προέδρου «Θάλπος – Ψυχική Υγεία»
Στο μυαλό όλων μας, ειδικά με την πρόσφατη ειδησεογραφία, κυριαρχεί μια ερώτηση: «Εφόσον δεν μιλάει το θύμα, γιατί δεν μιλάει το περιβάλλον;».
Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία και επηρεάζει χιλιάδες άτομα κάθε χρόνο. Ως ενδοοικογενειακή βία ορίζεται κάθε μορφή βίας που συμβαίνει εντός της οικογενειακής σχέσης και περιλαμβάνει σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική και οικονομική κακοποίηση. Δυστυχώς, παρά την όποια πρόοδο στην ενημέρωση και στη νομοθεσία, η κακοποίηση εντός της οικογένειας παραμένει εξαιρετικά διαδεδομένη και συχνά αόρατη, καθώς πολλές φορές τα θύματα φοβούνται ή αδυνατούν να καταγγείλουν τους θύτες τους.
Τι γίνεται με το περιβάλλον που αντιλαμβάνεται την κατάσταση
Αρχικά, να πούμε ότι η κοινωνική ντροπή και το στίγμα που περιβάλλει την ενδοοικογενειακή βία μπορεί να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην αδράνεια του περιβάλλοντος. Σκεφτείτε ότι στην ελληνική κοινωνία, όπως και σε πολλές άλλες βέβαια, επικρατεί συχνά η αντίληψη ότι «οι οικογενειακές υποθέσεις πρέπει να μένουν εντός της οικογένειας» ή ο φόβος ότι ο κόσμος θα σκεφτεί «τι είδους οικογένεια μεγάλωσε έναν άνθρωπο που κακοποιεί;».
Επίσης, η άρνηση ότι ένας άνθρωπος της οικογένειάς σου, «το αίμα σου», μπορεί να προβεί σε αποτρόπαιες πράξεις σε ωθεί σε σκέψεις όπως: «Θα καταλάβει το λάθος του και θα διορθωθεί» ή «Δεν είναι αυτός, είναι το ποτό που τα κάνει». Όχι μόνο λόγω συναισθηματικών ή εξαρτητικών σχέσεων αλλά και γιατί πολλές φορές δεν μπορούμε να διαχειριστούμε το τι σημαίνει για εμάς το να είναι κακοποιητής, εγκληματίας, κάποιος που μεγαλώσαμε, που γαλουχήσαμε. Εκεί υπάρχει εσωτερική, προσωπική ντροπή για την «προσωπική μας αποτυχία».
Πέρα από την ντροπή, υπάρχουν και οι ενοχές. Τα άτομα του περιβάλλοντος μπορεί να αισθάνονται ενοχές επειδή δεν απέτρεψαν, δεν αντέδρασαν νωρίτερα ή δεν κατάφεραν να βοηθήσουν το θύμα. Αυτό το αίσθημα ενοχής μπορεί να τους κάνει να αποφεύγουν την παρέμβαση προκειμένου να μην έρθουν σε μεγαλύτερο βαθμό αντιμέτωποι με την εσωτερική σύγκρουση, με τις τύψεις και τις συνέπειές της.
Ένας άλλος πολύ σημαντικός αποτρεπτικός παράγοντας είναι ο φόβος της εκδίκησης και των άμεσων ή έμμεσων συνεπειών. Ειδικά αν ο δράστης διατηρεί μεγάλη οικονομική, κοινωνική ή πολιτική δύναμη / επιρροή. Μπορεί να υπάρχει φόβος για άσκηση βίας απέναντί μας. Σκέψεις όπως: «Θα μπλέξω κι εγώ» ή «Η δικαιοσύνη δεν κάνει τη δουλειά της» μπορεί να μας οδηγήσουν σε αδράνεια. Το αίσθημα αδυναμίας, αβοηθητότητας, λοιπόν, ενισχύεται από την έλλειψη πίστης στους θεσμούς, στους φορείς και στα συστήματα προστασίας.
Εκτός, όμως, από τα παραπάνω, εκτός από την ντροπή, την άρνηση, τις ενοχές και τον φόβο, υπάρχει και η άγνοια. Άγνοια για το τι είναι βία. Άγνοια για το πώς και τι πρέπει να κάνω και πού να απευθυνθώ.
Όταν δεν γνωρίζουμε ότι η βία δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική / σεξουαλική, δεν αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για κακοποίηση και δεν κατανοούμε ότι η παρέμβαση είναι αναγκαία. Επίσης, πολλές φορές τα άτομα του περιβάλλοντος δεν γνωρίζουν πώς να αναφέρουν την κακοποίηση ή τι πρέπει να κάνουν για να βοηθήσουν το θύμα. Η έλλειψη εκπαίδευσης και ενημέρωσης για τα δικαιώματα των θυμάτων αλλά και για τη διαδικασία καταγγελίας οδηγεί στην ανασφάλεια και στην αμφιβολία. Ανασφάλεια ότι θα κάνουν κάτι λάθος, αμφιβολία ως προς την αποτελεσματικότητα της παρέμβασής τους.
Η Εθνική Γραμμή «15900» είναι διαθέσιμη για όσους χρειάζονται βοήθεια σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Η γραμμή προσφέρει δωρεάν, ανώνυμη και 24ωρη υποστήριξη σε θύματα βίας και μάρτυρες βίας, παρέχοντας πληροφορίες, ψυχολογική στήριξη και καθοδήγηση για τα επόμενα βήματα.
Όταν το θύμα δεν έχει φωνή, πρέπει να γίνουμε εμείς η φωνή του!
ΤΟ ΠΑΡΟΝ