Ήπια προσαρμογή – Του Ν. Γ. Χαριτάκη
Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Πρώην Επίκουρου Καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ
[email protected]
Για μία φορά, με αφορμή μάλιστα τις χαρμόσυνες γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, θεώρησα σκόπιμο να αναφερθώ σε εκείνους τους εταίρους μας στην Ευρωζώνη που αντιμετωπίζουν σήμερα οικονομικά προβλήματα ή, αλλιώς, δυσκολεύονται να τα ξεπεράσουν, με αποτέλεσμα οι εκλεγμένες κυβερνήσεις τους να αναγκάζονται να προσφύγουν σε εκλογικές διαδικασίες.
Ανατρέχοντας στην πρόσφατη εμπειρία της χώρας μας, θεωρήσαμε ότι κάποιες προτάσεις μας θα μπορούσαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στις οικονομίες των εταίρων μας, μιας και πριν από λίγα χρόνια εμείς οι «Νότιοι» αντιμετωπίσαμε αντίστοιχα προβλήματα. Από πλευράς λοιπόν διακοινοτικής αλληλεγγύης, οι σκέψεις μας δεν μπορεί παρά να συμβάλουν θετικά στις πολιτικοοικονομικές επιλογές των αρμοδίων για μια σχετικά ανώδυνη ή, διαφορετικά, ήπια προσαρμογή στο πλαίσιο της Ευρωζώνης.
Ας ξεκινήσουμε με κάποια δεδομένα. Η διαφαινόμενη πολιτική του Προέδρου Τραμπ είναι: νέοι δασμοί στο διεθνές εμπόριο και διαταραχή της παγιωμένης ισορροπίας στις στρατιωτικές δαπάνες. Σε εθνικό επίπεδο, για τους εταίρους του Βορρά, οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, η σταδιακή κατάρρευση της αγοράς των ακινήτων, οι προβλεπόμενες ζημίες στο τραπεζικό σύστημα από την υποβάθμιση των μέχρι πρότινος ιδιωτικών ομολόγων των μεγάλων βιομηχανικών παραγωγών τους, η ένταση του ανταγωνισμού από το εισαγόμενο κινεζικό αλλά και ινδικό εμπόριο, η κρίση χρέους των τοπικών κυβερνήσεων και, τέλος, οι παρατεταμένες χαμηλές τιμές των βιομηχανικών προϊόντων καθιστούν τις δύο μεγάλες οικονομίες του Βορρά, και κυρίως τη Γερμανία, ευάλωτες σε απειλές στις εξαγωγές, υποβαθμίζοντας τη θέση τους στο διεθνές εξωτερικό εμπόριο.
Τη στιγμή, μάλιστα, που οι υπηρεσίες, βασική πηγή πλούτου του Ευρωπαϊκού Νότου, δεν δείχνουν σημάδια κόπωσης, η μέχρι σήμερα ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου αναπροσαρμόζεται σε βάρος των μέχρι πρότινος βιομηχανικά ισχυρών.
Η έκθεση Ντράγκι τάραξε τα νερά. Θα μπορούσαμε να την παραλληλίσουμε με την περίφημη πλέον φράση του ιδίου «θα κάνω ό,τι χρειαστεί και, πιστέψτε με, θα το κάνω», που ουσιαστικά έσωσε την Ευρωαγορά καταμεσής της παγκόσμιας κρίσης. Τοποθετήθηκε υπέρ του τρόπου με τον οποίο τότε οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν την κρίση, χαρακτηρίζοντάς τον ως σημαντικά γενναία πράξη. Πράξη που τους επέτρεψε να κρατήσουν τη δική τους οικονομία ακλόνητη το 2010, έστω κι αν αναγκάστηκαν να αυξήσουν το συνολικό δημόσιο χρέος κατά 8 τρισ. Ήταν τότε που, σε αντίθεση, οι χώρες τις Ευρωζώνης θεώρησαν επιτυχία τους που δαπάνησαν μόνο 1 τρισ., αλλά, όπως φάνηκε, δεν απέφυγαν την ύφεση.
Όπως αποδεικνύεται σήμερα, οι χώρες της Ευρωζώνης έκαναν ένα τεράστιο λάθος. Κέρδισαν σε σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και έχασαν σε ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα της πραγματικής οικονομίας. Έτσι, τώρα, συνεχίζει ο Ντράγκι, ο ανταγωνισμός φέρνει ύφεση και ανεργία, μιας και η κατανάλωση δεν μπορεί να υποκατασταθεί από επενδύσεις. Για να ξεφύγουμε από την παγίδα ρευστότητας, μας λέει, πρέπει να αρχίσουμε να δαπανούμε σε επενδύσεις 800 δισ. ετησίως τουλάχιστον για μία πενταετία. Διαφορετικά, πέντε φορές το Πρόγραμμα Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η προσαρμογή που προτείνει ο Ντράγκι είναι τολμηρή και καθόλου ήπια. Απαιτεί διάθεση για ταχύρρυθμη αναπτυξιακή, μεταρρυθμιστική προσαρμογή σε κλάδους στους οποίους ο Βορράς, κυρίως, δεν έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα. Η βαριά βιομηχανία και η μεταποίηση της Ευρωζώνης δεν είναι ανώδυνα προσαρμόσιμη στα κινεζικά πρότυπα. Για παράδειγμα, είναι πολύ εύκολο για τη Ferrari ή την υψηλής ποιότητας επώνυμη γαλλική μεταποίηση να δηλώνουν ότι είναι αδιάφορες στις όποιες δασμολογικές επιπτώσεις μπορεί να επιφέρει η πολιτική Τραμπ. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ή η ολλανδική βιομηχανία ηλεκτρομηχανών να αντιπαρέλθουν έναν πόλεμο τιμών στην εσωτερική ευρωζωνική αγορά από τα εισαγόμενα ασιατικά αντίστοιχα προϊόντα.
Και ούτε είναι εύκολο να συμφωνήσει η Ισπανία να επιβάλει δασμούς στα κινεζικά προϊόντα για προστασία των γερμανικών, όταν θα υποχρεωθεί να περιορίσει την κινεζική ζήτηση από δασμούς στις εξαγωγές της σε χοιρινό κρέας. Και, βέβαια, ούτε η χώρα μας θα είναι εύκολο να δεχθεί, προς όφελος της Γερμανίας, μείωση του διαμετακομιστικού εμπορίου από τις υπηρεσίες των λιμανιών μας.
Μια ήπια σκέψη θα ήταν να επιστραφεί ένα μεγάλο χρηματοπιστωτικό όφελος που προέκυψε στη βιομηχανία αλλά και στις χώρες του Βορρά, όταν, μετά την κρίση του 2010, το χρέος του Ευρωζωνικού Νότου μετετράπη σε εξαιρετικά χαμηλού επιτοκιακού κόστους χρέος του Βορρά. Ήταν τότε που οι χώρες του Βορρά αντικατέστησαν το συνολικό τους χρέος με μηδενικό επιτόκιο, χρεώνοντας τον Νότο με υψηλά επιτόκια. Ίσως, λοιπόν, σήμερα θα ήταν σκόπιμο ο Βορράς να πληρώσει ακριβότερα, αντικαθιστώντας το δικό του νέο χρέος με αναβαθμισμένο παλαιό χρέος του Νότου.
Μια άλλη σκέψη θα ήταν να πουλήσουν ή ακόμη και να χαρίσουν αποθέματα πολεμικού υλικού σε χώρες του ΝΑΤΟ ή ακόμη και στην Ουκρανία, με αντίτιμο την τοκοφορία των δεσμευμένων ρωσικών καταθέσεων. Προφανώς, αν η Γερμανία αποφάσιζε να διευκολύνει τη συνταγματικά αυστηρή της δημοσιονομική πειθαρχία, θα συνέβαλε πολύ σε όλο αυτό.
Μια τελευταία λύση θα ήταν η διευρωπαϊκή παρέμβαση στη μείωση του κόστους διαχείρισης των δικτύων, με ιδιαίτερη έμφαση στα ενεργειακά. Η ακαμψία των κανόνων λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η ποιότητα των δικτύων και οι απώλειες που παρατηρούνται στη μεταφορά της στρεβλώνουν τα υγιή ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Ένα συμβατικό πλαίσιο το οποίο φτιάχτηκε ώστε να εξυπηρετεί μια αγορά προ πολέμου στην Ουκρανία δεν είναι λογικό να μην έχει ήδη προσαρμοστεί ακόμη στις νέες γεωστρατηγικές συνθήκες της αγοράς. Συνθήκες που δεν προβλέπεται να αλλάξουν στο άμεσο μέλλον.
Είμαι της γνώμης ότι η Ευρωζώνη σπασμωδικά αδυνατεί να καταλάβει μια πραγματική αλήθεια που θα συντονίζει την παγκόσμια ισορροπία: Το εκκρεμές της παγκοσμιοποίησης έφτασε στο ανώτατο σημείο του και τώρα πλέον, ταχύτατα, επανέρχεται προς την άλλη πλευρά. Εκείνη της αποπαγκοσμιοποίησης και του προστατευτισμού.
Η Δύση, καθοδηγούμενη από τη νέα ηγεσία των ΗΠΑ, συμπιέζει τη διεύρυνση του διεθνούς εμπορίου. Η ευελιξία στα logistics αλλά και η ποικιλία της μαζικής παραγωγής καθιστούν το ελεύθερο εμπόριο μια πληγή. Όταν άλλοτε ήταν πηγή πλούτου και οικονομικής ανάπτυξης. Οι αγορές αντιλαμβάνονται ότι πλέον σε σχετικά οικονομικά ευέλικτη τάξη μεγέθους το «small is beautiful» γίνεται όλο και πιο σημαντικό. Ακόμη και η παιδεία, η οποία ήταν άλλοτε ένας κλάδος παραγωγής με σημαντικά ολιγοπωλιακά οργανωμένο προϊόν, διεθνοποιείται τοπικά και απομακρύνεται από τους άλλοτε πανίσχυρους «ναούς του πνεύματος». Πόσω μάλλον λοιπόν σε κλάδους με έντονο ανταγωνισμό.
Ας αναζητήσουμε, λοιπόν, επενδυτικές ευκαιρίες μέσα στα νέα ευρωπαϊκά δεδομένα. Ευκαιρίες ανάπτυξης και ενίσχυσης του εγχώριου και όχι του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού. Λίγο πριν από τη νέα χρονιά, ας αναλογιστούμε μήπως, αντί να προσπαθούμε να αναδιαρθρώσουμε μια γερασμένη μεταποίηση, πρέπει να αναζητήσουμε ευκαιρίες ανάπτυξης και οικονομικής μεγέθυνσης έξω από τα στερεότυπα του εθνικισμού και της μακρόχρονης, διευρωπαϊκής εθνικής αντιπαλότητας.
Μήπως, τελικά, η Νοτιοανατολική Ευρώπη αποτελεί τη νέα ευκαιρία, όπως ήταν η Δύση για την αμερικανική ήπειρο κάποια άλλη περίοδο;
ΤΟ ΠΑΡΟΝ