Θάβει τον χάρτη της Κομισιόν για την ελληνική ΑΟΖ η κυβέρνηση, υποκύπτοντας στον τουρκικό εκφοβισμό
–Νέο τεστ με τις έρευνες για το καλώδιο Κύπρου – Κρήτης
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Σε μια πρωτοφανή κίνηση, υποκύπτοντας στις τουρκικές απειλές και στους εκβιασμούς, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών σχεδόν αποδοκίμασε τον χάρτη των ελληνικών θαλασσών που έχει προβάλει η ίδια η Κομισιόν, προκειμένου να μην ενοχληθεί η Τουρκία.
Η Κομισιόν, με τον χάρτη που παρουσίασε για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό της Ελλάδας, έχει ουσιαστικά εκθέσει την κυβέρνηση, η οποία όχι μόνο δεν έσπευσε να υπερασπιστεί την Κομισιόν στην επίθεση που δέχθηκε από την Άγκυρα, αλλά δεν απάντησε καν στις απειλές που περιείχε η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών εναντίον της Ελλάδας.
H Αθήνα προτίμησε, καθώς την ίδια ημέρα είχε σκάσει και η υπόθεση Σαμαρά, να κάνει το… παγόνι σε ένα ζήτημα μείζονος σημασίας, θεωρώντας ότι οποιαδήποτε θέση και να έπαιρνε, θα την έφερνε σε αντιπαράθεση με τον Χακάν Φιντάν και την Τουρκία, κάτι που προφανώς ήθελε να αποφύγει.
Οι χειρισμοί, όμως, έδειξαν τον φοβικό τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τη σχέση με την Τουρκία και επιβεβαιώνουν ότι, πράγματι, η διατήρηση του ήπιου κλίματος γίνεται με τίμημα την αποφυγή άσκησης ή ακόμη και την παραίτηση από κυριαρχικά της δικαιώματα.
Και αν η Αθήνα αντιδρά με αυτόν τον τρόπο σε ένα θέμα που αφορά μια κοινοτική υποχρέωση, όπως είναι ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, όλοι αντιλαμβάνονται τι θα συνέβαινε στην περίπτωση που η Ελλάδα θα έπρεπε να ασκήσει το δικαίωμα για επέκταση των χωρικών της υδάτων ή την κήρυξη ΑΟΖ.
Η Κομισιόν, η οποία παραπέμπει την Ελλάδα και της επιβάλλει πρόστιμα, καθώς δεν έχει μέχρι σήμερα υποβάλει –όπως είναι υποχρεωμένη– τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό (που περιλαμβάνει χάρτες των ελληνικών θαλασσών με τον σχεδιασμό για τις δραστηριότητες που επιτρέπονται σε αυτές), δημοσίευσε πληροφοριακό υλικό το οποίο, όσον αφορά την Ελλάδα, περιείχε έναν χάρτη που αποτύπωνε τις ελληνικές θάλασσες με 12 ν.μ. χωρικά ύδατα και την ΑΟΖ, βάσει και της τροπολογίας Μανιάτη αλλά και τον Χάρτη της Σεβίλλης. Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση, σε επιστολή της, μάλιστα, στον ΟΗΕ, είχε αποστασιοποιηθεί από τον συγκεκριμένο Χάρτη, που παρουσίαζε την ελληνική ΑΟΖ βάσει του Δικαίου της Θάλασσας και έδινε κοινά σύνορα στην ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.
Η Επιτροπή της Κομισιόν διευκρίνιζε ότι ο χάρτης αυτός δεν προκαταλαμβάνει θαλάσσια σύνορα και ανέφερε τις πηγές από τις οποίες είχε αντλήσει στοιχεία, επισημαίνοντας ότι είχε γίνει διασταύρωση και με τις εθνικές αρχές.
Η Τουρκία αντέδρασε με έντονο τρόπο, στρεφόμενη αρχικά εναντίον της Κομισιόν και της ΕΕ και, τελικά, εναντίον της Ελλάδας.
Η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ ανέφερε τα εξής:
«Σχετικά με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Η Τουρκία παρακολουθεί στενά τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μεταφέροντας τις απαραίτητες προειδοποιήσεις στα αρμόδια μέρη και λαμβάνοντας όλα τα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων της στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο.
Οι χάρτες του Αιγαίου και της Μεσογείου που χρησιμοποιούνται σε αυτόν τον σχεδιασμό είναι άκυροι για την Τουρκία και δεν έχουν κανένα νομικό αποτέλεσμα. Επαναλαμβάνουμε ότι δεν θα επιτρέψουμε την παραβίαση των δικαιωμάτων της Τουρκίας με αυτόν τον σχεδιασμό.
Θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε ότι η ΕΕ δεν έχει καμία εξουσία να σχολιάζει τις θαλάσσιες διαφορές μεταξύ κυρίαρχων κρατών. Η συμμετοχή της ΕΕ σε τέτοιες πρωτοβουλίες καθιστά πιο δύσκολη την επίλυση αυτών των διαφορών. Οι μονομερείς ενέργειες σε περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας είναι απαράδεκτες. Τέτοιες μονομερείς προσπάθειες θα υπονομεύσουν τις προσπάθειες εξεύρεσης συνολικής, δίκαιης και βιώσιμης λύσης στα αλληλένδετα ζητήματα του Αιγαίου. Θα πρέπει να υιοθετηθεί μια ειλικρινής και συνολική προσέγγιση για την επίλυση των προβλημάτων στη βάση του διεθνούς δικαίου και της καλής γειτονίας».
Η Αθήνα, τρομοκρατημένη, δεν έσπευσε καν να υπερασπιστεί τον χάρτη που δημοσίευσε η Κομισιόν και αποτελεί δικαίωση για τις ελληνικές θέσεις και διεκδικήσεις. Αντιθέτως, διέρρευσε ότι δεν είχε καμία εμπλοκή στον σχεδιασμό του και ότι θα αποφασίσει η ίδια η κυβέρνηση πότε θα υποβάλει τον δικό της χάρτη για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό.
Κάτι που δεν αναμένεται να γίνει τους επόμενους μήνες, καθώς θα έθετε την κυβέρνηση μπροστά σε ένα δύσκολο και επικίνδυνο δίλημμα:
Είτε θα περιόριζε τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό μόνο στις περιοχές των 6 ν.μ., των 12 ν.μ. στο Ιόνιο και στην ΑΟΖ με την Ιταλία, οπότε θα φαινόταν σαν να αποκηρύσσει εθνική κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα.
Είτε θα εμφάνιζε έναν χάρτη ίδιο με αυτόν της Κομισιόν, προκαλώντας την αντίδραση της Τουρκίας, σε μια στιγμή που οι συνομιλίες Γεραπετρίτη – Φιντάν βρίσκονται σε κρίσιμη καμπή.
Μετά τη διαγραφή Σαμαρά, η αξιοπιστία του υπουργού Εξωτερικών έχει δεχθεί σοβαρό πλήγμα, με όσα δήλωσε ο πρώην πρωθυπουργός για τον διάλογο του κ. Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν – δηλώσεις που συμμερίζεται μεγάλο μέρος της ΚΟ της ΝΔ και της κοινής γνώμης.
Σε αντίθεση με την Αθήνα και τον Γιώργο Γεραπετρίτη, που προσπαθούν, έστω και με μεγάλο πολιτικό κόστος, να προστατεύσουν το κλίμα και να μην ενοχληθεί η τουρκική πλευρά, ο Χακάν Φιντάν φροντίζει καθημερινά να εκθέτει την ελληνική πλευρά. Σε συνέντευξή του, συγκεκριμένα, επανέλαβε κατηγορηματικά ότι η συζήτηση με τον Γιώργο Γεραπετρίτη δεν μπορεί παρά να αφορά όλα τα «αλληλένδετα» προβλήματα του Αιγαίου, αναφέροντας την αποστρατιωτικοποίηση, τον εναέριο χώρο, τα νησιά με «ακαθόριστο καθεστώς» κ.ά. Με αυτόν τον τρόπο ο κ. Φιντάν ακυρώνει ουσιαστικά το αφήγημα της Αθήνας ότι η συζήτηση γίνεται μόνο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Στο Κυπριακό, είναι σαφές ότι η Τουρκία υιοθετεί την πιο ακραία θέση, θέλοντας μεν να δείξει ότι συζητά, όπως φάνηκε στη συνάντηση Ερντογάν – Χριστοδουλίδη – Μητσοτάκη, αλλά ουσιαστικά να αποφύγει ανεπιθύμητα βέτο στην ΕΕ.
Εδώ είναι ο μεγάλος κίνδυνος: Να συνεχίσει η Αθήνα να μιλά για επανέναρξη συνομιλιών, ελαφρύνοντας τη θέση της Τουρκίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει γίνει καμιά προσπάθεια επανέναρξης. Αντιθέτως, επιχειρείται η υπονόμευσή τους…
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με την Τουρκία, η Αθήνα έχει ουσιαστικά προαναγγείλει την έναρξη εργασιών για την τοποθέτηση του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου. Όλοι αναμένουν να δουν την αντίδραση της Τουρκίας, η οποία, μόλις κυκλοφόρησαν δημοσιεύματα στην Ελλάδα, έσπευσε να στείλει πέντε πολεμικά πλοία στην περιοχή της Κάσου, παρά το γεγονός ότι το ελληνικό ερευνητικό σκάφος δεν είχε καν προσεγγίσει την περιοχή και δεν είχε εκδοθεί ελληνική NAVTEX για τις έρευνες.
Το τέχνασμα που χρησιμοποιήθηκε τον Ιούλιο στην Κάσο από το ελληνικό ΥΠΕΞ, ώστε να δοθεί άδεια ερευνών και από τις τουρκικές αρχές, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να επαναληφθεί. Έτσι, η Αθήνα θα πρέπει να κάνει δύσκολες επιλογές.
Η κατάσταση αυτή, ωστόσο, αποκαλύπτει ακριβώς ότι ο ελληνοτουρκικός διάλογος, όπως εξελίσσεται μεταξύ των δύο υπουργών Εξωτερικών, είναι ετεροβαρής για τη χώρα μας, καθώς στην πράξη η Τουρκία απαιτεί την παραίτηση της Ελλάδας από την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Μια τέτοια κατάσταση θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα σε σημείο που μόνο με νικηφόρο πόλεμο θα μπορούσε η Τουρκία να επιβάλει.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ