Σε εξέλιξη η μεγάλη επιστροφή όσων εγκατέλειψαν τη χώρα τα χρόνια της κρίσης
–Περίπου οι μισοί από αυτούς που έφυγαν από το 2012 μέχρι το 2018 έχουν επιστρέψει
–Οι πρώτοι επέστρεψαν το 2019 και οι περισσότεροι το 2021 και το 2022
Η μεγάλη επιστροφή των Ελλήνων, που πήραν τα μάτια τους και έφυγαν το 2012 με την κρίση και το 2017 με τα Μνημόνια και τα capital controls για να εγκατασταθούν στο εξωτερικό, συνεχίζεται.
Υπολογίζεται ότι την επταετία 2012 – 2018 έφυγαν από τη χώρα πάνω από 550.000 άτομα για να αναζητήσουν καλύτερη τύχη στην Ευρώπη, αφού στην Ελλάδα η ανεργία είχε… χτυπήσει κόκκινο, λεφτά δεν υπήρχαν λόγω των Μνημονίων και των capital controls, ενώ οι ευκαιρίες για τους νέους είχαν μειωθεί στο ελάχιστο. Επενδύσεις δεν γίνονταν, οι προσλήψεις στο Δημόσιο και στους ΟΤΑ είχαν παγώσει, νέες δουλειές δεν μπορούσε να ανοίξει κανείς, γιατί δεν υπήρχε χρήμα στην κοινωνία ή χρηματοδότηση από τις τράπεζες, οπότε η φυγή στο εξωτερικό ήταν μονόδρομος.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, συγκεκριμένα από το 2019 και μετά, το κλίμα άρχισε να αντιστρέφεται. Δειλά δειλά, οι πρώτοι από εκείνους που είχαν εκπατριστεί άρχισαν να επιστρέφουν και τα δύο επόμενα χρόνια το κύμα της επιστροφής πήρε διαστάσεις, με αποτέλεσμα οι μισοί περίπου να έχουν επιστρέψει.
Υπήρξαν, βέβαια, και κίνητρα για να πεισθούν οι ξενιτεμένοι να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής, όμως ένα πολύ μικρό ποσοστό από όσους επέστρεψαν τα χρησιμοποίησε. Αυτό δείχνει πως εκείνοι που επιστρέφουν έχουν τα εφόδια, τις δεξιότητες και τα προσόντα να διεκδικήσουν καλές θέσεις στην αγορά εργασίας, είτε γιατί διακρίθηκαν εκεί που ήταν είτε επειδή απέκτησαν σημαντικές εμπειρίες και γνώσεις. Άλλωστε, όλοι όσοι επιστρέφουν είτε βρίσκουν αμέσως δουλειά και με καλές αποδοχές είτε ανοίγουν δικές τους επιχειρήσεις. Φαίνεται δηλαδή ότι το εξωτερικό τους έκανε καλό, αφού έμαθαν πράγματα με τα οποία μπορούν να ζήσουν άνετα στην Ελλάδα.
Οι κυριότεροι λόγοι που βάρυναν στην απόφασή τους για τη μεγάλη επιστροφή δεν ήταν πάντως οικονομικοί, γιατί οι περισσότεροι λένε ότι προσωπικοί παράγοντες και οι οικογενειακοί δεσμοί τους έκαναν να γυρίσουν, όμως οι ίδιοι τονίζουν ότι, αν δεν είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες οικονομικές συνθήκες, όσο κι αν το επιθυμούσαν, δεν θα μπορούσαν να επιστρέψουν.
Σύμφωνα με μεγάλη έρευνα που διενεργήθηκε από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, το γνωστό ΕΚΤ, το 78% των επαναπατρισθέντων δήλωσε ότι η αποτελεσματικότερη λειτουργία των θεσμών και η αναβάθμιση των υποδομών της χώρας διευκόλυνε την επιστροφή τους, ενώ υπογράμμισε ότι σοβαρό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι στο εξωτερικό απέκτησαν γνώσεις και δεξιότητες που τους κατέκτησαν ανταγωνιστικούς στην αγορά εργασίας και έτσι δεν δυσκολεύτηκαν να βρουν δουλειά όταν γύρισαν.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι περισσότεροι, το 90% συγκεκριμένα, είπαν ότι έφυγαν για να βρουν καλύτερες δουλειές, για να μπορέσουν να ζήσουν αξιοπρεπώς, ενώ οι χώρες που τους απορρόφησαν ήταν η Γερμανία κατά κύριο λόγο και μετά η Βρετανία και η Ολλανδία, ενώ ο μέσος μηνιαίος μισθός τους ήταν 3.500 ευρώ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το 67,6% αυτών που επιστρέφουν έχει οικογένεια και το 52% εξ αυτών έχει παιδιά. Η οικογενειακή κατάσταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιστροφή, καθώς πολλοί επιθυμούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σε ένα πιο γνώριμο και ασφαλές περιβάλλον.
Από επαγγελματική άποψη, το 50% εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, το 26% είναι επιχειρηματίες (ελεύθεροι επαγγελματίες ή ιδιοκτήτες επιχειρήσεων), ενώ μόνο το 11% εργάζεται στον δημόσιο τομέα. Οι τομείς στους οποίους απασχολούνται κυρίως είναι οι κατασκευές (11%), η εκπαίδευση (10%), οι νέες τεχνολογίες (10%), οι συμβουλευτικές υπηρεσίες (7%), η υγειονομική περίθαλψη (7%), το εμπόριο (6%) και ο τουρισμός (6%).
Η έρευνα καταδεικνύει ότι το 46% των επαναπατριζόμενων εργαζομένων εργάζεται σε ελληνικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, ενώ το 21% είναι αυτοαπασχολούμενοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες. Ένα 7% εργάζεται εξ αποστάσεως για ξένες εταιρείες ή οργανισμούς, ενισχύοντας την τάση της εξ αποστάσεως εργασίας.
Όσον αφορά τις αποδοχές, το 44% όσων επιστρέφουν κερδίζει πάνω από 1.500 ευρώ τον μήνα, ενώ το 17% λαμβάνει περισσότερα από 3.000 ευρώ. Ωστόσο, παρά την οικονομική πρόοδο, το 55% των επιστρεφόντων θεωρεί την Ελλάδα έναν καλό τόπο διαβίωσης. Η ποιότητα ζωής, παρά τις βελτιώσεις, παραμένει σημαντικό ζήτημα, με το 56% να την αξιολογεί θετικά.
Το πιο ενθαρρυντικό εύρημα της έρευνας είναι ότι το 51% εκείνων που γυρίζουν στην Ελλάδα εκφράζει αισιοδοξία για το μέλλον της Ελλάδας, ενώ το 49% θα προέτρεπε φίλους και συγγενείς που εργάζονται στο εξωτερικό να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ