Επανεκλογή Ντόναλντ Τραμπ: Πιθανός επαναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ

Επανεκλογή Ντόναλντ Τραμπ: Πιθανός επαναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ

–Προβληματισμοί και πραγματικότητες


Του
ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.


Στις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών Ντόναλντ Τραμπ αναδείχθηκε, ως γνωστόν, 47ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, για δεύτερη φορά στο διάστημα μίας δωδεκαετίας (2016 – 2020 και 2025 – 2029). Η επανεκλογή του δεν αποτέλεσε έκπληξη, δεδομένου ότι η υποψηφία των Δημοκρατικών Κάμαλα Χάρις έφερε το βάρος της αδύναμης Προεδρίας του Τζο Μπάιντεν. Ο Ντόναλντ Τραμπ το εκμεταλλεύθηκε δεόντως με θέσεις που πρόβαλε με ύφος ηχηρού διαφημιστή, στοιχείο που φαίνεται να ελκύει την πλειονότητα του αμερικανικού κοινού.

Τα διεθνή και τα ελληνικά τηλεοπτικά Μέσα Ενημέρωσης κάλυψαν εκτενώς, ίσως και καθ’ υπερβολήν, τη διαδικασία διεξαγωγής και των αποτελεσμάτων των εκλογών, προβαίνοντας σε σχόλια και αναλύσεις ποικίλου περιεχομένου. Εύλογο το ενδιαφέρον, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ αποτελούν την πρώτη παγκόσμια δύναμη, οι πολιτικές επιλογές της οποίας μπορεί να επηρεάσουν ουσιαστικά τις διεθνείς εξελίξεις. Εξίσου αυτονόητοι οι προβληματισμοί και τα ερωτηματικά για τις πολιτικές που τελικά θα ακολουθήσει και θα εφαρμόσει ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος κατά τη διάρκεια της θητείας του, με τον ίδιο να αναλαμβάνει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου του προσεχούς έτους.
Με εξαίρεση την εσωτερική πολιτική, που θα εστιάσει στον οικονομικό τομέα, όπως και στην αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης που προέρχεται από τις λατινόφωνες χώρες της Νοτίου Αμερικής και ιδιαίτερα το όμορο Μεξικό, ερωτηματικά εγείρονται για το πώς θα αντιμετωπίσει το Μεσανατολικό, το Ουκρανικό, τις σχέσεις με τη Ρωσία, την Κίνα καθώς και τους ευρωπαίους εταίρους.

Στον μακρύ προεκλογικό α­γώνα και στις αντιπαραθέσεις με την αντίπαλό του, υποψηφία των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις, δεν έγιναν ξεκάθαρες οι θέσεις του στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Απέφυγε να τοποθετηθεί ευθέως όσον αφορά το Ουκρανικό και το αν θα αναλάβει πρωτοβουλίες για τερματισμό του πολέμου, καθώς και για τις σχέσεις με τη Ρωσία. Η έλλειψη σαφών προεκλογικών θέσεων σε θέματα που επηρεάζουν τις διεθνείς εξελίξεις αναγκάζουν και ωθούν πολλούς αναλυτές να ανατρέχουν σε παλαιότερες δηλώσεις και τοποθετήσεις του, αλλά και στα συμφραζόμενα. Ενδεικτική της αποφυγής έκφρασης σαφών θέσεων και η άμεση διάψευση δηλώσεων, προ ημερών, στενού του συνεργάτη ότι είχε διαμηνυθεί στον Ζελένσκι να ξεχάσει το θέμα της Κριμαίας. «Δεν είναι δικές του θέσεις», ήταν η άμεση αντίδραση. Α­νάλογης αντίδρασης έ­τυχαν πληροφορίες από την πλευρά του εκπροσώπου του Κρεμλίνου περί μακράς τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, τις οποίες χαρακτήρισε ως αποκυήματα φαντασίας. Προφανώς, αμφότερες οι πλευρές ήθελαν να απομακρύνουν υποψίες για μυστικές επικοινωνίες και συνεννοήσεις μεταξύ των δύο ηγετών.

Οι προσεγμένες τοποθετήσεις και οι αντιδράσεις του νεοκλεγέντος Προέδρου δείχνουν ότι θέλει να αποφύγει να αποκαλύψει τις πραγματικές διαθέσεις του και την πολιτική των ΗΠΑ στα πλέον καυτά θέματα που απασχολούν σήμερα τη διεθνή κοινότητα. Το πιθανότερο είναι ότι θα ακολουθήσει μια σταδιακή διαφοροποίηση από τις πολιτικές του προκατόχου του, και ό­χι μόνο, στην αντιμετώπιση του Ουκρανικού. Ανησυχίες εκφράζο­νται από πλευράς ευρωπαίων ηγετών για το αν ο Τραμπ θα εμείνει στις θέσεις του για μεγαλύτερη συμμετοχή των χωρών-μελών της Ευρώπης, με αύξηση των αμυντικών δαπανών, στο πλαίσιο της Νατοϊκής Συμμαχίας. Πρόκειται για μία πάγια θέση των ΗΠΑ, με αναφορά κυρίως στη Γερμανία και σε άλλες χώρες-μέλη, η συμμετοχή των οποίων στις δαπάνες για την αμυντική πληρότητα των νατοϊκών δομών κρίνεται ανεπαρκής από τις ΗΠΑ. Υποστηρίζεται ότι ο Τραμπ θα μπορούσε ακόμη και να εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ, αφήνοντας τους Ευρωπαίους να αναλάβουν οι ίδιοι την κάλυψη των αμυντικών αναγκών της Ευρώπης. Οι ανησυχίες δεν είναι αβάσιμες. Ο γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μίλησε ήδη για ανάγκη απόκτησης κοινής αμυντικής ικανότητας των χωρών της ΕΕ, θέση την οποία συμμερίσθηκε και ο έλληνας πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι η Ευρώπη πρέπει να ξυπνήσει από τον βαθύ λήθαργο στον οποίο έχει πέσει. Θα αποτελέσουν οι απειλές και οι απαιτήσεις του Τραμπ το έναυσμα για αφύπνιση των Ευρωπαίων όσον αφορά την απόκτηση κοινής άμυνας και εξωτερικής πολιτικής, δύο αναγκαίων στοιχείων για να αποκτήσει η ΕΕ οντότητα και δυνατότητα ενεργού ρόλου στις διεθνείς εξελίξεις; Ένα ερώτημα που θα έθετε κάθε ευρωπαίος πολίτης. Διαφορετικά, η ΕΕ θα εξακολουθήσει να είναι μόνο μία ευρεία κοινή αγορά.

Ανεξάρτητα, πάντως, από τις εξελίξεις και τις τελικές αποφάσεις και τις επιλογές της νέ­ας αμερικανικής ηγεσίας στην εξωτερική πολιτική, ΗΠΑ και Ευρώπη αλληλοσυμπληρώνο­νται. Στο σύνολό τους, συνιστούν τον δυτικό κόσμο, που στηρίζεται στις ίδιες αξίες, αρχές και δημοκρατικές και πολιτιστικές παραδόσεις. Η διατάραξη αυτών των παραδόσεων και δεσμών κρίνεται α­διανόητη.

Όσον αφορά τις σχέσεις της χώρας μας με τις ΗΠΑ, δεν αναμένεται να σημειωθούν αλλαγές. Ήδη από ετών κρίνονται ως στρατηγικής σημασίας από αμφότερες τις πλευρές. Οι ΗΠΑ διατηρούν σημαντικές βάσεις, κυρίως στην Κρήτη, όπως και στην Αλεξανδρούπολη, με την τελευταία να αποκτά ιδιαίτερη αξία με τον ρωσοουκρανικό πόλεμο. Η Ελλάδα δεν είναι –και δεν πρέπει να είναι– μόνο το λίκνο του δυτικού πολιτισμού. Οι δυτικοί μας σύμμαχοι οφείλουν όχι μόνο να τη βλέπουν ως τέτοιο αλλά και να τη στηρίζουν στις απειλές και στις αμφισβητήσεις των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, που δέχεται συνεχώς εξ Ανατολών.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ