Ν. Κακλαμάνης στο “Π”: Δεν νοείται επίλυση του Κυπριακού εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων

Ν. Κακλαμάνης στο “Π”: Δεν νοείται επίλυση του Κυπριακού εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων

Του
ΝΙΚΗΤΑ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ
Βουλευτή ΝΔ Α’ Αθηνών,
πρώην Αντιπροέδρου της Βουλής


Τους τελευταίους μήνες, αναπτύσσεται μια έντονη κινητικότητα εντός και εκτός Ελλάδας για το Κυπριακό, η οποία μετά την εκλογή του Ντ. Τραμπ στις ΗΠΑ ενδεχομένως να αποκτήσει μια άλλη διάσταση από την εξελισσόμενη μέχρι σήμερα.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης και ο Ν. Χριστοδουλίδης είχαν ήδη πυκνώσει τις επαφές τους, ενώ ο κύπριος Πρόεδρος επισκέφθηκε πρόσφατα την Ουάσινγκτον και συνομίλησε με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντ. Μπλίνκεν, με το ζήτημα να μπαίνει στο τραπέζι για να γίνει προσπάθεια επίλυσής του. To θέμα τέθηκε επί τάπητος και στη συνάντηση της περασμένης Παρασκευής ανάμεσα στον Γ. Γεραπετρίτη και στον Χ. Φιντάν.

Είναι φανερό ότι η πυριτιδαποθήκη της Μέσης Ανατολής, που τελεί ήδη υπό ανάφλεξη (πόλεμος σε Γάζα και Λίβανο) και απειλεί να προκαλέσει εκρήξεις παντού, διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο, με τους Αμερικανούς να μην επιθυμούν άλλο ένα νέο «μέτωπο» στη Μεσόγειο.

Η Τουρκία, με το (σύνηθες) διπλό διπλωματικό «παιχνίδι» της, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις όποιες καταστάσεις. Τα όσα είπε ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών στην Αθήνα, όπου συναντήθηκε με τον Γ. Γεραπετρίτη, είναι ενδεικτικά των τουρκικών προθέσεων (στη συνέντευξή του στα «Νέα» μίλησε ευθέως για επίσημη διχοτόμηση).

Διαισθάνομαι ότι έρχονται εξελίξεις για την παράνομα κατεχόμενη Κύπρο και γι’ αυτό θα πρέπει να ξεκαθαριστούν ορισμένα δεδομένα, με το βασικότερο όλων να είναι το εξής:

Οποιαδήποτε επίλυση του Κυπριακού δεν νοείται να είναι σε βάρος των εθνικών μας συμφερόντων. Η λύση είναι μία και αδιαπραγμάτευτη: Η απελευθέρωση της μαρτυρικής Μεγαλονήσου από τον τουρκικό στρατό κατοχής μετά από μισό αιώνα.

Στη διεθνή διπλωματία δεν χωρούν συναισθήματα. Μετρούν μόνο τα νομικά και κατοχυρωμένα δεδομένα, που στην περίπτωση της Κύπρου είναι αδιαμφισβήτητα υπέρ της ελληνικής πλευράς.

Επαναλαμβάνω με έμφαση: ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΑ. Και αυτός είναι ο λόγος που δεν επιτρέπεται ίχνος υποχώρησης από τις πάγιες εθνικές θέσεις για το Κυπριακό.

Όπως προανέφερα, υπάρχουν συγκεκριμένα αδιάσειστα επιχειρήματα, που πάντα σε κοινή γραμμή Ελλάδα και Κύπρος, Κύπρος και Ελλάδα, τήρησαν κατά γράμμα, χαράσσοντας έτσι τις κόκκινες γραμμές από το 1974 έως σήμερα, οι οποίες διατηρήθηκαν αναλλοίωτες από όλες τις κυβερνήσεις, με αποκορύφωμα του Κώστα Καραμανλή και του Τάσσου Παπαδόπουλου το 2004.

Τότε που με το Σχέδιο Ανάν επιχειρήθηκε να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση ο παράνομος διαμελισμός της Μεγαλονήσου. Και, ευτυχώς, οι δύο κυβερνήτες επέδειξαν αντοχή στις αφόρητες πιέσεις που τους ασκήθηκαν και δεν υποχώρησαν, ώστε να μετατραπεί η Κύπρος κυριολεκτικά από χώρα σε κοινότητα.

Ξεκάθαρα πράγματα, επομένως:
– Η επίτευξη λύσης για το Κυπριακό είναι νοητή και αποδεκτή μόνο εφόσον είναι δίκαιη και βιώσιμη. Και για να είναι δίκαιη και βιώσιμη, πρέπει να είναι αποκλειστικά στο πλαίσιο της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας, καθώς η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πλήρες κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης.

– Αν η Τουρκία δεν κάνει πίσω από τις μαξιμαλιστικές της θέσεις περί δύο κρατών στην Κύπρο, δεν μπορεί να ξεκινήσει οποιαδήποτε συζήτηση. Στην περίπτωση που μείνει έστω ένα «παραθυράκι» ανοιχτό για διάλογο, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα διακινδυνεύσει πολλά, καθώς οι Τούρκοι έχουν επιδείξει πολλάκις (ιστορικά) ιταμή στάση.

– Η νομική πλατφόρμα που θα πρέπει να υπάρχει στο τραπέζι είναι μία και μοναδική: Αυτή του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, με το δεύτερο να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Το Διεθνές Δικαστήριο προσδιορίζει κατ’ ελάχιστον επίλυση του Κυπριακού με πλειάδα ρυθμίσεων, ενώ επιπρόσθετα υπάρχουν οκτώ καταδικαστικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Τουρκία από την αποφράδα ημέρα της εισβολής και μετά.

– Βαρύνουσας σημασίας είναι η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS). Σύμβαση που καταρτίστηκε το 1982 ως «Montego Bay» και τέθηκε σε ισχύ το 1994 και στην οποία έχει προσχωρήσει η ΕΕ από το 1998. Κάτι που σημαίνει ότι η σύμβαση αποτελεί μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου και δεσμεύει αυτονοήτως όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.

Επιπλέον, βάσει της νομολογίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας δεσμεύει και κράτη που δεν έχουν προσχωρήσει σε αυτή και δεν την έχουν αποδεχθεί γραπτώς. Όπως, δηλαδή, η Τουρκία, που χρησιμοποιεί τη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά το δοκούν (π.χ., για να νομιμοποιήσει το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο).

Επιπροσθέτως, πρέπει να σημειωθεί και το εξής: Βάσει του Ευρωπαϊκού Δικαίου, δεν μπορεί να υπονομεύεται de jure και de facto η θεσμική και πολιτική συνοχή κράτους-μέλους της ΕΕ, στην προκειμένη περίπτωση, δηλαδή, της Κυπριακής Δημοκρατίας.

– Σύμφωνα με τον συνδυασμό των άρθρων 1 – 12 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ), το κράτος-μέλος της ΕΕ πρέπει να έχει μία και μόνη προσωπικότητα διεθνώς και βέβαια μία και μόνη ιθαγένεια.

Συνεπώς, υπάρχει μόνο η κυπριακή, η οποία δεν μπορεί να διαιρείται και σε τουρκική.

– Ακόμη, το κράτος-μέλος πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίζει τις θεμελιώδεις λειτουργίες του, την εδαφική ακεραιότητά του και τη δημόσια τάξη αλλά και να προστατεύει την εθνική του ασφάλεια. Διαφορετικά, η κυριαρχία καθίσταται «γράμμα κενό περιεχομένου».

Το αυτό ισχύει και για το Δίκαιο της Θάλασσας, το οποίο καθορίζει, από την πλευρά του, τον θεσμικό πυρήνα κυριαρχίας, η οποία ασκείται πλήρως πέραν της ηπειρωτικής επικράτειας και στα χωρικά ύδατα ή χωρική θάλασσα (αιγιαλίτιδα ζώνη).
Πρόκειται συνολικά για τα νομικά «συστατικά» που αποτελούν το θεσμικοπολιτικό πλαίσιο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, το οποίο δεν νοείται να μην υπάρχει σε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ, όπως εν προκειμένω η Κύπρος. Η μία και ελληνική Κύπρος και όχι η παράνομα διχοτομημένη από την Τουρκία Κύπρος.

Με βάση όλα τα παραπάνω, καταλήγουμε στις προϋποθέσεις που πρέπει να υπάρξουν για την επίλυση του Κυπριακού. Προϋποθέσεις που οφείλουν να είναι ακλόνητες και όχι απλώς σταθερές απέναντι στις τουρκικές απαιτήσεις, ενδεχομένως και στις διεθνείς πιέσεις αλλά και σε όσους, δυστυχώς, εντός συνόρων δεν έχουν κανέναν εθνικό ενδοιασμό να νομιμοποιήσουν τον «Αττίλα» στη μαρτυρική Μεγαλόνησο.

Ναι, δυστυχώς, υπάρχουν κι αυτοί και έχουν ήδη έτοιμο το επιχείρημα: «Τι προτιμάτε, δηλαδή; Να κάνουμε πόλεμο με την Τουρκία; Ή να της δώσουμε ένα κομμάτι της Κύπρου και να έχουμε ήρεμα νερά;».

Το αν οι Τούρκοι θα συνεχίσουν μακροπρόθεσμα τις παράνομες διεκδικήσεις τους (π.χ., μειονότητα στη Θράκη) και θα επιδιώξουν τον διαμελισμό της πατρίδας μας ουδόλως φαίνεται να τους απασχολεί…

O «κατευνασμός» και τα «ήρεμα νερά» προέχουν. Τώρα, αν χάσουμε, βρε αδερφέ, και καμιά βραχονησίδα, δεν χάλασε ο κόσμος. Έχουμε μερικές χιλιάδες ακόμη…

Ιδού, λοιπόν, ποιες είναι οι τρεις απαράβατες προϋποθέσεις:
1. Δεν μπορεί να ισχύουν εγγυήσεις, κάθε είδους, τρίτων χωρών ούτε στρατεύματα κατοχής. Για παράδειγμα, το 1990 η Γερμανία απέκτησε ομοσπονδιακό χαρακτήρα μόνο μετά την αποχώρηση και του τελευταίου σοβιετικού στρατιώτη.
2. Πρέπει να αποχωρήσουν οι «έποικοι», που απέκτησαν στέγη στη Βόρεια Κύπρο μετά τον «Αττίλα» και παράλληλα να επιστρέψουν οι νόμιμοι έποικοι στις εστίες τους (σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).
3. Δεν νοείται «συμπαγής» εθνική κυριαρχία και, κατ’ επέκταση, διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας, διατήρηση της δημόσιας και προστασία της εθνικής ασφάλειας κράτους-μέλους της ΕΕ με τον χαρακτήρα συνομοσπονδίας και περισσότερης της μίας ιθαγένειας.

Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε αδυναμία σύσσωμου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος για τα κράτη-μέλη του και θα οδηγούσε σε ολικό κλονισμό την ίδια την ΕΕ, αφού δεν θα υπήρχαν κοινά όργανα των τριών εξουσιών, αλλά θα είχαν τη μορφή μίας απλής συνέλευσης!

Πραγματικά, λοιπόν, αναρωτιέμαι: Ποιος Έλληνας ή Κύπριος θα τολμούσε να βάλει την υπογραφή του σε μια τέτοια «επίλυση» του Κυπριακού;

Ελπίζω, κανείς. Γιατί, στην αντίθετη περίπτωση, ακόμη και ο χαρακτηρισμός «Εφιάλτης» θα είναι ο ελάχιστος…


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ