Κόκκινη κάρτα στην κυβέρνηση
ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΜΕΝΟΙ – ΔΥΣΑΡΕΣΤΗΜΕΝΟΙ 7 ΣΤΟΥΣ 10 ΠΟΛΙΤΕΣ
–Τα σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου και πρόωρες εκλογές – Στο τραπέζι ξανά ο ανασχηματισμός
Περισσεύει ο προβληματισμός και η ανησυχία στις τάξεις της Νέας Δημοκρατίας, καθώς το κλίμα στην κοινωνία παραμένει βαρύ για την κυβέρνηση και δεν υπάρχουν σημάδια ανάκαμψης.
Όλες οι έρευνες των τελευταίων εβδομάδων, για την ακρίβεια από τις ευρωεκλογές και μετά, δείχνουν καθαρά ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών (7 στους 10) όχι απλά έχει γυρίσει την πλάτη στη Νέα Δημοκρατία, αλλά δεν εμπιστεύεται την κυβέρνηση για να χειρισθεί τα μείζονα προβλήματα της χώρας.
Αμφιβάλλει για την ικανότητα και την αποτελεσματικότητά της, αμφισβητεί ευθέως την αξιοπιστία της. Τα… σκάγια παίρνουν φυσικά και τον Κυρ. Μητσοτάκη, ο οποίος –ελλείψει σοβαρού αντιπάλου– διατηρεί το προβάδισμα, πλην όμως έχει απολέσει την παλιά αίγλη του, ενώ στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία χάνει από τον «κανέναν»! Αν εξαιρέσει κανείς την κλειστή ομάδα του Μεγάρου Μαξίμου και μια μικρή μειοψηφία στελεχών, υπουργοί και βουλευτές δεν κρύβουν τους φόβους για το μέλλον, καθώς ο δρόμος προς τις κάλπες του 2027 –αν δεν στηθούν νωρίτερα– θα είναι δύσβατος, ενώ κρύβει και επικίνδυνες παγίδες.
Το πιο ανησυχητικό, κατά την άποψή τους, είναι ότι, παρά τις επαγγελίες και τις αισιόδοξες προβλέψεις του πρωθυπουργού, η κυβέρνηση έχει περιέλθει σε τέλμα, ελάχιστοι υπουργοί παράγουν ουσιαστικό έργο.
Την ίδια στιγμή, στάσιμη είναι και η πορεία της Νέας Δημοκρατίας, που εξακολουθεί να διαγράφει χαμηλές πτήσεις στις δημοσκοπήσεις.
Πιο χαμηλά από το ποσοστό των ευρωεκλογών (28%) και ακόμη μακρύτερα από το όριο της αυτοδυναμίας. Οι γαλάζιοι βουλευτές που είναι άμεσοι αποδέκτες των μηνυμάτων της κοινωνίας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και δεν φαίνεται να συμμερίζονται την αισιοδοξία του πρωθυπουργού ότι στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τις εθνικές εκλογές η κυβέρνηση με το έργο της θα καταφέρει να αναστρέψει την κατάσταση και να κερδίσει. Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης είναι το γεγονός ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα επανέρχονται τα σενάρια τόσο της αλλαγής του εκλογικού νόμου όσο και των πρόωρων εκλογών.
Η αλλαγή του εκλογικού νόμου έχει μπει στη συζήτηση, καθώς τα περισσότερα στελέχη θεωρούν ανέφικτο τον στόχο της αυτοδυναμίας στις προσεχείς εκλογές και καταθέτουν σχέδια για τροποποιήσεις που θα κάνουν πιο εύκολη την προσπάθεια, είτε με την αύξηση του ορίου εισόδου στη Βουλή (από το 3% στο 5%), είτε με την αύξηση του μπόνους των εδρών για το πρώτο κόμμα.
Όλη αυτή η συζήτηση αποτελεί ουσιαστικά μια έμμεση ομολογία ότι υπό τις παρούσες συνθήκες η Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορέσει να πετύχει την αυτοδυναμία. Εξ ου και οι πρώτες αναφορές για το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ.
Το ζήτημα των πρόωρων εκλογών έχει πέσει στο τραπέζι με πολλές και διαφορετικές εκδοχές, με την ίδια ωστόσο προσέγγιση: Να διασφαλίσει την πολιτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας και την παραμονή του Κυρ. Μητσοτάκη στην καρέκλα του πρωθυπουργού.
Η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες έχει συζητηθεί στο Μέγαρο Μαξίμου και ως κίνηση ματ του κ. Μητσοτάκη προκειμένου να υπερβεί την εσωκομματική αμφισβήτηση.
Από ορισμένους συνδέεται με την εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας στις αρχές του 2025. Και αυτό στην περίπτωση που ένας αριθμός βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας δεν ψηφίσει το πρόσωπο που θα προτείνει η κυβέρνηση, δηλαδή ο κ. Μητσοτάκης.
Η κατάσταση ακινησίας στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση και οι διαφωνίες μεταξύ υπουργών φέρνουν και ξαναφέρνουν στο προσκήνιο το σενάριο του ανασχηματισμού, προκειμένου με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση να ανακτήσει τη δυναμική της και να προωθήσει τις αναγκαίες πολιτικές προς όφελος των πολιτών.
Ανάλογη με αυτήν στην κυβέρνηση είναι η κατάσταση και στο Μέγαρο Μαξίμου, όπου επικρατεί ασυνεννοησία και έλλειψη συντονισμού, που φέρνουν έριδες και λανθασμένους χειρισμούς.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει αποκλείσει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο ανασχηματισμού, ωστόσο, καθώς τα προβλήματα συνεχίζονται και οξύνονται, αργά ή γρήγορα θα υποχρεωθεί να προχωρήσει στις αναγκαίες αλλαγές, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή βεβαιότητα ότι αυτές θα επιλύσουν τα προβλήματα που έχουν προκύψει.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ