Φοβίζουν το Μαξίμου οι αμερικανικές εκλογές
ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΣΤΗΝΕΤΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΕΞΩΡΑΪΣΜΟΥ ΤΩΝ ΥΠΟΧΩΡΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Τα κέρδη και τις ζημίες από την έκβαση των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ προσπαθούν να προβλέψουν στην Αθήνα, καθώς είναι η πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια που δεν υπάρχει σοβαρή πρόσβαση σε κανένα από τα δύο στρατόπεδα που αναμετρώνται την Τρίτη στις ΗΠΑ.
Οι προεδρικές εκλογές την Τρίτη και το αποτέλεσμά τους είναι δεδομένο ότι θα έχουν σημαντικές παρενέργειες και επιπτώσεις σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο και αυτό είναι που τρομάζει περισσότερο την Αθήνα. Πολύ περισσότερο καθώς, σε μια περίοδο διεθνούς αβεβαιότητας, ξεκινά την Παρασκευή στην Αθήνα το σχέδιο επίλυσης των ελληνοτουρκικών με τη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν. Και ήδη υπάρχει μια συντονισμένη επιχείρηση μασάζ της κοινής γνώμης και προετοιμασίας για υποχωρήσεις, με την επιστράτευση της κ. Γαβουνέλη του ΕΛΙΑΜΕΠ και άλλων καθηγητών και «ειδικών», που προωθούν ιδέες ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων θα «μετατρέψει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη», ότι δεν είναι υποχρεωτικό να προηγηθεί της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας η επέκταση των χωρικών υδάτων και ότι τελικά μπορούμε να συζητήσουμε και τη μειωμένη επήρεια των νησιών σε θαλάσσιες ζώνες.
Η εκλογική μάχη στις ΗΠΑ είναι εντελώς αμφίρροπη και αυτό μεγαλώνει τον κίνδυνο, εφόσον η διαφορά μεταξύ νικητή – ηττημένου είναι μικρή, να υπάρξουν αντιδράσεις που θα επιβεβαιώσουν τη βαθιά πόλωση που επικρατεί στην αμερικανική κοινωνία. Κάτι που φυσικά περιορίζει και τη συνεκτικότητα και την αποτελεσματικότητα της αμερικανικής πολιτικής, η οποία εκ των πραγμάτων γίνεται πιο εσωστρεφής, την ώρα που η ηγέτιδα δύναμη της Δύσης θα πρέπει να μπει μπροστά για την αντιμετώπιση μεγάλων, παγκόσμιων και περιφερειακών, απειλών και κρίσεων.
Οι εξαγγελίες Τραμπ οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, εφόσον επανεκλεγεί, θα επιμείνει και πάλι στο δόγμα «Πρώτα η Αμερική», που θα οδηγήσει σε περιορισμό της αμερικανικής εμπλοκής στις παγκόσμιες υποθέσεις. Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι θα φέρει άμεσα την ειρήνη στην Ουκρανία, στηριζόμενος στις καλές σχέσεις του με τον Πούτιν. Αυτή η προσέγγιση προκαλεί ανατριχίλα στην Ευρώπη και σε συνδυασμό με τη γνωστή προσέγγιση του Τραμπ για το ΝΑΤΟ θα οδηγήσει σε βαθιά κρίση τις διατλαντικές σχέσεις. Η Ευρώπη για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα βρεθεί απέναντι στη Ρωσία, χωρίς τη σαφή και ευθεία δέσμευση ασφαλείας των ΗΠΑ για τη «Γηραιά Ήπειρο». Στο ΝΑΤΟ, παρά τις προσπάθειες των τελευταίων ετών για την αύξηση των αμυντικών δαπανών, υπάρχει ακόμη μεγάλο κενό, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επαναλαμβάνει τις γνωστές επικρίσεις, που έφτασαν στο σημείο να υπονοήσει ότι θα αφήσει τον Πούτιν να χτυπήσει όσους δεν φροντίζουν για τις συμμαχικές υποχρεώσεις…
Ο οικονομικός πόλεμος που θέλει να κηρύξει ο Τραμπ στην Κίνα αλλά και τα μέτρα προστατευτισμού έναντι της Ευρώπης θα δημιουργήσουν σοβαρές παρενέργειες στην παγκόσμια οικονομία αλλά και στην προσπάθεια της ΕΕ να βγει από τη ζώνη του πληθωρισμού και την ενίσχυση της ανάπτυξης.
Βέβαια και η Κάμαλα Χάρις δεν έχει ξεκάθαρη πολιτική σε ό,τι αφορά τις επιμέρους κρίσεις. Υπόσχεται στήριξη στην Ουκρανία, δηλαδή συνέχιση της πολιτικής Μπάιντεν, χωρίς όμως να έχει δώσει εικόνα για το πώς θα χειριστεί το Ουκρανικό πέραν της στρατιωτικής και οικονομικής στήριξης.
Το ερωτηματικό βεβαίως είναι η στάση των δυο υποψήφιων Πρόεδρων στο Μεσανατολικό.
Η Κάμαλα Χάρις στη διάρκεια αυτής της προεκλογικής περιόδου ισορροπεί μεταξύ των φιλελεύθερων πεποιθήσεών της, που τη φέρνουν απέναντι στις επιθέσεις εναντίον αμάχων, αλλά και του ισχυρότατου εβραϊκού κατεστημένου στην Ουάσινγκτον και των εβραίων ψηφοφόρων, που δεν συγχωρούν τέτοια «στραβοπατήματα». Η αγωνία και η σπουδή του Μπέντζαμιν Νετανιάχου να χτυπήσει όσο πιο βαθιά μπορεί στη Γάζα και στον Λίβανο αλλά και το χτύπημα στο Ιράν ήταν για να προκαταλάβει μια Προεδρία Χάρις, η οποία θα του ασκήσει πιέσεις για τερματισμό του πολέμου. Εφόσον η Κάμαλα Κάμαλα εκλεγεί Πρόεδρος, θα συνεχίσει να είναι δεσμευμένη για την ασφάλεια του Ισραήλ, με ό,τι σημαίνει αυτό, αλλά είναι σίγουρο ότι θα επιχειρήσει να χαλιναγωγήσει το Ισραήλ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε στενούς δεσμούς με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, έχει εκφράσει την πλήρη στήριξή του στο Ισραήλ και δεν αποκλείεται να του κλείσει και το μάτι για κλιμάκωση εναντίον του Ιράν. Εξάλλου, ένα μεγάλο χτύπημα του Ισραήλ στο πυρηνικό οπλοστάσιο του Ιράν μπορεί να γίνει μόνο με τη στρατιωτική υποστήριξη των ΗΠΑ. Ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιδιώξει μάλιστα να ολοκληρώσει το σχέδιο της ομαλοποίησης των σχέσεων των αραβικών χωρών με το Ισραήλ, πιέζοντας το Ριάντ για αποκατάσταση των σχέσεων με το Ισραήλ.
Με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, βεβαίως, υπάρχει ο κίνδυνος ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου να αποθρασυνθεί περισσότερο και να οδηγήσει την περιοχή σε έναν τυφλό κύκλο βίας, θεωρώντας ότι είναι η μοναδική ευκαιρία για τον ίδιο και το Ισραήλ να ξεμπερδέψουν με τις απειλές που κυκλώνουν τη χώρα.
Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να ανησυχεί. Μια Προεδρία της Κάμαλα Χάρις είναι προφανές ότι θα είναι μια εξαιρετικά αδύναμη Προεδρία, με αδιάφορο αποτύπωμα στις παγκόσμιες εστίες έντασης, η οποία δεν θα μπορεί να διαδραματίσει τον ρόλο που της αναλογεί. Έτσι, η κρίση στην Ουκρανία θα συνεχίζεται και θα συντηρείται ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, καθώς χωρίς την έξωθεν καλή μαρτυρία για τις προθέσεις της έναντι του Ισραήλ η κ. Χάρις δεν θα μπορεί να νουθετήσει το Ισραήλ.
Η αβεβαιότητα αυτή δημιουργεί σοβαρές προκλήσεις για την περιοχή μας, καθώς οι Αμερικανοί το μόνο που δεν θέλουν είναι μια κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που θα αποδιοργανώσει τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Και έτσι ο ελληνοτουρκικός διάλογος όχι μόνο θα έχει την αμερικανική στήριξη αλλά θα υπάρξουν πιέσεις ώστε να καταλήξει και σε αποτέλεσμα…
Η Κάμαλα Χάρις το πιθανότερο είναι να ακολουθήσει τη γνωστή συνταγή του κατεστημένου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που θεωρεί την Τουρκία πυλώνα της Δύσης στο σταυροδρόμι Αναστολής – Δύσης και, παρά τη δυσφορία για τους πειραματισμούς Ερντογάν και τον σαφή προσανατολισμό προς την Ανατολή, θέλει να την κρατήσει σε δυτική τροχιά. Ο απερχόμενος Πρόεδρος Μπάιντεν, λόγω και της προσωπικής εμπλοκής του επί δεκαετίες με το ελληνικό λόμπι, είχε καλή γνώση των Ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού, με κορυφαίες στιγμές την πρόσκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη για ομιλία στο Κογκρέσο και την πρόσκληση του Νίκου Χριστοδουλίδη στον Λευκό Οίκο την περασμένη Τρίτη, ενώ σε όλη τη διάρκεια της θητείας του ο Ταγίπ Ερντογάν δεν έλαβε πρόσκληση για να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο. Στο επιτελείο της κ. Χάρις δεν θα υπάρχουν τέτοιες ευαισθησίες.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν πρόκειται να έχει τους προβληματισμούς του Πρόεδρου Μπάιντεν σε ό,τι αφορά την περιοχή. Ο ίδιος έχει πολλές φορές εκφράσει τον σεβασμό και τον θαυμασμό του προς το πρόσωπο του Ταγίπ Ερντογάν, όμως κάθε άλλο παρά θα δεχόταν με χαρά τη συνέχιση της συνεργασίας της Τουρκίας με τη Μόσχα και κυρίως με το Ιράν, καθώς η Προεδρία του θα έχει σαφώς φιλοϊσραηλινό προσανατολισμό. Άλλωστε στην πρώτη θητεία του είχαν επιβληθεί οι κυρώσεις στην Τουρκία, που την απέβαλαν από το πρόγραμμα του F-35.
Όμως, η περίοδος κρίσεων και αναστατώσεων βολεύει κυρίως τις αναθεωρητικές δυνάμεις και αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος για την Ελλάδα, καθώς η Τουρκία θα επιχειρήσει να εκμεταλλευθεί το κενό ή ακόμη και την ασάφεια της αμερικανικής πολιτικής σε μια Προεδρία είτε Τραμπ είτε Χάρις, ώστε να επιβάλει τον περιφερειακό ρόλο της.
Η Αθήνα δεν έχει ισχυρή πρόσβαση στον περίγυρο των δύο υποψήφιων Προέδρων και αυτό είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα, αν και η ισχυρή αμυντική σχέση που έχει αναπτυχθεί με τις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια είναι ένα καλό θεμέλιο για να συνεχισθεί αυτή η στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.
Όμως, η θετική αντιμετώπιση των ελληνικών και των κυπριακών θεμάτων, με τα οποία ασχολούνταν προσωπικά ο απερχόμενος Πρόεδρος, δεν θα υπάρχει πλέον και αυτό φοβίζει το Μέγαρο Μαξίμου…
ΤΟ ΠΑΡΟΝ