Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές και η απροκάλυπτη στήριξη ακροδεξιών υποψηφίων από τμήματα της αστικής τάξης – Του Ν. Στραβελάκη

–Σκέψεις με αφορμή τη δημοσκοπική ανάκαμψη Τραμπ


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


Έχουν μείνει εννέα ημέρες μέχρι τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές (5/11/2024) και οι δημοσκοπήσεις είναι μοιρασμένες ανάμεσα στη Χάρις και στον Τραμπ, ενώ σε καμία από αυτές η διαφορά μεταξύ τους δεν είναι μεγαλύτερη από 2 ποσοστιαίες μονάδες.

Για αρκετούς αποτελεί έκπληξη η ανάκαμψη του Τραμπ, ιδίως μετά την εμφάνισή του στο προεδρικό debate πριν από ενάμιση μήνα περίπου (10/9/2024). Να θυμίσω ότι ο κ. Τραμπ είχε αναφέρει τότε ότι μετανάστες από την Αϊτή τρώνε γάτες και σκύλους σε μια μικρή πόλη του Οχάιο, προκαλώντας θυμηδία όχι μόνο στους Αμερικανούς αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Αρκετοί αποδίδουν την ανάκαμψη του Τραμπ στο ότι έπαψε να ασχολείται με τη Χάρις και επικεντρώθηκε στη δική του ατζέντα. Δηλαδή, τη γνωστή ξενοφοβική ρητορική για την προστασία των συνόρων, την αποθέωση της οπλοφορίας, των φοροελαφρύνσεων και, υποτίθεται, την υπεράσπιση των μισθωτών με τη θεσμοθέτηση δασμών για την προστασία της εγχώριας αγοράς. Παράλληλα, επιχειρεί να συσπειρώσει το υπερσυντηρητικό ακροατήριο στις ΗΠΑ παίρνοντας ανοιχτά θέση υπέρ της γενοκτονίας στη Γάζα και δηλώνοντας ότι βρίσκεται σε καθημερινή τηλεφωνική επικοινωνία με τον Νετανιάχου.

Έτσι, η κ. Χάρις έμεινε με ένα διπλό βάρος. Από τη μια, να παρουσιάσει τη δική της ατζέντα και, από την άλλη, να απολογηθεί για την προεδρία Μπάιντεν, στην οποία έχει ενεργό συμμετοχή ως αντιπρόεδρος. Σε αυτές τις «εξετάσεις» η κ. Χάρις μοιάζει να μένει μετεξεταστέα, κυρίως διότι όλες της οι απαντήσεις είναι «ναι μεν, αλλά». Σε μια πρόσφατη συνάντηση με αναποφάσιστους ψηφοφόρους στην κρίσιμη Πολιτεία της Πενσιλβάνια, την οποία κάλυψε το CNN, στην ερώτηση πώς διαφοροποιείται από την ατζέντα της προεδρίας Μπάιντεν περιορίσθηκε να πει ότι υπάρχουν θέματα που την απασχολούν και δεν αντιμετωπίσθηκαν από την προεδρία Μπάιντεν. Ενώ όταν ρωτήθηκε πώς θα αποτρέψει τον θάνατο ενός ακόμα παιδιού στη Γάζα, απάντησε ότι ο αριθμός των νεκρών παιδιών είναι «ανήκουστος», αλλά πιστεύει ότι με τη δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς θα περιορισθούν οι εχθροπραξίες στην περιοχή. Το πιο επιδραστικό σημείο της τοποθέτησής της ήταν ότι συμφώνησε με τον Τζον Κέλι, προσωπάρχη του Τραμπ όταν ήταν Πρόεδρος, που είπε ότι ο Τραμπ ταιριάζει στο προφίλ του φασίστα.

Κοντολογίς, οι Δημοκρατικοί κάνουν μία ακόμη προεκλογική εκστρατεία στην οποία εξηγούν γιατί πρέπει να χάσει ο Τραμπ και όχι γιατί πρέπει να κερδίσουν οι ίδιοι. Όταν μια τέτοια προεκλογική εκστρατεία ακολουθεί μια προεδρία Τραμπ, αυτή η αντιμετώπιση έχει τύχη. Όταν, όμως, ακολουθεί μια θητεία Δημοκρατικού Προέδρου, με περιορισμένη αποδοχή στο εσωτερικό και δύο τραγικούς περιφερειακούς πολέμους στο εξωτερικό, το επιχείρημα αδυνατίζει.

Το επικοινωνιακό ζήτημα, βέβαια, αντανακλά την ουσία αυτής της προεκλογικής εκστρατείας: Ότι μετά από πολλά χρόνια υπάρχει μια τέτοιας οξύτητας διαμάχη στο εσωτερικό της αστικής τάξης της μεγαλύτερης καπιταλιστικής οικονομίας. Το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, οι πετρελαϊκές εταιρείες και η ενέργεια είναι με τη Χάρις, ενώ οι τράπεζες και η εγχώρια βιομηχανία με τον Τραμπ. Αυτή η διάταξη των δυνάμεων ευνοεί τη διατύπωση μιας εγχώριας ατζέντας από τον Τραμπ που να ταιριάζει με το ακροατήριό του. Παραδείγματος χάριν, οι δασμοί, που είναι για την προστασία του χορηγού του Τραμπ, Έλον Μασκ, από τις εισαγωγές κινεζικών αυτοκινήτων, μπορούν να λανσαριστούν ως προστασία των εγχώριων θέσεων εργασίας. Ενώ δύσκολα πείθεται ο αμερικανός φορολογούμενος ότι η κατασπατάληση χρημάτων για τη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία και της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη γίνεται για το καλό του. Κοντολογίς, είναι πολύ πιο δύσκολο για τους Δημοκρατικούς να κινητοποιήσουν την κρίσιμη μειονοτική ψήφο χωρίς κάποια αναδιανεμητική ατζέντα και αυτό είναι που δίνει πιθανότητες στον Τραμπ για τον Λευκό Οίκο.

Το πιο επικίνδυνο, όμως, είναι ότι σε ολόκληρο τον κόσμο πλέον σημαντικά τμήματα της αστικής τάξης τάσσονται ανοιχτά στο πλευρό ακροδεξιών υποψηφίων. Είναι η πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η ανοχή της πρωθυπουργίας Μπαρνιέ από το κόμμα της Λεπέν στη Γαλλία αλλά και η απροκάλυπτη στήριξη του Τραμπ από τμήματα της αστικής τάξης αποτελούν τρανταχτές αποδείξεις. Αλλά και στην Ελλάδα ήδη πλασάρεται το σενάριο της συγκυβέρνησης της ΝΔ με κάποιο ακροδεξιό μόρφωμα μετά τον περιορισμό της εκλογικής της επιρροής στο 25%. Με τις επιπτώσεις των αμερικανικών εκλογών σε γεωπολιτικά και διεθνή οικονομικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του Αιγαίου, θα ασχοληθώ σε προσεχές άρθρο.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ