Μ. Κρανίδης στο “Π”: Δύο τρόποι μείωσης του ενεργειακού κόστους: Καθορισμός χονδρικής τιμής και παρεμβάσεις εξοικονόμησης
Του
ΜΑΝΟΥ ΚΡΑΝΙΔΗ
Πολιτικού Μηχανικού ΕΜΠ, MSc, CEO «Krama Property»
Ενεργειακού Επιθεωρητή, Δημοτικού Συμβούλου Χαλανδρίου,
Προέδρου ΕΝΙΒΟΠΑ, ΔΣ ΠΟΜΙΔΑ
(www.kramaproperty.com)
Το μεγάλο ζήτημα σήμερα στην κοινωνία και στην οικονομία είναι το υψηλό κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος. Η λύση των νέων, χρωματιστών τιμολογίων, που ξεκίνησε στις αρχές του 2024, ακόμη προβληματίζει, όχι μόνο τους καταναλωτές αλλά ακόμη και τους ειδικούς ενεργειακούς συμβούλους και επιθεωρητές. Τα ερωτήματα και τα σημεία αβεβαιότητας είναι πολλά και μεσοσταθμικά δεν δόθηκε μια διατηρήσιμη λύση για την πτώση του κόστους του ηλεκτρισμού και κατ’ επέκταση της ενέργειας. Σήμερα, στη λιανική αγορά ηλεκτρικού ρεύματος υπάρχουν αρκετοί πάροχοι, με βασικό παίκτη τη ΔΕΗ, που κατέχει συντριπτικά μεγάλο μερίδιο αγοράς, άνω του 70%. Θεωρητικά, υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός, όμως η ενεργοποίηση του νέου συστήματος αποδεικνύεται ότι δεν αντιμετωπίζει δομικά το ζήτημα των τιμών ενέργειας.
Ο πρώτος τρόπος μείωσης του ενεργειακού κόστους αφορά τη μεγάλη αιτία ανόδου του, τη χονδρική τιμή, από την οποία εξαρτώνται οι τιμές των τιμολογίων λιανικής. Η χονδρική τιμή αλλάζει διαρκώς, με ανοδική τάση την τελευταία πενταετία, καθοριζόμενη βάσει του χρηματιστηρίου ενέργειας. Αποτέλεσμα της επιλογής του συστήματος καθορισμού της χονδρικής τιμής είναι η Ελλάδα να είναι απροστάτευτη στις διεθνείς αναταράξεις, χωρίς «μαξιλάρι», και από τις πιο ακριβές χώρες, στοιχείο που επίσης δεσμεύει τις λιανικές τιμές, διαφορετικές ανά πάροχο, σε υψηλό επίπεδο για το μέσο νοικοκυριό. Σήμερα μια μέση τιμή είναι μεταξύ 0,14 και 0,17 ευρώ ανά κιλοβατώρα, που είναι απαγορευτική και αποτελεί τον μεγαλύτερο παράγοντα για τη ραγδαία αύξηση του κόστους ζωής. Επίσης, το 2024 το κράτος σταμάτησε τη σταθερή οριζόντια επιδότηση και την ενεργοποιεί, όπως τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, σε συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών σε περιόδους εξαιρετικά υψηλών τιμών, όπως σήμερα, πολιτική που επίσης δεν επαρκεί. Η αλλαγή του συστήματος καθορισμού χονδρικής τιμής είναι μια πρώτη ενέργεια για τη μείωση του ενεργειακού κόστους.
Ο δεύτερος τρόπος, στο επίπεδο του νοικοκυριού και του ακινήτου, είναι η επένδυση σε παρεμβάσεις εξοικονόμησης κατανάλωσης ενέργειας και ηλεκτρικού ρεύματος. Ας δούμε μερικές, ξεκινώντας από τις παρεμβάσεις μικρότερου προϋπολογισμού:
1.Εγκατάσταση ηλιακού θερμοσίφωνα για ζεστό νερό χρήσης και τοποθέτηση λαμπτήρων τύπου Led.
2.Εγκατάσταση νέων κλιματιστικών, φυσικού αερίου για θέρμανση και ζεστό νερό χρήσης και συσκευών υψηλής ενεργειακής απόδοσης.
3.Τοποθέτηση παθητικών παρεμβάσεων, όπως νέα ενεργειακά κουφώματα και θερμοπρόσοψη.
4.Τοποθέτηση αντλίας θερμότητας και φωτοβολταϊκών συστημάτων με συμψηφισμό ενέργειας, για απαλλαγή από το κόστος ηλεκτρικού ρεύματος για 25 έτη. Κάθε ακίνητο έχει ανάγκη τις ανάλογες παρεμβάσεις και απαιτεί την κατάλληλη εξειδικευμένη μελέτη.
Ο πρώτος τρόπος αφορά άμεσα και ο δεύτερος έμμεσα την κυβέρνηση και τη δημόσια πολιτική. Γιατί η αλλαγή του τρόπου καθορισμού της χονδρικής τιμής είναι αποκλειστική ευθύνη των κυβερνώντων και επειδή η κυβέρνηση οφείλει να παρέχει ισχυρά φορολογικά κίνητρα και επιδοτήσεις για τις επενδύσεις των νοικοκυριών σε εξοικονόμηση, ενώ και ο κάθε πολίτης πρέπει να αντιληφθεί τη σημασία και την άμεση απόδοση αυτών των παρεμβάσεων. Είναι αναγκαίο και εφικτό, γιατί η μείωση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος είναι απαραίτητη για να μειωθεί γενικά το κόστος ζωής και να προχωρήσει η βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ