Τα «κόκκινα» δάνεια κι εμείς

Τα «κόκκινα» δάνεια κι εμείς


Υπό
Ν. Γ. ΧΑΡΙΤΑΚΗ
Πρώην Επίκουρου Καθηγητή Οικονομικών του ΕΚΠΑ
[email protected]


Το πρόβλημα έρχεται και επανέρχεται. Πάνω από 2 εκατ. πολίτες απαιτούν ρύθμιση οφειλών με τις τράπεζες και το Δημόσιο. Είναι όλοι «μπαταχτσήδες»; Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν είναι αμελητέα ποσότητα για το Εθνικό Προϊόν της χώρας. Θα έπρεπε να είχε λυθεί αμέσως μετά τη ρύθμιση του δημόσιου χρέους, στο τέλος του 2012.

Σέρνεται μέχρι και σήμερα. Είναι μάταιο να προσπαθούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα γιατί δεν λύθηκε μέχρι σήμερα. Αυτή είναι η Ελλάδα μετά από τόσες δεκαετίες ανασφάλειας και κακοδιαχείρισης. Τα πάντα πρέπει να λύνονται στα δικαστήρια ή από τον πρωθυπουργό.

Έχω ταλαιπωρήσει τους αναγνώστες με το θέμα αυτό αρκετές φορές και δεν θα ήθελα να συνεχίσω, αν δεν συνέβαιναν τα γεγονότα της εσωτερικής αντιπολίτευσης στη ΝΔ, με τη γνωστή επερώτηση και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο στη Βουλή. Θεώρησα, λοιπόν, σκόπιμο να τοποθετηθώ, ελπίζω για τελευταία φορά…

Πρώτα μια γενική τοποθέτηση. Βασική αρχή δικαίου είναι η έγγραφη επικοινωνία μεταξύ οφειλέτη και πιστωτή, ιδιαίτερα όταν αυτή προέρχεται από τα funds. Σε ένα τόσο απλό αλλά σημαντικό θέμα για την προσωπικότητα και την αντικειμενικότητα της σχέσης δεν μπορούμε να έχουμε απαίτηση από 2 εκατ. πολίτες να γνωρίζουν το τυπικό ούτε να τοποθετούνται στο bullying της εισπρακτικής τηλεφωνήτριας. Σε τελική ανάλυση, αυτό ορίζει η τραπεζική οδηγία και αυτό περιγράφεται από τα συναλλακτικά ήθη. Και τώρα οι ειδικές τοποθετήσεις.

Τοποθέτηση 1η: Είναι έξω από τον τρόπο λειτουργίας του οικονομικού αλλά και του δικαιικού μας συστήματος η έννοια «εξωδικαστική συμφωνία» αντιδίκων. Και για να μη θεωρηθούμε οπισθοδρομικοί οι Έλληνες, η συγκριμένη επίλυση διαφορών, ιδιαίτερα σε οικονομικά θέματα, όπως για παράδειγμα στις αντιδικίες πιστωτών και οφειλετών, πάσχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στη χώρα μας ήταν άγνωστη έως το 2009, οπότε προέκυψε ως force majeure λόγω της κρίσης. Ήταν αδύνατον, λοιπόν, από τη μια στιγμή στην άλλη να διευθετηθούν τα πάντα εξωδικαστικά. Έστω κι αν αυτή ήταν η μόνη διέξοδος. Προσωπικά, θεωρώ ότι πλέον είμαστε κοντά σ’ ένα τέλος. Υπάρχει νόμος και υπάρχει τραπεζική οδηγία.

Τοποθέτηση 2η: Όταν μια κρίση ρευστότητας εμφανίζεται κατακλυσμιαία, τα πάντα βρίσκονται στο κενό. Και τότε όλες οι οικονομικές σχέσεις αναιρούνται και οι συναλλασσόμενοι διεκδικούν, ο καθένας από τη θέση του, τη μέγιστη προστασία. Ιδιαίτερα όταν ακόμη και το ίδιο το Ελληνικό Δημόσιο είναι απροστάτευτο. Όταν, λοιπόν, το σύνολο των δανειακών υποχρεώσεων είναι χωρίς εξασφαλίσεις, οι πάντες τρέχουν να βάλουν υποθήκες επί μη αποτιμημένων αξιών.

Τοποθέτηση 3η: Ψάχνεις για τίτλους ιδιοκτησίας και αντιμετωπίζεις –σχεδόν στην πλειονότητά τους– το χάος. Αδήλωτα, καταπατημένα, συνιδιοκτησίες, κληρονομιές, μαζί με περιουσίες των οποίων η ιδιοκτησία έχει μεταφερθεί στους ισολογισμούς των τραπεζών αλλά αποτιμώνται σε τιμές εκτός αγοράς. Βιομηχανοστάσια, για παράδειγμα, που λογιστικά συνδέονται με αποτιμήσεις σε δραχμές με απλή μετατροπή τους σε ευρώ. Γεωργική γη που έχει μεταφερθεί ως εξασφάλιση σε συνεταιρισμούς και πλείστα όσα. Τότε κάνεις το εύκολο. Παγώνεις τους τραπεζικούς λογαριασμούς.

Τοποθέτηση 4η: Αντιλαμβάνεσαι ότι μια μεγάλη μερίδα οφειλετών είναι ευάλωτη. Φοβάσαι ότι όλοι οι οφειλέτες είναι δυνητικά ευάλωτοι. Θέλεις έναν ορισμό του ευάλωτου αλλά δεν τον βρίσκεις, και αν τον έχεις αντιμετωπίζεις τοίχο στην εφαρμογή του. Πρώτη κατοικία, καθολική πτώχευση, χρησικτησία και, το κυριότερο, πολιτικό κόστος. Όχι μόνο ειδικό, σε σχέση με συγκεκριμένους πολίτες, αλλά και γενικό, σε σχέση με την αναγκαστική κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού σου συστήματος.

Τοποθέτηση 5η: Οι αντιδικίες κυριολεκτικά αγριεύουν. Εκεί δημιουργείται το χάος. Δικηγόροι, στελέχη τραπεζών, πλειστηριασμοί και μηχανισμοί ακυρότητας αυτών, αντικρου­όμενες ή μη εφαρμοζόμενες –ναι, το έχουμε κι αυτό– δικαστικές αποφάσεις, συμβολαιογραφικές πράξεις που δεν εφαρμόζουν τους νόμους… Συμμετοχή σε πλειστηριασμούς πλειοδοτών χωρίς τις τυπικές προϋποθέσεις, ώστε στη συνέχεια να μην μπορούν να εξασφαλίσουν το ιδιοκτησιακό δικαίωμα και –παράτυπα– χωρίς αυτό να προχωρούν σε εξώσεις.

Τοποθέτηση 6η: Ο χρόνος περνά και το Ελληνικό Δημόσιο αρχίζει να έχει και το ίδιο απαιτήσεις. Φόροι, ασφαλιστικές εισφορές, πρόστιμα αρχίζουν και μαζεύονται σε μία πηγή. Μεταβίβαση δεν γίνεται χωρίς φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα. Αλλά πλέον και τις δύο τις χορηγεί τελεσίδικα η ΑΑΔΕ. Για πρώτη φορά το Ελληνικό Δημόσιο αποφασίζει και νομοθετεί υποχρέωση διαγραφής οφειλών. Για πρώτη φορά στην ιστορία του το Ελληνικό Δημόσιο επιτρέπει την προσφυγή για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δικαίωμα αποζημίωσης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τελεσίδικη απόφαση. Δεν μπορεί να υπάρχει ποινή φυλάκισης για χρέη προς το Δημόσιο και αυτό να σε θεωρεί ευάλωτο, ενώ εσύ εκτίεις κοινωνικό έργο.

Τοποθέτηση 7η: Και ας πούμε ότι προσδιορίζεται μία συμφωνία. Και ας πούμε ότι το Δημόσιο μεταβιβάζει ακίνητη περιουσία στους πραγματικούς διαχειριστές της. Είναι όλοι εκείνοι που καλλιεργούν την αγροτική γη και δεν την έχουν δηλώσει στο Κτηματολόγιο. Και ας υποθέσουμε ότι λύνονται και τα κληρονομικά δικαιώματα, προφανώς με τροποποίηση του κληρονομικού δικαίου, μιας και η διαχείριση της γης θα είναι σε μακροχρόνια βάση, έτσι ώστε ο οφειλέτης να μπορεί να γίνει, με κάποιον συμβιβασμό, αξιόπιστος και φερέγγυος. Πώς θα μπορέσει αυτός ο πολίτης να συντάξει πρόταση συμβιβασμού και business plan;

Τοποθέτηση 8η: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζει να λυθεί το πρόβλημα. Το θεωρεί, δε, το μοναδικό οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Μας επέτρεψε μάλιστα, με όρους που δεν θα στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό του τραπεζικού συστήματος, να παράσχει το Δημόσιο εγγύηση σε συνεργασία με χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Για να λειτουργήσει, όμως, αυτή η διαδικασία, πρέπει να υπάρχουν πελάτες (funds) που θα αγοράσουν αυτήν τη νέα οφειλή.

Τα αναδιαρθρωμένα δάνεια και όχι τα παλιά. Ουσιαστικά, πρέπει οι servicers να έχουν κατασκευάσει πακέτα εξασφαλισμένων δανείων, σε πρώτη φάση από τους οφειλέτες και τους κληρονόμους τους και σε δεύτερη φάση από το Ελληνικό Δημόσιο. Αλήθεια, μπορούν οι διαχειριστές αυτών των δανείων να εκπλειστηριάζουν άμεσα και χωρίς εμπόδια τις εξασφαλίσεις σε περίπτωση που δεν αποπληρώνεται το νέο δάνειο; Και σε περίπτωση που δεν ικανοποιείται η απαίτηση να πληρώνει ο εγγυητής, δηλαδή το Δημόσιο; Καλά όλα αυτά. Μόνο στα χαρτιά όμως, θα έλεγε ένα fund, ως αγοραστής των νέων δανείων με εξασφάλιση και αντασφάλιση του Ελληνικού Δημοσίου.

Είναι όμως το Ελληνικό Δημόσιο φερέγγυο, αν ο οφειλέτης δεν μπορέσει να εξυπηρετήσει το χρέος έστω σε ένα ποσοστό; Ποια είναι η αποτίμηση των εξασφαλίσεων, ποια η αποτελεσματικότητα του πλειστηριασμού και ποια η φερεγγυότητα του Ελληνικού Δημοσίου; Γνωρίζουν καλά οι «φύλακες» πώς ανταποκρίνεται το Δημόσιο στην αποπληρωμή των εγγυήσεών του.

Είναι γεγονός ότι η όλη διαδικασία έχει καθυστερήσει υπερβολικά. Το κοινωνικό σύστημα πήγαινε ψηλαφώντας εδώ και 12 χρόνια. Μέχρι το 2019 αδιαφορούσε για τις παρατηρήσεις των κοινοτικών οργάνων. Αδιαφορούσε, όμως, και για τις υποδείξεις των οικονομολόγων, οι οποίοι εξαρχής πρότειναν εξωδικαστική διαδικασία. Όταν, μετά το 2019, συνειδητοποίησε την έκταση και το βάθος του προβλήματος, ευαισθητοποιήθηκε. Και τότε η πολιτική ηγεσία αντιλήφθηκε το μέγεθος του κοινωνικού αδιεξόδου. Στο σημείο αυτό, όμως, και το Δημόσιο επέδειξε μια παθητική ολιγωρία. Έκανε τα εύκολα δύσκολα.

Είμαστε πολύ κοντά στο να έχουμε ουσιαστικές λύσεις. Η φερεγγυότητα του Δημοσίου στην απαιτούμενη στήριξη του «Ηρακλή» είναι δεδομένη. Οι αναμενόμενες αλλαγές στο κληρονομικό, φορολογικό και κτηματολογικό δίκαιο, που έχουν ανακοινωθεί, θεωρητικά είναι άμεσα εφαρμόσιμες. Άρα, μια αδικαιολόγητα μακροχρόνια διαδικασία βρίσκεται στο τέλος της.

Αρκεί να τηρηθούν οι νόμοι και οι υποχρεωτικές διαδικασίες, με όρους καλόπιστης εξωδικαστικής αντιδικίας.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ