ΣΤΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΓΙΑ ΕΦ’ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ ΔΙΑΛΟΓΟ – Όλα στο τραπέζι με την Τουρκία

ΣΤΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΓΙΑ ΕΦ’ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ ΔΙΑΛΟΓΟ – Όλα στο τραπέζι με την Τουρκία

–Η Αθήνα «ξεπλένει» τις προκλήσεις και τις απειλές του Τ. Ερντογάν

Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ


Μία εβδομάδα πριν από το «ραντεβού στα τυφλά» μεταξύ Μητσοτάκη και Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, δημιουργεί σοβαρά ερωτηματικά η προσπάθεια εξωραϊσμού της εικόνας των ελληνοτουρκικών από την ηγεσία του ΥΠΕΞ προκειμένου να νομιμοποιηθούν οι συνομιλίες με την Άγκυρα, την ώρα που όλες οι τουρκικές διεκδικήσεις και αμφισβητήσεις βρίσκονται στο τραπέζι.

Οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν θα έχουν μία ακόμη συνάντηση από αυτές που τείνουν να εξελιχθούν σε ρουτίνα, χωρίς να παράγουν ουσιαστικά αποτελέσματα, με την Τουρκία βεβαίως να επωφελείται από το κλίμα αυτό, απαλλασσόμενη σταδιακά από την πίεση που ασκούσε η Αθήνα μέσω της ΕΕ αλλά και των ΗΠΑ για την ανάγκη εγκατάλειψης της αναθεωρητικής πολιτικής της. Και όλα αυτά με μοναδικό κέρδος την αναστολή των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, καθώς αυτή η πρακτική μπορεί άμεσα να επαναληφθεί με ένα απλό νεύμα του Ερντογάν.

Τις τελευταίες ημέρες, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης έχει επιδοθεί σε μια εντατική προσπάθεια εξωραϊσμού της εικόνας των ελληνοτουρκικών, μιλώντας για «ιστορική ευκαιρία», για συγκυρία που ευνοεί την Ελλάδα για να «κλείσει εκκρεμότητες δεκαετιών», ενώ διαπιστώνει ότι «αυτήν τη στιγμή υπάρχουν οι συνθήκες έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε το Κυπριακό».

Όλα αυτά δηλώνονται επισήμως από τον επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας την ώρα που η Τουρκία δεν έχει μετακινηθεί ούτε κατ’ ελάχιστον από τις ακραίες θέσεις αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας (casus belli, γκρίζες ζώνες, μηδενισμό θαλασσίων ζωνών των νησιών εκτός των χωρικών υδάτων 6 ν.μ., αποστρατιωτικοποίηση νησιών κ.ά.), ενώ στο Κυπριακό, ακόμη και αν γίνει η προσπάθεια για επανεκκίνηση των συνομιλιών, παραμένει το ανυπέρβλητο εμπόδιο της τουρκικής θέσης για λύση δύο κρατών, που καθιστά θνησιγενή την όποια, νέα, προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού.

Και όμως ο κ. Γεραπετρίτης δείχνει να αγνοεί και να παρακάμπτει τα πραγματικά δεδομένα εκφράζοντας αυτήν την αισιόδοξη και ειδυλλιακή εικόνα για τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, δημιουργώντας έτσι υποψίες ότι είτε δεν θέλει να αντιληφθεί την πραγματικότητα είτε επιχειρεί να διαστρεβλώσει την πραγματική εικόνα, ώστε να δικαιολογηθούν βήματα που πιθανόν σχεδιάζονται στο παρασκήνιο και στις μυστικές συναντήσεις του με τον τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν.

Όλοι αντιλαμβάνονται και κατανοούν ότι αν δεν επιλυθεί το μείζον θέμα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με την Τουρκία, οι σχέσεις θα παραμένουν διαρκώς σε τεντωμένο σκοινί.

Όμως, ο λόγος που δεν έχει επιλυθεί η διαφορά από το 1974 και μετά είναι οι τουρκικές αξιώσεις, οι οποίες διατυπώνονται διαρκώς. Εξάλλου αυτός ήταν ο λόγος που εμπόδισε την κυβέρνηση Σημίτη το 2003 να προχωρήσει σε συμφωνία με την Τουρκία, όταν οι διερευνητικές συνομιλίες είχαν φτάσει πολύ κοντά ακόμη και σε σχεδιασμό επί χαρτών. Και αυτό διότι η Τουρκία εμφάνισε στο τέλος στο τραπέζι τις «γκρίζες ζώνες».

Εάν ο Γιώργος Γεραπετρίτης έχει εξασφαλίσει από τον Χακάν Φιντάν ότι η Τουρκία εγκαταλείπει όλες αυτές τις αξιώσεις και αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας, πράγματι έχει κάθε λόγο να εκφράζει αυτήν την αισιοδοξία και θα έχει τις ευχές και τη στήριξη όλων ξεκινώντας μια διαπραγμάτευση σε αυτήν τη βάση.

Αν όμως, όπως παραδέχθηκε και ο ίδιος σε συνεντεύξεις του, οι θέσεις της Τουρκίας δεν έχουν αλλάξει ούτε υπάρχει πρόθεση εγκατάλειψης του τουρκολιβυκού μνημονίου, η έναρξη διαπραγματεύσεων, σε πολιτικό μάλιστα επίπεδο (καθώς ο κ. Γεραπετρίτης απαξίωσε τη διαδικασία των διερευνητικών επαφών), θα πρόκειται για ένα οδυνηρό εθνικό ολίσθημα, με απρόβλεπτες διαστάσεις.

Όταν ο υπουργός Εξωτερικών ομιλεί για «ιστορική ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί», θα πρέπει να εξηγήσει όλα αυτά στην κοινή γνώμη και στα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα, όπως, π.χ., με ποιους όρους θα καθίσει στο τραπέζι με τον πανούργο και δεινό διαπραγματευτή Χακάν Φιντάν και σε ποιο πλαίσιο θα γίνει αυτή η διαπραγμάτευση απέναντι σε μια Τουρκία η οποία λειτουργεί ως περιφερειακή δύναμη και προβάλλει τη στρατιωτική ισχύ της, ξεκινώντας μάλιστα από τη θέση ότι τα ελληνικά νησιά δεν δικαιούνται θαλάσσιες ζώνες πέραν των χωρικών υδάτων των 6 ν.μ.

Ας ελπίσουμε ότι η ελληνική διαπραγματευτική θέση δεν αποτυπώνεται στη δήλωση του Γιώργου Γεραπετρίτη στο επεισόδιο του «Oruc Reis» στο Καστελλόριζο, το 2020, όταν είπε ότι «κόκκινη γραμμή για την Ελλάδα είναι τα 6 ν.μ. των χωρικών υδάτων».

Διότι είναι προφανές ότι αν ο μπούσουλας είναι η πάση θυσία επίλυση των ελληνοτουρκικών, ώστε «να μη χαθεί η ιστορική ευκαιρία», αυτό θα οδηγήσει σε επικίνδυνη ατραπό, με μονομερείς παραχωρήσεις της χώρας μας και υποχώρηση σε ό,τι αφορά τα κυριαρχικά δικαιώματα που δικαιούται βάσει του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.

Καθώς επίσης επίκεινται οι συναντήσεις του ΓΓ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες με τον κύπριο Πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη και τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Ερσίν Τατάρ στη Νέα Υόρκη, η ελληνική διπλωματία είναι χρησιμότερο να υπενθυμίζει ότι η όποια λύση πρέπει να κινείται εντός του πλαισίου των αποφάσεων του ΣΑ του ΟΗΕ και του ευρωπαϊκού κεκτημένου, παρά να εκφράζει αισιοδοξία για το Κυπριακό ενώ υπάρχει στο τραπέζι η τουρκική θέση για δύο κράτη. Και η εθνική πολιτική είναι ακριβώς η καταγγελία αυτής της στάσης της Τουρκίας σε κάθε επίπεδο, ώστε να καταδειχθεί ποιος εμποδίζει την πρόοδο στο Κυπριακό…

Προβληματισμός, όμως, υπάρχει και από τον χειρισμό της υπόθεσης του καλωδίου για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι δεν υπάρχει θέμα γεωπολιτικού ρίσκου, ενώ όλοι γνωρίζουν τη δηλωμένη αντίθεση της Τουρκίας σε κάθε έργο στην Ανατολική Μεσόγειο στο οποίο δεν συμμετέχει η ίδια ή δεν έχει δώσει την έγκρισή της. Με ποιον τρό­πο εγγυάται η κυβέρνηση ότι δεν θα υπάρξει γεωπολιτικό ρίσκο για το καλώδιο; Τι ακριβώς εννοεί; Είναι αποφασισμένη, αν παρενοχληθεί ή εμποδιστεί το πλοίο, να βγάλει τον Στόλο, ώστε να υπερασπιστεί τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα; Ή με το επιχείρημα ότι η σημασία του έργου είναι στρατηγικής σημασίας δεν θα έχουμε πρόβλημα να καταπιούμε τα τετελεσμένα της Τουρκίας; Όπως στην Κάσο, όπου συνεχίζεται η διαστρέβλωση της πραγματικότητας, με τον υπουργό, αντί από την αρχή να επιμένει ότι η τοποθέτηση καλωδίων είναι ελεύθερη και δεν υπόκειται σε έγκριση, να ομιλεί για υφαλοκρηπίδες και ΑΟΖ και, θέλοντας να μπερδέψει την κοινή γνώμη, να λέει ότι η Ελλάδα ουδέποτε ζήτησε άδεια από την Τουρκία για τις έρευνες του πλοίου; Μα, φυσικά, δεν ζητά η χώρα άδεια, ωστόσο αποκρύπτει το γεγονός ότι το ιταλικό πλοίο απέστειλε τις συντεταγμένες των έρευνών του στην Τουρκία ώστε να εκδώσει NAVTΕX. Κίνηση που δεν θα μπορούσε να έχει γίνει χωρίς την έγκριση του «εργοδότη» ΑΔΜΗΕ, ο οποίος δεν θα λειτουργούσε ποτέ χωρίς την έγκριση της κυβέρνησης και του ΥΠΕΞ.

Έτσι ασκήθηκε πίεση στην Κύπρο, ώστε τελικά να εμφανισθεί η Λευκωσία ότι είναι αυτή που υπονομεύει το έργο, ενώ είναι η ίδια η Τουρκία που το πράττει και όλοι γνωρίζουν ότι η ΕΕ, η οποία στηρίζει και χρηματοδοτεί το έργο, δεν έχει τις στρατιωτικές δυνατότητες ούτε βεβαίως την πολιτική βούληση να παρέμβει ώστε να διασφαλίσει την υλοποίηση του έργου. Και, φυσικά, η μεγαλύτερη επιβεβαίωση της ύπαρξης γεωπολιτικού κινδύνου είναι αυτό που συνέβη στην Κάσο τον Ιούλιο…


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ