Στη γεωπολιτική καταιγίδα από Βορρά και Νότο η Τουρκία ενισχύεται, με την Αθήνα σε ρόλο παρατηρητή…
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Σε σπιράλ απρόβλεπτων εντάσεων και συγκρούσεων βυθίζεται η ευρύτερη περιοχή, με τα μέτωπα της Ουκρανίας και της Γάζας να υπερθερμαίνονται, προκαλώντας αγωνία για το ενδεχόμενο γενίκευσης των συγκρούσεων και στον Βορρά και στον Νότο της χώρας μας.
Αυτή η γεωπολιτική καταιγίδα δεν αφήνει ανεπηρέαστη καμία χώρα της περιοχής, ούτε φυσικά και την Ελλάδα, η οποία τουλάχιστον στον πόλεμο της Ουκρανίας είναι ενεργά αναμεμειγμένη και λόγω της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ αλλά και λόγω των πρωτοβουλιών της κυβέρνησης, που έχει αναδειχθεί σε έναν ισχυρό υποστηρικτή του Προέδρου Ζελένσκι.
Η κατάσταση επιδεινώνεται και λόγω της μη ύπαρξης ασφαλών προβλέψεων για την έκβαση των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο, καθώς όλοι οι περιφερειακοί παίκτες θέλουν να εξασφαλίσουν από τώρα κέρδη επί του πεδίου, ώστε να μη βρεθούν μπροστά σε εκπλήξεις με την εκλογή είτε της Κάμαλα Χάρις είτε του Ντόναλντ Τραμπ.
Η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική διπλωματία δείχνουν να τα έχουν χαμένα και να βουλιάζουν στα δικά τους, εσωτερικά προβλήματα και στις αδυναμίες και να αδυνατούν να κινηθούν σε διπλωματικό επίπεδο, με τρόπο που όχι μόνο θα αναβάθμιζε τον ρόλο της χώρας αλλά θα ύψωνε και έναν κυματοθραύστη απέναντι σε αυτήν την «καταιγίδα».
“Σε αυτό το περίπλοκο σκηνικό και ενώ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις στα δύο μεγάλα ανοικτά μέτωπα, της Ουκρανίας και της Γάζας, οι κινήσεις της Τουρκίας συνιστούν μία ακόμα απειλή για την Ελλάδα. Και αυτά δεν αντιμετωπίζονται ούτε με ομφαλοσκοπήσεις, ούτε με θετικές ατζέντες, ούτε με τεμενάδες, ούτε με την πλασματική εικόνα που προβάλλει η ελληνική κυβέρνηση για τη δήθεν ελληνοτουρκική προσέγγιση… Απλώς κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για την Ελλάδα σε ένα πραγματικά επικίνδυνο και δυστοπικό διεθνές περιβάλλον.”
Ένας από τους περιφερειακούς παίκτες, που έχει εκμεταλλευθεί στο μάξιμουμ τη συγκυρία των πολέμων στην Ουκρανία και στη Γάζα, είναι η Τουρκία, η οποία ρισκάροντας και –πολλές φορές, μάλιστα, με προκλητικό τρόπο– κρατώντας τα δύο πόδια σε δύο βάρκες έχει επιτύχει να είναι συνομιλητής των αντιμαχόμενων στο Ουκρανικό και ο ισχυρότερος υποστηρικτής των Παλαιστινίων. Εκεί όπου ο αποκλεισμός της από το Ισραήλ σε κάθε μεσολαβητική προσπάθεια μετατρέπεται από τον Ερντογάν σε πλεονέκτημα, καθώς η Τουρκία μένει εκτός των διαπραγματεύσεων και των συναλλαγών με τον Νετανιάχου και αυτό προβάλλεται σε αντιδιαστολή με τα αραβικά καθεστώτα, τα οποία συνεχίζουν να συνομιλούν με το Ισραήλ παρά τη συνεχιζόμενη σφαγή των παλαιστινίων αμάχων.
Παρότι διαρκώς ακούγονται όλο και περισσότερες προειδοποιήσεις για τον ρόλο της Τουρκίας, ούτε οι Αμερικανοί ούτε οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να στριμώξουν τον Ταγίπ Ερντογάν, ώστε με καθαρό τρόπο να δείξει ότι τιμά την ιδιότητα της χώρας του ως μέλους του ΝΑΤΟ και υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην ΕΕ. Να αποδείξει δηλαδή ότι η Τουρκία ανήκει στη Δύση και δεν παίζει διπλό παιχνίδι.
Ακόμη και οι πιο ήπιοι σχολιαστές και αναλυτές, βλέποντας την πολιτική της Τουρκίας, διαπιστώνουν ότι η χώρα κινείται σαφώς μακριά από τη Δύση και ότι απλώς ο Ταγίπ Ερντογάν θέλει να συνεχίσει να αποσπά όποια οφέλη μπορεί από συμμάχους και εταίρους, ενώ την ίδια στιγμή συναγελάζεται και συναλλάσσεται με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, το Ιράν, τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ…
Την ώρα που όλη η Ευρώπη και οι ΗΠΑ βρίσκονται σε μια κρίσιμη καμπή για την αντιμετώπιση της Ρωσίας και της επιθετικότητάς της, ο Ταγίπ Ερντογάν φεύγει από τις Συνόδους Κορυφής της Συμμαχίας και συνεχίζει κανονικά τη στενή σχέση του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Συνεχίζει να προμηθεύεται με προνομιακούς όρους ενέργεια από τη Μόσχα και ετοιμάζεται να προσφέρει στον ρώσο ηγέτη ένα ακόμη εργαλείο μεγαλύτερης εξάρτησης της Τουρκίας από τη Ρωσία. Μετά τον πυρηνικό σταθμό του Ακούγιου και ο δεύτερος πυρηνικός σταθμός που προγραμματίζει η Τουρκία θα ανατεθεί σε ρωσική εταιρεία, η οποία ουσιαστικά θα έχει και την «ιδιοκτησία» του πυρηνικού προγράμματος της Τουρκίας. Και φυσικά κανείς δεν γνωρίζει εάν στη συμφωνία αυτή η Ρωσία έχει κλείσει το μάτι στον Ταγίπ Ερντογάν για διευκόλυνση των φιλοδοξιών του για απόκτηση και αμυντικής πυρηνικής τεχνολογίας, κάτι το οποίο έχει επιχειρηθεί στο πρόσφατο παρελθόν και από το Πακιστάν.
Η έκρηξη της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, η οποία όχι μόνο εξασφαλίζει κρίσιμους εξοπλισμούς στη χώρα (τελευταίο δείγμα το νέο τουρκικό υποβρύχιο που καθελκύσθηκε από τον Ταγίπ Ερντογάν) αλλά δημιουργεί έναν τεράστιο κύκλο εργασιών που ενισχύει την τουρκική οικονομία, και κυρίως η εξαγωγή drones σε πολλές χώρες της Ασίας, της Αφρικής ακόμη και της ΕΕ αποφέρουν κρίσιμο συνάλλαγμα, χρηματοδοτώντας έτσι τα όλο και πιο τολμηρά βήματα της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας.
Στη Μέση Ανατολή, η Τουρκία επενδύει στην αντιισραηλινή ρητορική της, θεωρώντας ότι έτσι αποκτά κύρος και διείσδυση στον αραβικό κόσμο, τα οποία κατόπιν θα μπορέσει να εξαργυρώσει στις σχέσεις της με τα αραβικά καθεστώτα, τα οποία είναι εκτεθειμένα στη μουσουλμανική κοινή γνώμη λόγω της… αδράνειάς τους απέναντι στο Ισραήλ.
Ο Ταγίπ Ερντογάν ελπίζει ότι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, ειδικά αν αυτός είναι ο Ντόναλντ Τραμπ, θα εγκαταλείψει ή τουλάχιστον θα μετριάσει σημαντικά την αμερικανική εμπλοκή στη Συρία, και αυτό είναι το μεγάλο στοίχημά του. Γατί αυτό θα του δώσει τη δυνατότητα να ξεκαθαρίσει τη Βόρεια Συρία από τους κούρδους μαχητές, που τώρα είναι σύμμαχοι των ΗΠΑ, και θα προσφέρει την ευκαιρία η ζώνη ασφαλείας που θα δημιουργήσει στη Βόρεια Συρία να μετατραπεί ουσιαστικά σε ζώνη κατοχής από την Τουρκία.
Ο τούρκος Πρόεδρος επιχειρεί να χρησιμοποιήσει την κρίση στη Γάζα αλλά και την ισχυρή παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη ως όχημα για να αποκαταστήσει τη σχέση του με τον αιγύπτιο Πρόεδρο Αλ Σίσι, ο οποίος αναμένεται να επισκεφθεί για πρώτη φορά την Άγκυρα στις 4 Σεπτεμβρίου. Ένα εγχείρημα όχι εύκολο, καθώς στρατηγικά υπάρχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα των δύο χωρών, όμως υπάρχουν επίσης μεγάλα οικονομικά συμφέροντα αλλά και ο αμοιβαίος φόβος ώστε να μην υπάρξει ανατροπή της ισορροπίας μεταξύ των δύο μεγάλων περιφερειακών δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Για τον τούρκο Πρόεδρο βεβαίως μεγάλο στοίχημα είναι και το θέμα των θαλασσίων ζωνών, κάτι που αφορά άμεσα την Ελλάδα.
Ο Ερντογάν δεν έχει ποτέ συγχωρήσει στον Σίσι το ότι όχι μόνο καταδίκασε το τουρκολιβυκό μνημόνιο αλλά έδωσε το πράσινο φως για τη συμφωνία μερικής οριοθέτησης ΑΟΖ με την Ελλάδα, η οποία επικαλύπτει το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Βεβαίως, η τουρκική διπλωματία έχει σημειώσει ότι ο Σίσι δεν προχώρησε με την Ελλάδα σε οριοθέτηση ανατολικά του 28ου μεσημβρινού (που διατέμνει τη Ρόδο) και έτσι παραμένει ανοικτό το ενδεχόμενο μελλοντικά η Τουρκία να επιτύχει –με την ίδια ή μια άλλη ηγεσία στην Αίγυπτο– τον στόχο της για διαμοιρασμό της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικής Μεσογείου μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου, υφαρπάζοντας έτσι όλη την ελληνική υφαλοκρηπίδα, με αντίστοιχο όφελος και για τους Αιγυπτίους.
Όμως η Τουρκία χρησιμοποιεί κι άλλα όπλα για να φέρει με τα νερά της την Αίγυπτο. Με την ισχυρή διείσδυσή της στη Λιβύη αλλά και στη Σομαλία, στην Αιθιοπία και σε χώρες της Κεντρικής Αφρικής δημιουργεί μια «τανάλια» η οποία, όσο σφίγγει, πιέζει ακόμη περισσότερο το Κάιρο.
Σε αυτό το περίπλοκο σκηνικό και ενώ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις εξελίξεις στα δύο μεγάλα ανοικτά μέτωπα, της Ουκρανίας και της Γάζας, οι κινήσεις της Τουρκίας συνιστούν μία ακόμα απειλή για την Ελλάδα. Και αυτά δεν αντιμετωπίζονται ούτε με ομφαλοσκοπήσεις, ούτε με θετικές ατζέντες, ούτε με τεμενάδες, ούτε με την πλασματική εικόνα που προβάλλει η ελληνική κυβέρνηση για τη δήθεν ελληνοτουρκική προσέγγιση… Απλώς κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για την Ελλάδα σε ένα πραγματικά επικίνδυνο και δυστοπικό διεθνές περιβάλλον.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ