Κακάο και γάλα κάνουν το παγωτό… είδος πολυτελείας
–Απειλούν να τορπιλίσουν την προσπάθεια ανάκαμψης του κλάδου στη χώρα μας, στον οποίο είχαμε τελευταία σημαντικές αλλαγές και επενδύσεις
Γράφει ο
Νίκος Παρασκευάς
Η εκτίναξη της τιμής του κακάο στις διεθνείς αγορές και η αύξηση της τιμής του αιγοπρόβειου γάλακτος εξαιτίας της πανώλης των προβάτων έχει οδηγήσει σε σημαντική άνοδο την τιμή του παγωτού, του πιο διαδεδομένου και… απαραίτητου γλυκίσματος του καλοκαιριού, σε σημείο που το παραδοσιακό παγωτάκι, που κάποτε ήταν η δροσιά του φτωχού και των παιδιών, να τείνει να γίνει κι αυτό… είδος πολυτελείας.
Στις αρχές του χρόνου η τιμή του παγωτού ήταν γύρω στα 13 ευρώ το κιλό και σήμερα έχει φτάσει… αισίως στα 15 ευρώ. Και αν δεν χρησιμοποιούσαν οι γαλακτοβιομηχανίες σχεδόν αποκλειστικά γάλα αγελάδας για την παρασκευή του, θα ήταν ακόμα υψηλότερες.
Για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση και να συγκρατήσουν την τιμή, οι παράγοντες του κλάδου έχουν βγάλει στην αγορά πολλά προϊόντα παγωτού και γεύσεις που δεν περιέχουν κακάο. Έτσι, βλέπουμε στα σημεία πώλησης να υπάρχουν δύο – τρεις επιλογές με παγωτά που περιέχουν σοκολάτα και να υπάρχουν άλλες… είκοσι με διάφορες άλλες γεύσεις και αισθητά χαμηλότερες τιμές.
Όσον αφορά τα παγωτά ιδιωτικής ετικέτας –που παράγονται από εταιρείες του χώρου αλλά έχουν την επωνυμία της εταιρείας που τα διαθέτει στο λιανεμπόριο–, επειδή οι γεύσεις είναι καθαρισμένες και πατενταρισμένες από τις εταιρείες που τα παράγουν, είναι συγκεκριμένα και δεν περιλαμβάνουν μεγάλη γκάμα. Έτσι, αν και πολλοί καταναλωτές τα προτιμούν λόγω της ελκυστικής τιμής τους, δεν έχουν την απορροφητικότητα που έχουν άλλα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Αυτή, όμως, η αβεβαιότητα που υπάρχει στον κλάδο και θα ενταθεί με την έλευση του χειμώνα, γιατί το παγωτό είναι κατ’ εξοχήν εποχικό προϊόν, απειλεί να τορπιλίσει την προσπάθεια ανάκαμψης που επιχειρείται τελευταία, καθώς νέοι παίχτες μπαίνουν στον χώρο, ενώ οι υπάρχοντες κάνουν σοβαρές κινήσεις εκσυγχρονισμού και επεκτάσεις για να τους αντιμετωπίσουν. Και αυτό γιατί η αγορά του παγωτού στη χώρα μας πέρσι έκανε τζίρο που ξεπέρασε τα 170.000 ευρώ, τη στιγμή που προ κρίσης, το 2008, έφτανε τα 300.000 ευρώ. Δηλαδή, είναι μια αγορά που έχει πολλά περιθώρια ανάπτυξης, γι’ αυτό και προσελκύει νέους επενδυτές. Γιατί τα παγωτά πωλούνται και χύμα σε μεγάλο ποσοστό, γύρω στο 30%, πέραν του 70% που είναι τα τυποποιημένα και πωλούνται στα σούπερ μάρκετ σε ποσοστό 40% και στα λοιπά μαγαζιά και στα περίπτερα σε ποσοστό 30%.
Η σημαντικότερη εξαγορά, που άλλαξε τις ισορροπίες, ήταν εκείνη της γαλακτοβιομηχανίας ΔΩΔΩΝΗ από τον Όμιλο Βενέτη, του Παναγιώτη Μονεμβασιώτη, που ολοκληρώθηκε πριν από επτά περίπου μήνες, έπειτα από δύο χρόνια έντονων διεργασιών και διαπραγματεύσεων, κυρίως με τις τράπεζες, που είχαν δανειοδοτήσει την εταιρεία. Ο νέος ιδιοκτήτης της ιστορικής εταιρείας έχει εξαγγείλει την αγορά φάρμας στη Βοιωτία για τη διασφάλιση πρώτης ύλης και επενδύσεις ύψους 19 εκατ. ευρώ.
Η εξαγορά αυτή έφερε ανακατατάξεις στον κλάδο, αφού οι άλλες μεγάλες εταιρείες ολοκλήρωσαν αμέσως τις κινήσεις που είχαν ξεκινήσει, δημιουργώντας μια νέα πραγματικότητα στο ελληνικό παγωτό.
Να σημειώσουμε ότι όλες οι επιχειρήσεις στους σχεδιασμούς τους περιλαμβάνουν και διείσδυση στις αγορές γειτονικών χώρων, κυρίως των βαλκανικών, γιατί Ιταλία και Τουρκία έχουν παράδοση στο προϊόν.
Έτσι, η μεγαλύτερη εταιρεία του χώρου, η ΔΕΛΤΑ, εξαγόρασε την Golden Sin, που είναι ο αποκλειστικός διανομέας των παγωτών Mars και Haagen-Dazs στη χώρα μας. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζει ένα μεγάλο δίκτυο πωλήσεων με γνωστές φίρμες, μέσω του οποίου θα διοχετεύει και τα δικά της προϊόντα. Δηλαδή στο δικό της δίκτυο, που είναι εξαιρετικά μεγάλο, πρόσθεσε κι άλλο ένα που έχει απόληξη αποκλειστικά στο παγωτό.
Τέλος, η αναπτυσσόμενη ταχύτατα τα τελευταία χρόνια γαλακτοβιομηχανία ΚΡΙ ΚΡΙ δημιούργησε στις Σέρρες νέο, σύγχρονο εργοστάσιο, σε έκταση 2.000 στρεμμάτων, στο οποίο λειτουργεί και Μουσείο Παγωτού, όπου ο επισκέπτης μπορεί να δει τον παραδοσιακό και σύγχρονο τρόπο παρασκευής του προϊόντος και να φτιάξει ο ίδιος παγωτό με τις γεύσεις που θέλει.
Όλη αυτή η προσπάθεια κινδυνεύει λόγω των αυξήσεων στην πρώτη ύλη, αλλά οι παράγοντες του κλάδου υπογραμμίζουν ότι έχουν την τεχνογνωσία και την εμπειρία να ξεπεράσουν τα προβλήματα και να αποκαταστήσουν τις ισορροπίες που θα τους επιτρέψουν να υλοποιήσουν τους στόχους τους.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ