Νέα μελέτη: Πώς ζουν οι ασθενείς έναν χρόνο  μετά από βαρύ εγκεφαλικό και επέμβαση θρομβεκτομής

Νέα μελέτη: Πώς ζουν οι ασθενείς έναν χρόνο μετά από βαρύ εγκεφαλικό και επέμβαση θρομβεκτομής

Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ


Εντυπωσιακά είναι τα αποτελέσμα­τα νέας μελέτης, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό «Lancet Neurology». Η μελέτη έδειξε ότι οι ασθενείς που έπαθαν βαρύ εγκεφαλικό με εγκαταστημένη βλάβη και υποβλήθηκαν σε μία επέμβαση που λέγεται θρομβεκτομή είχαν μιάμιση φορά μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης και σχεδόν τέσσερις φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι εντελώς αυτόνομοι στις καθημερινές τους δραστηριότητες!

Η μεγάλη μελέτη φέρει την ονομασία «TENSION» και πήραν μέρος σε αυτή 253 ασθενείς από 40 νοσοκομεία της Ευρώπης και ένα του Καναδά. Ανάμεσα στους συγγραφείς της μελέτης είναι και ο έλληνας καθηγητής Ακτινολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτης Παπαναγιώτου, ο οποίος διενεργεί τη σωτήρια αυτή επέμβαση (θρομβεκτομή) στο Κέντρο Εγκεφαλικών που έχει δημιουργηθεί από τη συνεργασία των Νοσοκομείων Αλεξάνδρα, Αρεταίειο και Αιγινήτειο.

Οι ασθενείς χωρίστηκαν με τυχαίο τρόπο σε δύο ομάδες: Περίπου οι μισοί υποβλήθηκαν σε θρομβεκτομή και οι υπόλοιποι έλαβαν την καθιερωμένη ιατρική φροντίδα. Όλοι τους παρακολουθήθηκαν έως και 12 μήνες μετά την επέμβαση και οι ερευνητές βρήκαν ότι οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θρομβεκτομή είχαν:
= μιάμιση φορά μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης (55% έναντι 38%),
= δύο φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εκτελούν καθημερινές δραστηριότητες με βοήθεια (34% έναντι 17%),
= σχεδόν τέσσερις φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι εντελώς ανεξάρτητοι (22% έναντι 6%).

Όπως αναφέρει ο κ. Παπαναγιώτου, «η θρομβεκτομή έχει μακροχρόνια οφέλη, ακόμη και για ασθενείς με εγκατεστημένη βλάβη, που αντιμετωπίστηκαν έως και 12 ώρες μετά την έναρξη του εγκεφαλικού. Και προσθέτει: «Σε αυτήν την κατηγορία ασθενών δεν είχαμε σημαντικές ελπίδες για καλή έκβαση, και συνήθως δεν προχωρούσαμε σε επέμβαση. Τώρα, όχι μόνο αυξήθηκε η επιβίωση, αλλά έχουμε και έναν στους τρεις να έχει ικανοποιητικό για το μέγεθος της βλάβης αποτέλεσμα, δηλαδή να εκτελεί καθημερινές δραστηριότητες με μικρή βοήθεια, και ακόμη έναν στους τέσσερις ή πέντε να είναι πλήρως ανεξάρτητος μετά από έναν χρόνο.

Επιπλέον, η ποιότητα ζωής, η οποία επίσης εξετάστηκε στη μελέτη, ήταν καλύτερη με τη θρομβεκτομή».

Από την άλλη, «σε περιπτώσεις α­σθενών, όπου η επέμβαση γίνεται πιο γρήγορα και δεν έχει εγκατασταθεί η βλάβη, τα αποτελέσματα είναι ακόμα καλύτερα, με έως και το 50% των ασθενών να είναι ανεξάρτητο, δηλαδή να μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του», προσθέτει ο καθηγητής Παπαναγιώτου.

Μεγάλη ανάγκη στην Ελλάδα

Για την Ελλάδα, όπου έχουμε ακόμα δρόμο βελτίωσης για να φτάσουμε σε ικανοποιητικό επίπεδο εφαρμογής της θρομβεκτομής, η νέα μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη ενημέρωσης και βελτίωσης των ιατρικών υποδομών. «Είναι επιτακτική ανάγκη να ενσωματώσουμε αυτήν τη θεραπεία στα νοσοκομεία που χειρίζονται περιστατικά εγκεφαλικού», λέει ο καθηγητής, ο οποίος έχει επίσης εμπλακεί ενεργά στην οργάνωση δικτύων θρομβεκτομών στη Γερμανία, όπου υπάρχουν από τα καλύτερα διαθέσιμα δίκτυα παγκοσμίως.

Νοσοκομεία του δημόσιου συστήματος υγείας στην Αττική, όπως το Αρεταίειο, ο Ερυθρός Σταυρός, το Γεννηματάς, ο Ευαγγελισμός, το Αττικό και το 251 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, διενεργούν θρομβεκτομές, καθώς και νοσοκομεία στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στην Πάτρα και στο Ηράκλειο, τα οποία συμπληρώνονται από ιδιωτικά νοσοκομεία. «Καθώς πρόκειται για επείγουσες θεραπείες που συμβαίνουν ανά πάσα στιγμή, πρέπει να επενδύσουμε στον συντονισμό των γιατρών και των νοσοκομείων που διενεργούν την επέμβαση για να βελτιώσουμε τα αποτελέσματα των ασθενών μας», καταλήγει ο καθηγητής Παπαναγιώτου, ο οποίος είναι και πρόεδρος της επιτροπής του ΚΕΣΥ για τα Κέντρα Θρομβεκτομών.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ