Ο «λήθαργος» της κυβέρνησης στα Ελληνοτουρκικά και τα επικίνδυνα παιχνίδια στο Κυπριακό
Του
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΚΑΛΟΥ
Την επιλογή όχι απλώς να εγκαταλείψει το Κυπριακό, προκειμένου να μη «μολύνει» την ελληνοτουρκική προσέγγιση, αλλά και να ασκήσει έμμεση πίεση στη Λευκωσία και στον Πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη, ώστε να φανεί πιο «ελαστικός» και να αναλάβει αυτός την ευθύνη και το κόστος κινήσεων προκειμένου να εμφανιστεί «πρόοδος» στο Κυπριακό, φαίνεται να υιοθετεί το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών. Μια επιλογή η οποία ρίχνει βαριά σκιά στην επέτειο της συμπλήρωσης 50 ετών από την τουρκική εισβολή και κατοχή.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, με τα αντιφατικά μηνύματα που στέλνει η Αθήνα, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον η παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Λευκωσία, στην εκδήλωση που θα γίνει στο Προεδρικό Μέγαρο στις 20 Ιουλίου, όταν συμπληρώνονται 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή, μετά το προδοτικό πραξικόπημα της αμερικανοκίνητης χούντας των Αθηνών εναντίον του Προέδρου Μακαρίου, και τη συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού.
Ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το ελληνικό ΥΠΕΞ τη διαδικασία ελληνοτουρκικής προσέγγισης και η μυθοποίησή της έχει οδηγήσει τη Β. Σοφίας στην υιοθέτηση απόψεων και θέσεων που στο παρελθόν προωθήθηκαν από το «εκσυγχρονιστικό» μπλοκ των Κώστα Σημίτη – Γιώργου Παπανδρέου, σύμφωνα με τις οποίες δεν πρέπει το Κυπριακό να στέκεται εμπόδιο στις προσπάθειες βελτίωσης του κλίματος και στις προσπάθειες επίλυσης των ελληνοτουρκικών θεμάτων. Πρόκειται για μια προσέγγιση η οποία δεν συνιστά απλώς μείζονα κίνηση κατευνασμού προς την Άγκυρα αλλά και κρίσιμη υποχώρηση, καθώς εμφανίζεται να είναι η Κύπρος η αιτία για τα ελληνοτουρκικά προβλήματα. Είναι η θεωρία που προσφέρει άλλοθι σε μια σειρά παραχωρήσεις που γίνονται προς την Άγκυρα, καθώς επιρρίπτεται η ευθύνη στο… Κυπριακό για τη στασιμότητα και τις εντάσεις, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι η αιτία είναι ο τουρκικός αναθεωρητισμός και οι έμπρακτες αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας, οι οποίες κάθε άλλο παρά έχουν σταματήσει στη διάρκεια και της τελευταίας προσπάθειας ελληνοτουρκικής προσέγγισης.
Πρόκειται περί κολοσσιαίου λάθους και απολύτως προβληματικής για τα εθνικά συμφέροντα προσέγγισης, καθώς αντί να υπάρχει ρεαλιστική και ουσιαστική εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων, τελικά, προκειμένου να μην καταδειχθεί το αδιέξοδο που προκαλεί ο τουρκικός αναθεωρητισμός στα ελληνοτουρκικά, εφευρίσκονται άλλες αιτίες και επιρρίπτεται η ευθύνη στο Κυπριακό και στον Κυπριακό Ελληνισμό.
Έχει προκαλέσει αρνητική εντύπωση το ότι δεν υπήρξε καμία αντίδραση από το ΥΠΕΞ την περασμένη εβδομάδα, όταν ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας (και προεδρεύων της ΕΕ για το β’ εξάμηνο του 2024) Βίκτορ Όρμπαν έσπευσε στη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών στο Αζερμπαϊτζάν να σταθεί στην οικογενειακή φωτογραφία μαζί με τον κατοχικό τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ, ο οποίος είχε κληθεί από την Άγκυρα και τους Αζέρους, αν και ακόμη οι άλλες χώρες-μέλη του Οργανισμού δεν έχουν αποδεχθεί την ένταξή του στον Οργανισμό, που θα συνιστούσε και αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ, το κυπριακό ΥΠΕΞ και ο επικεφαλής του ΕΛΚ Μάνφρεντ Βέμπερ καταδίκασαν την παρουσία του κ. Όρμπαν δηλώνοντας ότι η ΕΕ αναγνωρίζει μόνο την Κυπριακή Δημοκρατία και ότι ο ίδιος βρέθηκε εκεί χωρίς την ιδιότητα του προεδρεύοντος του Συμβουλίου.
Οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν συναντήθηκαν στην Ουάσινγκτον και το επόμενο Σάββατο θα βρεθούν ο ένας στη Λευκωσία, όπου θα γίνει η μεγάλη εκδήλωση στο Προεδρικό Μέγαρο για τη θλιβερή επέτειο των 50 ετών από την τουρκική εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή, και ο άλλος στην κατεχόμενη Λευκωσία, για να γιορτάσει με μεγάλη στρατιωτική παρέλαση των κατοχικών δυνάμεων την «ειρηνευτική επιχείρηση του 1974». Πολλοί θα ήθελαν να μπει το Κυπριακό στο περιθώριο των ελληνοτουρκικών, όμως όλοι αντιλαμβάνονται ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί.
Εξάλλου, στη συνάντηση της Ουάσινγκτον θα έπρεπε από ελληνικής πλευράς να έχουν τεθεί και ορισμένα ζητήματα που ήγειρε και ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν. Οι κατηγορίες που εκτοξεύθηκαν, σύμφωνα με τις οποίες η Κύπρος έχει γίνει βάση των Ισραηλινών για τον πόλεμο της Γάζας ή για μια σχεδιαζόμενη επίθεση εναντίον του Λιβάνου και η Ελλάδα προσφέρει τα νησιά της, και συνεπώς οι δύο χώρες θα βρεθούν στη φωτιά, συνιστούν πρωτοφανή στοχοποίηση της Ελλάδας και της Κύπρου και είναι προφανές ότι δεν συνάδουν με το υποτιθέμενο θετικό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Διότι, εκτός των άλλων, αυτό δείχνει και την πρόθεση της Τουρκίας να κατηγορήσει την Κύπρο ότι παραβιάζει δήθεν τις Συνθήκες Εγγύησης αλλά και ότι θέτει σε… κίνδυνο το ψευδοκράτος. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τέτοιες δηλώσεις, σε ανώτατο μάλιστα επίπεδο, από την Τουρκία αποσκοπούν στο να μειώσουν την Ελλάδα στα μάτια των Αράβων και να υπονομεύσουν τις άριστες σχέσεις που διατηρεί η χώρα μας και με τις χώρες του Κόλπου, κάτι που δεν άλλαξε παρά την επαναπροσέγγισή τους με την Τουρκία.
Το ελληνικό ΥΠΕΞ επίσης απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο όσον αφορά τις εκθέσεις του ΓΓ του ΟΗΕ για την Κύπρο, που με απαράδεκτο τρόπο εξομοιώνουν σε πολλά σημεία τους τον θύτη με το θύμα, προκειμένου να μην… ερεθιστεί η Άγκυρα και ο Ταγίπ Ερντογάν. Επιπλέον, σοβαρό προβληματισμό έχει προκαλέσει η έντονη φημολογία ότι στη διάρκεια των ελληνοτουρκικών επαφών έχει τεθεί στο τραπέζι και θέμα τετραμερούς, η οποία βεβαίως απορρίπτεται παγίως από τη Λευκωσία, καθώς θα οδηγούσε σε πλήρη εξομοίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας με το ψευδοκράτος και θα έδινε διέξοδο στους υποστηρικτές της Τουρκίας, οι οποίοι δεν θέλουν να επιρρίψουν ευθύνες για το αδιέξοδο στην Τουρκία και στους Τουρκοκυπρίους.
Και σε διμερές επίπεδο, όμως, η Τουρκία, με αφορμή την πόντιση καλωδίου επικοινωνιών από ιταλικό σκάφος, βρήκε την ευκαιρία να επαναφέρει και πάλι τη διεκδίκησή της εις βάρος της Ελλάδας επί της υφαλοκρηπίδας της Ανατολικής Μεσογείου. Από την Αθήνα δεν υπήρξε καμία επίσημη αντίδραση για το ότι η Τουρκία χαρακτήριζε «τουρκική» όλη την ελληνική και μέρος της κυπριακής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο, στις περιοχές μάλιστα του τουρκολιβυκού μνημονίου, και περιορίστηκε μόνο στην έκδοση μίας ακόμη NAVTEX, η οποία επικάλυπτε μέρος των τουρκικών NAVTEX, λέγοντας ότι είναι ελληνική περιοχή. Όμως, το ιταλικό σκάφος συνέχισε τις εργασίες του υπό την επίβλεψη τουρκικού πολεμικού σκάφους, με έναν τρόπο που έδινε την εντύπωση ότι επιβάλλει τετελεσμένα επί του εδάφους.
Είναι ώρα η κυβέρνηση να ξυπνήσει από τον «λήθαργο» και να σταματήσει να επιδιώκει τη δήθεν βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία εις βάρος του Κυπριακού, πριν να είναι αργά…
ΤΟ ΠΑΡΟΝ