Οι φωτιές στα δάση δεν καίνε μόνο δέντρα
Οι συνέπειες σε αναπνευστικό, μάτια και δέρμα από τον καπνό και τα αιωρούμενα σωματίδια
Του
ΑΡΗ ΜΠΕΡΖΟΒΙΤΗ
Οι πυρκαγιές έχουν διάφορες επιπτώσεις και κρύβουν αρκετούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης νοσηρότητας και θνησιμότητας. Κυρίως, όμως, προκαλούν προβλήματα στο αναπνευστικό μας σύστημα, στα μάτια και στο δέρμα, με πιο ευάλωτους τους ασθενείς που πάσχουν από άσθμα ή χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, καρδιαγγειακά νοσήματα ή διάφορες οφθαλμικές παθήσεις.
Σύμφωνα με την Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία, κίνδυνο δεν διατρέχουν μόνο όσοι κατοικούν και εργάζονται σε περιοχές που βρίσκονται κοντά στα μέτωπα των πυρκαγιών αλλά και όλοι όσοι εκτίθενται στον καπνό και στα αιωρούμενα σωματίδια.
Τα συχνότερα συμπτώματα που σχετίζονται με βραχυχρόνια έκθεση σε καπνό, ανεξαρτήτως μηχανισμού, αφορούν το ανώτερο αναπνευστικό και εκδηλώνονται με ρινίτιδα (ρινική συμφόρηση, ρινική καταρροή) και αίσθηση ξηρότητας στον φάρυγγα. Μπορεί επίσης να εμφανισθεί βήχας που είναι ξηρός και ερεθιστικός, ενώ, ανεξάρτητα από την ύπαρξη υποκείμενου νοσήματος, μπορεί να εμφανισθεί και δύσπνοια.
Συστηματικά συμπτώματα, όπως ζάλη, ναυτία, καταβολή και κεφαλαλγία, υποδηλώνουν πιθανή τοξικότητα από μονοξείδιο του άνθρακα, που θα πρέπει να διερευνάται άμεσα και να ενημερώνεται ο θεράπων ιατρός.
Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να εμφανισθούν και σε καθ’ όλα υγιή άτομα, αλλά είναι σαφές ότι η συχνότητα και η ένταση είναι μεγαλύτερη σε άτομα με υποκείμενα νοσήματα, κυρίως του αναπνευστικού και του καρδιαγγειακού συστήματος.
Είναι γνωστό ότι η τοξικότητα από την εισπνοή προϊόντων καύσης μπορεί να προκαλέσει θερμική ή χημική βλάβη του αναπνευστικού συστήματος. Η άμεση θερμική βλάβη προκαλείται από την εισπνοή θερμού ατμού κοντά στην εστία της φωτιάς και αφορά τους ανώτερους αεραγωγούς. Η χημική βλάβη προκαλείται από την εισπνοή οργανικών μικροσωματιδίων, διαφορετικής σύνθεσης και μεγέθους, ή χημικών ερεθιστικών ουσιών και μπορεί να αφορά τόσο τους αεραγωγούς όσο και το πνευμονικό παρέγχυμα.
Η κυριότερη άμεση αιτία θανάτου σε περίπτωση φωτιάς είναι η ασφυξία που οφείλεται στην κατανάλωση του οξυγόνου κοντά στην εστία της φωτιάς, σε συνδυασμό με την εισπνοή μεγάλης ποσότητας καπνού. Σε μεγαλύτερη απόσταση από την εστία της φωτιάς, η εισπνοή μικροσωματιδίων και χημικών ερεθιστικών ουσιών μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε σημαντικό αριθμό ατόμων, που αφορούν τόσο το αναπνευστικό όσο και το καρδιαγγειακό σύστημα.
Η βαρύτητα και η έκταση των βλαβών από την εισπνοή σωματιδίων ή/και τοξικών αερίων εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το μέγεθος και η διάμετρος των σωματιδίων, η διάρκεια της έκθεσης, η διαλυτότητα των τοξικών αερίων, καθώς και η ύπαρξη υποκείμενου νοσήματος.
Οι συμβουλές της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας
Οι οδηγίες της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας σε συνθήκες επιβάρυνσης της ατμόσφαιρας από καπνό φωτιάς είναι οι εξής:
• Άμεση απομάκρυνση από την εστία της φωτιάς.
• Πλήρης αποφυγή μετακινήσεων για τους ανθρώπους με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, τους ηλικιωμένους, τα παιδιά και τις εγκύους.
• Παραμονή, όσο το δυνατόν, σε κλειστούς χώρους, με κλειστά παράθυρα και πόρτες. Συνιστάται η αποφυγή δραστηριοτήτων που επιδεινώνουν περαιτέρω την ποιότητα του εσωτερικού αέρα, και κυρίως το κάπνισμα. Κατ’ επέκταση, αποθαρρύνεται η χρήση κεριών για φωτισμό, μαγειρέματος σε ανοιχτή εστία, η χρήση προϊόντων αεροζόλ και η χρήση ηλεκτρικής σκούπας.
• Αποφυγή άθλησης και σωματικής καταπόνησης.
• Εφόσον η μετακίνηση κρίνεται απαραίτητη, θα πρέπει να γίνεται χρήση μάσκας υψηλής αναπνευστικής προστασίας (FFP2 ή FFP3) με καλή εφαρμογή. Οι χειρουργικές ή υφασμάτινες μάσκες δεν προστατεύουν από την εισπνοή καπνού ή στάχτης.
• Οι ασθενείς με χρόνια αναπνευστικά ή καρδιαγγειακά νοσήματα δεν θα πρέπει να μετακινούνται, ειδικά αν δεν είναι εφικτή η χρήση μάσκας υψηλής αναπνευστικής προστασίας.
• Για τους ασθενείς με άσθμα και ΧΑΠ, παθήσεις που κατ’ εξοχήν επιδεινώνονται από την περιβαλλοντική επιβάρυνση, απαιτείται η αυστηρή τήρηση της φαρμακευτικής αγωγής και, αν υπάρξει επιδείνωση των συμπτωμάτων, η άμεση επικοινωνία με τον θεράποντα πνευμονολόγο, με σκοπό την προσαρμογή της αγωγής.
Οι συνέπειες του καπνού στα μάτια
Ο καπνός της φωτιάς έχει σοβαρές συνέπειες και στα μάτια. «Πολλοί άνθρωποι παρουσιάζουν ερεθισμό και φλεγμονή στα μάτια τους από τις φωτιές. Αυτό είναι ακόμα πιθανότερο να συμβεί σε όσους ήδη πάσχουν από οφθαλμικές διαταραχές, όπως η ξηροφθαλμία, η βλεφαρίτιδα ή η αλλεργική επιπεφυκίτιδα», επισημαίνει ο δρ Αναστάσιος – Ι. Κανελλόπουλος, MD, χειρούργος οφθαλμίατρος, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Και προσθέτει:
«Ο ερεθισμός και η φλεγμονή από τον καπνό μπορεί να προκαλέσουν αίσθημα καύσου (κάψιμο) και ‘‘τσιμπήματα’’ στα μάτια, κοκκίνισμα και αυξημένη παραγωγή δακρύων (δακρύρροια). Οι πάσχοντες μπορεί επίσης να έχουν αίσθηση ξένου σώματος στα μάτια τους, ξηρότητα και κνησμό (φαγούρα)».
Ειδικά στις περιοχές με πυκνό καπνό, μερικοί ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν αλλαγές στην όρασή τους (π.χ. θόλωμα), ερεθισμό του επιπεφυκότα ή –σπανιότερα– σοβαρή ξηροφθαλμία, που προκαλεί βλάβη στην επιφάνεια του κερατοειδούς χιτώνα και επηρεάζει την οπτική οξύτητα.
Επιπλέον, σε περίπτωση εκτεταμένης έκθεσης σε καπνό από δασικές πυρκαγιές, μπορεί να προκληθεί έντονη φλεγμονή του επιπεφυκότα, που ευνοεί τη δημιουργία ουλών. Οι ουλές αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε μια κατάσταση που λέγεται τριχίαση, κατά την οποία οι βλεφαρίδες αναπτύσσονται ανάποδα (προς τον οφθαλμικό βολβό), αγγίζοντας συνέχεια και ερεθίζοντας τον επιπεφυκότα ή τον κερατοειδή χιτώνα.
Όταν ο καπνός από τις φωτιές έχει υψηλή συγκέντρωση σε μικροσκοπικά αιωρούμενα σωματίδια, μπορεί να μειωθεί η όραση, καθώς αυτά προκαλούν σοβαρό ερεθισμό στα μάτια αλλά και αλλεργικές αντιδράσεις.
Ο καπνός από τις φωτιές μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά ενοχλήματα και στους χρήστες φακών επαφής, καθώς μπορεί να παγιδευτεί ανάμεσα στους φακούς και στα μάτια, προκαλώντας φλεγμονή και πόνο.
Πώς να προστατεύσετε τα μάτια σας
Σύμφωνα με τον κ. Κανελλόπουλο, όταν στην ατμόσφαιρα υπάρχει καπνός από φωτιά σε δάσος, το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να μπούμε σε εσωτερικό χώρο, με κλειστές πόρτες και παράθυρα. Αν έχετε προϋπάρχουσες παθήσεις της οφθαλμικής επιφάνειας (π.χ. ξηροφθαλμία, επιπεφυκίτιδα), μη βγείτε καθόλου έξω.
Για να προστατεύσετε και να ανακουφίσετε τα μάτια σας, να χρησιμοποιείτε τεχνητά δάκρυα. Οι πάσχοντες από οφθαλμικές παθήσεις, που ήδη τα χρησιμοποιούν, ίσως πρέπει να αυξήσουν την εφαρμογή τους (έως και διπλάσια από το συνηθισμένο), έως ότου καθαρίσει η ατμόσφαιρα από τον καπνό.
Αν είναι απαραίτητο να κυκλοφορήσετε σε υπαίθριο χώρο, φορέστε τουλάχιστον γυαλιά που καλύπτουν καλά το πρόσωπό σας, ώστε να μειωθεί τουλάχιστον η ροή του αέρα που θα μπαίνει στα μάτια σας.
Αν, τέλος, φοράτε φακούς επαφής, βεβαιωθείτε ότι τηρείτε σχολαστικά τους κανόνες υγιεινής και αντικατάστασης. Αν, όμως, οι φωτιές συνεχίζονται, ίσως χρειαστεί για ένα διάστημα να κυκλοφορήσετε με τα διορθωτικά γυαλιά σας.
Πώς επηρεάζει το δέρμα ο καπνός
Οι φωτιές στο δάσος έχουν σοβαρές συνέπειες και στο δέρμα μας, σύμφωνα με τα ευρήματα ολοένα και περισσότερων επιστημονικών μελετών.
Ακόμα και όταν σβήσουν οι φωτιές, τα μικροσκοπικά σωματίδια που εκλύονται από τον καπνό μπορεί να αιωρούνται στην ατμόσφαιρα για ημέρες, εβδομάδες ή μήνες. Επομένως, μπορεί να συνεχιστούν για πολύ καιρό οι επιπτώσεις τους στο πιο μεγάλο όργανο του σώματός μας.
«Το δέρμα είναι η πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού εναντίον της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Αναπόφευκτα, γίνεται στόχος τοξικών σωματιδίων και μορίων, τα οποία μπορεί να εισδύσουν βαθιά στο εσωτερικό του, προκαλώντας την έντονη αντίδραση του ανοσοποιητικού», αναφέρει ο δρ Μάρκος Μιχελάκης, δερματολόγος – αφροδισιολόγος, επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΟΕΑΠ. «Έχει βρεθεί πως οι άνθρωποι που εκτίθενται στον καπνό από τις φωτιές διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν ατοπική δερματίτιδα (δηλαδή έκζεμα) και κνησμό. Ως φαίνεται, κάποιες από τις τοξικές ουσίες του καπνού βλάπτουν τον δερματικό φραγμό, καθώς και το μικροβίωμα του δέρματος».
Σύμφωνα με τον κ. Μιχελάκη, οτιδήποτε βλάπτει τον δερματικό φραγμό ή/και το μικροβίωμα του δέρματος μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά δερματικά προβλήματα. Στην πραγματικότητα, τα τοξικά χημικά που περιέχει ο καπνός από τις φωτιές έχουν σχετιστεί και με εξάρσεις φλεγμονωδών δερματοπαθειών, όπως η ατοπική δερματίτιδα και η ψωρίαση.
Όπως έχει αναφέρει η Αμερικανική Ακαδημία Δερματολογίας, οι ασθενείς με ψωρίαση είναι πιθανότερο να χρειασθούν ιατρική φροντίδα πέντε έως εννέα εβδομάδες μετά τη φωτιά. Αντιθέτως, οι ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα είναι πιθανότερο να παρουσιάσουν παρόξυνση στη διάρκειά της.
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν και τι μπορούμε να κάνουμε για να προστατευθούμε. «Τις ημέρες με κακή ποιότητα αέρα, λόγω του καπνού, καλό είναι να φοράμε μπλούζες με μακριά μανίκια, μακριά παντελόνια και, αν είναι απαραίτητο, προστατευτική μάσκα», απαντά ο κ. Μιχελάκης.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ