Η επόμενη μέρα στη Γαλλία είναι καλύτερη για τους εργαζομένους και δυσκολότερη για το κατεστημένο – Του Ν. Στραβελάκη
–Σκέψεις με αφορμή την αμηχανία των καθεστωτικών δυνάμεων μπροστά στη νίκη της Αριστεράς
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ,
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των γαλλικών βουλευτικών εκλογών δίνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας. Εκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως μη προνομιούχοι, πήγαν στην κάλπη, δίνοντας στο αριστερό Λαϊκό Μέτωπο την πρώτη θέση και φέρνοντας την Ακροδεξιά της Λεπέν τρίτη και καταϊδρωμένη.
Ο Μακρόν μπορεί να διασώθηκε με την αποδοχή της πρότασης Μελανσόν για αλληλοϋποστήριξη των υποψηφίων τους, δεν μπορεί όμως πλέον να εμφανίζεται ως εγγυητής των δημοκρατικών ελευθεριών. Παράλληλα, οι νεοφιλελεύθερες, αντεργατικές πολιτικές του θεωρούνται υπεύθυνες για την άνοδο της Ακροδεξιάς, όπως τόνισε και ο γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί σε δύο συνεντεύξεις του («ΤΑ ΝΕΑ» 29/6/2024, «ΕΦΣΥΝ» 7/7/2024).
Τον ενθουσιασμό εκατομμυρίων Γάλλων, που βγήκαν στους δρόμους να πανηγυρίσουν το αποτέλεσμα, δεν τον συμμερίστηκε, όμως, το γαλλικό και το ευρωπαϊκό οικονομικό, μιντιακό και πολιτικό κατεστημένο. Ένα μέρος του οικονομικού κατεστημένου, παραδείγματος χάριν η πολεμική βιομηχανία Ντασό, είχε ταχθεί από τον πρώτο γύρο υπέρ της Ακροδεξιάς. Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία του κατεστημένου τάχθηκε με τον Μακρόν, τονίζοντας ότι τόσο το πρόγραμμα του Μετώπου όσο και εκείνο της Λεπέν είναι κρατικιστικά και υπονομεύουν την καπιταλιστική αγορά. Πίστευαν ότι η γαλλική κοινωνία θα συγκινούνταν από τέτοιες φιλελεύθερες εκκλήσεις και θα συνέρρεε να στηρίξει τον Μακρόν και τα απομεινάρια των Ρεπουμπλικανών. Εις μάτην, όμως, γιατί ο κόσμος τούς γύρισε την πλάτη.
Κοντολογίς, η ήττα του οικονομικού, πολιτικού και μιντιακού κατεστημένου είναι διπλή, αφού ηττήθηκε τόσο ο Μακρόν όσο και η Λεπέν. Η αμηχανία τους είναι έκδηλη. Αρχικά, έπαιξαν το σενάριο της διάσπασης του Λαϊκού Μετώπου, ποντάροντας στον Ολάντ και στο Γαλλικό ΚΚ. Οι κήνσορες της δημοσιογραφίας ξεσπάθωσαν. Διακήρυξαν ότι ο Μελανσόν έπαιξε τον ρόλο του στην αποτροπή της Ακροδεξιάς και τώρα πρέπει να κάνει στην άκρη για να κυβερνηθεί ο τόπος – να κυβερνηθεί, εννοείται, με την ίδια νεοφιλελεύθερη συνταγή που εφαρμόζει ο Μακρόν.
Οι συσχετισμοί, όμως, έχουν αλλάξει και ο Ολάντ θέλει να ξαναβάλει για Πρόεδρος, αφού ήταν Πρόεδρος μίας θητείας. Το Γαλλικό ΚΚ, από την άλλη, γνωρίζει ότι, αν συναινέσει τώρα σε ένα πρόγραμμα διακυβέρνησης της φιλοσοφίας Μακρόν, αυτό θα σημάνει πιθανότατα το πολιτικό του τέλος. Καλύτερα από όλους την έχει ο Μελανσόν, που το μόνο που έχει να κάνει είναι να επιμείνει στο πρόγραμμα αναδιανομής και κοινωνικών παροχών που προέβαλλε προεκλογικά. Στην περίπτωση αυτή, το πιθανότερο σενάριο είναι κυβέρνηση μειοψηφίας υπό κάποιον εκλεκτό του Μακρόν, που θα ολοκληρώσει την προεδρική του θητεία. Ένα σενάριο που μπορεί να μην εξασφαλίζει κάποια δραστική αλλαγή πολιτικής σε όφελος των πολλών, εμποδίζει όμως τη συνέχιση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και ενισχύει την αυτοπεποίθηση των εργατικών διεκδικήσεων.
Αυτό είναι, κοντολογίς, το σκηνικό σήμερα. Βέβαια, το οικονομικό κατεστημένο δεν θα εγκαταλείψει την προσπάθεια διάσπασης του Λαϊκού Μετώπου, αφού ευελπιστεί ότι θα περιορίσει έτσι τις εργατικές διεκδικήσεις. Το εντυπωσιακό, όμως, είναι το ότι σε αυτήν τη διελκυστίνδα δεν έχει να προσφέρει έστω κάποια ψίχουλα στους εργαζομένους. Το σύστημα είναι πολύ στριμωγμένο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, και τα περιθώρια ελιγμών που διαθέτει πολύ περιορισμένα.
Οι οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βλέπετε, είχαν μεγάλη ανάγκη τις αγορές της Ρωσίας και της Κίνας, όπως και τις χαμηλές τιμές της ενέργειας. Ο σημερινός, αποπαγκοσμιοποιημένος κόσμος που σχεδίασαν οι Αμερικανοί δεν τους ταιριάζει καθόλου και το πιθανότερο σενάριο είναι η αποβιομηχάνιση σε Γαλλία και Γερμανία.
Σε αυτές τις συνθήκες, τα καθήκοντα της Αριστεράς είναι πολλαπλά και πολυσύνθετα. Αυτό αφορά και το Γαλλικό Μέτωπο αλλά και την Αριστερά στο σύνολό της. Για το Γαλλικό Μέτωπο, πάντως, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επεκτείνει και να βαθύνει τις πολιτικές του επεξεργασίες αλλά και να απομακρυνθεί, σταδιακά έστω, από τη λογική του εκλογικού συνασπισμού.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ