Κυρ. Μητσοτάκης: Εrga omnes η χρήση του ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας είναι θεμελιώδες στη συμφωνία των Πρεσπών και δεν είναι διαπραγματεύσιμο

Κυρ. Μητσοτάκης: Εrga omnes η χρήση του ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας είναι θεμελιώδες στη συμφωνία των Πρεσπών και δεν είναι διαπραγματεύσιμο

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συμμετείχε σε συζήτηση στο Council on Foreign Relations στην Ουάσιγκτον με τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της Corus International και πρώην Πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Daniel Speckhard. Στη συνέχεια, απάντησε σε ερωτήσεις του κοινού.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συζήτηση με τον πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Ντάνιελ Σπέκχαρτ τόνισε ότι η χρήση του συνταγματικού ονόματος της Βόρειας Μακεδονίας erga omnes, για όλες τις χρήσεις, είναι θεμελιώδες στη συμφωνία των Πρεσπών και δεν είναι διαπραγματεύσιμο.

Ακολουθούν οι τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού (σε ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά):

Daniel Speckhard: Σας ευχαριστώ για την παρουσία σας σήμερα. Εκ μέρους του Council on Foreign Relations, θα ήθελα να καλωσορίσω τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, Κυριάκο Μητσοτάκη, στη σημερινή συζήτηση. Είμαι ο Daniel Speckhard, ο Πρόεδρος της Corus International, και θα συντονίσω τη σημερινή συζήτηση. Μαζί μας βρίσκονται μέλη του Council on Foreign Relations εδώ στην Ουάσιγκτον και διαδικτυακά, την ώρα που ο Πρωθυπουργός βρίσκεται στην πόλη για τη συνάντηση αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στο πλαίσιο της επετειακής Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, για τη συμπλήρωση 75 ετών από την ίδρυση της Συμμαχίας.

Προλογίζοντας τον Πρωθυπουργό δεν θα επαναλάβω το βιογραφικό του, το οποίο έχετε όλοι σας, αλλά θα πρόσθετα ότι έχει χαράξει μια εντυπωσιακή πορεία στην ελληνική πολιτική και την καθοδήγηση της χώρας του σε μία περίοδο μεγάλων προκλήσεων για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και τον κόσμο.

Όταν τον γνώρισα για πρώτη φορά, πριν από 15 χρόνια, ήμουν Πρέσβης στην Ελλάδα, και ήταν ένας νέος βουλευτής που είχε ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων διπλωματών ως βουλευτής που παρήγαγε έργο έξω από τις παραδοσιακές γραμμές της ελληνικής πολιτικής και προωθούσε τη χρηστή διακυβέρνηση και μια τεκμηριωμένη προσέγγιση στη δημόσια πολιτική. Αντιπροσωπεύει μια νέα γενιά ηγετών σε έναν κόσμο που κατά βάση καθοδηγείται από μια παλαιότερη γενιά και πέτυχε αυτό που λίγοι άλλοι κατάφεραν να κάνουν, δηλαδή να διατηρήσει το πολιτικό κέντρο σε έναν όλο και πιο πολιτικοποιημένο και λαϊκιστικό κόσμο.

Είμαστε τυχεροί που βρίσκεται μαζί μας σήμερα, τη στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται στο σταυροδρόμι της Ευρώπης και είναι μια ναυτιλιακή χώρα παγκόσμιας εμβέλειας. Έχει μακρά παράδοση να εκφράζει ανησυχία και να αναγνωρίζει τη σημασία της ασφάλειας στον κόσμο και σε διεθνή ζητήματα έχει μεγαλύτερο εκτόπισμα σε σχέση με το τυπικό της μέγεθος. Σας ευχαριστούμε, κ. Πρωθυπουργέ, που είστε σήμερα κοντά μας.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Σας ευχαριστώ. Σας ευχαριστώ, κ. Speckhard, για την πρόσκληση.

Daniel Speckhard: Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω σήμερα ρωτώντας σας σχετικά με αυτό που κυριαρχεί στις σκέψεις όλων, την Ουκρανία. Είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν νέες δεσμεύσεις. Ήμουν αξιωματούχος του ΝΑΤΟ και εργάστηκα σε πολλές από αυτές τις συνόδους κορυφής στο παρελθόν. Ξέρω ότι πρόκειται να εκπονήσουν ορισμένες σπουδαίες ανακοινώσεις, σπουδαίες δεσμεύσεις, νέα σημάδια στήριξης της Ουκρανίας. Αλλά καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται για τρίτη χρονιά ξέρω ότι αρχίζει και η κόπωση, υπάρχει μια αίσθηση δυσπραγίας μεταξύ πολλών και ίσως ότι η στρατηγική του Putin να παίξει το παιχνίδι της υπομονής με τη Δύση αρχίζει να αποδίδει καρπούς.

Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η τρέχουσα κατάσταση το επόμενο έτος και τι αντίκτυπο, αν υπάρχει, πιστεύετε ότι θα έχει αυτή η Σύνοδος Κορυφής; Ίσως θα μπορούσατε επίσης να μας πείτε ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή ασφάλεια αν ο Putin αισθανθεί ότι μπορεί να προσαρτήσει και πάλι εδάφη με τη χρήση βίας;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Πρώτα απ’ όλα, επιτρέψτε μου να μιλήσω για την Ελλάδα και στη συνέχεια για την Ευρώπη όσον αφορά το πώς βλέπουμε να εξελίσσεται αυτή η σύγκρουση. Η Ελλάδα, από την πρώτη στιγμή, κινήθηκε στην ίδια γραμμή με τους συμμάχους της και υποστήριξε πλήρως την Ουκρανία. Αυτό δεν ήταν απαραίτητα δεδομένο για μία χώρα που έχει ιστορικούς, πολιτιστικούς και θρησκευτικούς δεσμούς με τη Ρωσία. Καταστήσαμε όμως τη θέση μας πολύ ξεκάθαρη. Πιστεύω ότι έχουμε προσφέρει πολιτική, οικονομική, αλλά και στρατιωτική υποστήριξη και η θέση μας δεν πρόκειται να αλλάξει.

Πρέπει επίσης να επισημάνω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις προβλέψεις πολλών στην αρχή αυτού του πολέμου, έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ενωμένη όσον αφορά στην Ουκρανία. Έχουμε επιβάλει πολυάριθμους γύρους κυρώσεων στη Ρωσία, εμείς προσφέραμε ένα σημαντικό πακέτο δημοσιονομικής στήριξης προτού οι ΗΠΑ συμφωνήσουν να στηρίξουν τη χώρα, μια δέσμευση ότι θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε την Ουκρανία για όσο χρειαστεί, τόσο οικονομικά όσο και στρατιωτικά. Έχουμε επίσης προσφέρει στην Ουκρανία την προοπτική ένταξης στην ΕΕ, και οι πρώτες διακυβερνητικές συζητήσεις, οι οποίες σηματοδότησαν την έναρξη αυτής της μακράς πορείας προς την ευρωπαϊκή ένταξη, ξεκίνησαν αυτόν τον μήνα.

Δεν βλέπω κανένα σημάδι ότι η ευρωπαϊκή δέσμευση για την υποστήριξη της Ουκρανίας θα εξασθενήσει. Ναι, μπορεί να έχουμε προβλήματα με μία ή δύο χώρες -μια από αυτές τυχαίνει να έχει την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ αυτή τη στιγμή-, αλλά συνολικά η υποστήριξη της Ευρώπης είναι πολύ ισχυρή.

Η ουκρανική κρίση μας ανάγκασε επίσης να αναγνωρίσουμε ένα γεγονός που ήταν επίπονα προφανές σε ορισμένους από εμάς, αλλά όχι σε όλους τους ευρωπαίους συναδέλφους μου: ότι πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερη «ιδιοκτησία» όταν πρόκειται για θέματα ευρωπαϊκής άμυνας και ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας, γεγονός που μας φέρνει επίσης στο ζήτημα του ΝΑΤΟ και αυτής της σημαντικής Συνόδου Κορυφής που λαμβάνει χώρα στην Ουάσιγκτον.

Πιστεύω ότι οι ΗΠΑ δικαίως καταλογίζουν σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες -κάποιες από τις οποίες είναι πολύ μεγάλες-, ότι δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες που τους αναλογούν και δεν τηρούν τις δεσμεύσεις τους έναντι του ΝΑΤΟ. Πρέπει να επισημάνω ότι η Ελλάδα δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία, διότι η Ελλάδα δαπανά πάνω από το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα από τότε που εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, ενώ αναγνωρίζουμε ότι αναπόφευκτα πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερο μερίδιο «ιδιοκτησίας» όταν πρόκειται για θέματα ευρωπαϊκής ασφάλειας, παράλληλα εμείς στην Ευρώπη ξοδεύουμε περισσότερα για τις αμυντικές μας δεσμεύσεις.

Βέβαια, αυτό μας φέρνει στο ερώτημα αν μπορούμε να κάνουμε περισσότερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να οργανώσουμε την ασφάλειά μας, για να συμπληρώσουμε αυτό που κάνει το ΝΑΤΟ. Πιστεύω, θα το επαναλάβω, ότι η απάντηση πρέπει να είναι καταφατική. Έχω προτείνει μαζί με τον καλό μου φίλο, τον Πολωνό Πρωθυπουργό, μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία στον τομέα της άμυνας, ουσιαστικά έναν ευρωπαϊκό «Σιδερένιο Θόλο». Πώς μπορούμε να συμπληρώσουμε και να ενισχύσουμε τις υπάρχουσες αντιαεροπορικές αμυντικές μας ικανότητες, δεσμεύοντας περισσότερους ευρωπαϊκούς πόρους σε αυτό το σχέδιο, πάντα πλήρως στο πλαίσιο των δομών διοίκησης και ελέγχου του ΝΑΤΟ. Αλλά αυτό, για εμάς, θα καταστεί ένα ζήτημα στο οποίο θα εστιάζουμε όλο και περισσότερο καθώς προχωρούμε στον επόμενο ευρωπαϊκό κύκλο.

Daniel Speckhard: Πιστεύετε ότι αυτό που περιγράφετε θα είναι αρκετό για να σταθεροποιήσει την κατάσταση στην Ευρώπη; Σκέφτομαι αν μπορούμε να προσβλέπουμε σε ένα καλύτερο μέλλον ή αν θα μπορούσαμε να περιμένουμε περαιτέρω προβλήματα, καθώς οι Ρώσοι πιθανώς κάποια στιγμή στο μέλλον θα στρέψουν το βλέμμα τους σε περιοχές όπως τα Βαλκάνια ή η Μεσόγειος ή η Μέση Ανατολή. Ποια είναι η αίσθησή σας για τη σταθερότητα στην ευρύτερη ευρωπαϊκή περιοχή και για το αν το ΝΑΤΟ είναι πραγματικά ικανό να ανταποκριθεί στο ρόλο του, πέρα από τη διαχείριση της κρίσης στην Ουκρανία, να διαχειριστεί πιθανώς μεγαλύτερες κρίσεις στην περιοχή;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Η Ουκρανία είναι η νούμερο ένα προτεραιότητα. Βέβαια, είμαστε όλοι ρεαλιστές και θεωρώ ότι το μήνυμα που προέκυψε και από τη Διάσκεψη για την Ειρήνη που έγινε στην Ελβετία ήταν ότι η συνεχής υποστήριξη της Ουκρανίας είναι σημαντική, διότι οι όποιες ειρηνευτικές συζητήσεις γίνουν στο μέλλον δεν μπορούν να γίνουν υπό συνθήκες όπου η Ουκρανία έχει ηττηθεί και θα συνθηκολογεί. Αυτό δεν αποτελεί αποδεκτή προϋπόθεση για εμάς στην Ευρώπη. Βεβαίως, αυτό σημαίνει υπομονή και συνεχή στήριξη προς την Ουκρανία και να διασφαλίσουμε ότι τουλάχιστον δεν θα υπάρξει δραστική αλλαγή στο πεδίο, που να θέτει την Ουκρανία σε σημαντικά μειονεκτική θέση.

Επιτρέψτε μου να το επαναλάβω: δεν έχω την αίσθηση ότι υπάρχει κάποιος στην Ευρώπη που δεν πιστεύει ότι αυτή είναι -τη στιγμή που μιλάμε, εννοώ-, η σωστή προσέγγιση βραχυπρόθεσμα -το τονίζω, βραχυπρόθεσμα-, για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος.

Τώρα, όσον αφορά τις υπόλοιπες σημαντικές στρατηγικές προτεραιότητες, η Ελλάδα βρίσκεται στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Μεσόγειο. Αντιμετωπίζουμε τις δικές μας προκλήσεις στην περιοχή, κυρίως στη Μέση Ανατολή. Αλλά πιστεύω ότι αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι θα πρέπει να προσπαθήσουμε με κάθε τρόπο να διασφαλίσουμε ότι δεν θα έχουμε πρόσθετα προβλήματα που θα επιτείνουν την ήδη πολύ περίπλοκη κατάσταση σε ό,τι αφορά την Ουκρανία.

Όσον αφορά τη σχέση μας με την Τουρκία, όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας το 2019 αντιμετωπίσαμε μια κατάσταση που αποκαλώ «επιθετικό τουρκικό αναθεωρητισμό». Περάσαμε τρία χρόνια που είχαμε δύσκολες στιγμές με την Τουρκία. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, θα έλεγα, τα πράγματα έχουν βελτιωθεί σημαντικά. Πιστεύω ότι πρέπει να το αναγνωρίσουμε αυτό, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι ορισμένες από τις θεμελιώδεις τουρκικές θέσεις όσον αφορά στην κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα.

Αλλά το γεγονός ότι είχαμε 16 μήνες ηρεμίας από την άποψη ότι δεν υπήρξαν παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, ότι συνεργαζόμαστε καλύτερα σε θέματα μετανάστευσης, ότι έχουμε μία συμφωνία με την Τουρκία που επιτρέπει στους Τούρκους πολίτες να ταξιδεύουν στα νησιά του Αιγαίου, και να τους χορηγείται βίζα πολύ γρήγορα, κάτι που ενθαρρύνει τους Τούρκους επισκέπτες να έρχονται στην Ελλάδα, όλα αυτά είναι κάποια θετικά βήματα που δείχνουν τουλάχιστον μια κατάσταση ύφεσης (détente). Από μόνο του, σε μια εποχή που αντιμετωπίζαμε σημαντικές προκλήσεις στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αυτό είναι εξέλιξη προς τη θετική κατεύθυνση όσον αφορά τις σχέσεις μας.

Σε ό,τι αφορά τα Βαλκάνια τώρα, όπως γνωρίζετε είναι ένα σαφώς πιο περίπλοκο ζήτημα. Η Ελλάδα είναι διαχρονικά ιδιαίτερα υποστηρικτική προς την ευρωπαϊκή προοπτική των έξι κρατών των Δυτικών Βαλκανίων. Έχουμε υπάρξει πολύ σταθεροί στην πολιτική μας από αυτή την άποψη. Το πρόβλημα με τα Βαλκάνια, όμως, είναι ότι αρκετά συχνά τα «φαντάσματα» του εθνικισμού εμφανίζονται δίχως απαραίτητα να τα περιμένεις.

Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα, τη Βόρεια Μακεδονία. Η Βόρεια Μακεδονία είναι σήμερα μέλος του NATO επειδή η Ελλάδα ήρε το βέτο της μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία υπογράφηκε και κυρώθηκε από την τότε κυβέρνηση. Έχω ζητήματα με τη Συμφωνία των Πρεσπών, έχω ξεκαθαρίσει ωστόσο ότι πρόκειται για διεθνή συμφωνία η οποία είναι δεσμευτική για τη χώρα. Τη σεβάστηκα και τη σέβομαι.

Όμως μία από τις θεμελιώδης, εάν όχι η πλέον θεμελιώδης πτυχή της Συμφωνίας των Πρεσπών αφορά στην erga omnes χρήση της ονομασίας Βόρεια Μακεδονία, δηλαδή τόσο στο εσωτερικό, εντός της Βόρειας Μακεδονίας, όσο και στο εξωτερικό. Αυτό, απλούστατα, είναι μη διαπραγματεύσιμο, πρόκειται για κάτι ιδιαίτερα σαφές, περιέχεται στη Συμφωνία των Πρεσπών και δεν είναι διαπραγματεύσιμο για την Ελλάδα. Επομένως, όταν ακούω τη νέα κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας να αποκαλεί τη χώρα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» στο εσωτερικό, προβληματίζομαι σοβαρά.

Πρόκειται για ζήτημα που προτίθεμαι να θέσω. Δεν συμβάλλει στην ευρωπαϊκή διαδρομή της Βόρειας Μακεδονίας, δεν είναι εποικοδομητικό, πρόκειται για κάτι αχρείαστο που περιπλέκει τα πράγματα, σε μία συγκυρία κατά την οποία θα έπρεπε να αναζητούμε πεδία σύγκλισης.

Αυτό αποτελεί μόνο ένα παράδειγμα του πώς η κατάσταση στα Βαλκάνια μπορεί πάντοτε να είναι πολύπλοκη. Η Ελλάδα, όμως, είναι μία χώρα που παραμένει πυλώνας σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, μία χώρα που έχει αφήσει πίσω της τα πιο δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η οποία διαθέτει μία οικονομία που αναπτύσσεται με υψηλότερους ρυθμούς σε σύγκριση με την υπόλοιπη ευρωζώνη και είναι έτοιμη να διαδραματίσει ξανά έναν ενεργό και εποικοδομητικό ρόλο στην προώθηση της πολιτικής σταθερότητας αλλά και της οικονομικής ευημερίας στα Βαλκάνια.

Daniel Speckhard: Γνωρίζω από τη δική μου εμπειρία ότι σας αξίζουν πολλά εύσημα για την περίοδο ύφεσης (détente) στις σχέσεις με την Τουρκία. Απαιτείται πολύ πολιτικό θάρρος και βούληση προκειμένου να γίνει μία επανεκκίνηση σε αυτές τις σχέσεις μερικές φορές, όταν δεν βρίσκονται στην σωστή τροχιά. Γνωρίζω ότι εσείς προσωπικά αναλάβατε πρωτοβουλίες για να γίνει αυτό, άρα σας αξίζουν πολλά εύσημα για την προσπάθεια να διατηρηθεί η ασφάλεια στο νότιο και νοτιοανατολικό πλευρό του NATO.

Ας διευρύνουμε τη σκοπιά μας λίγο. Ανέφερα ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα με ναυτική παράδοση, με παγκόσμια εμβέλεια. Στην ατζέντα του NATO περιλαμβάνεται το ζήτημα των παγκόσμιων εταιρικών σχέσεων, ειδικά στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, με την Ιαπωνία, την Αυστραλία, τη Νότια Κορέα. Γνωρίζω ότι το 40% του παγκόσμιου εμπορίου περνά μέσω της Νότιας Σινικής Θάλασσας. Καθώς παρακολουθήσαμε τις εξελίξεις εκεί, δεν είναι απίθανο να έχουμε περισσότερες ταραχές σε αυτή την περιοχή, που θα επηρεάσουν το παγκόσμιο εμπόριο.

Πώς αξιολογείτε τη συζήτηση που εκτυλίσσεται εδώ, στην Ουάσιγκτον, σχετικά με τον ρόλο της Κίνας; Ειδικά αν αναλογιστούμε ότι δεν είναι κάπως πιο επιθετική μόνο στη Νότια Σινική Θάλασσα, αλλά παρέχει τεχνολογία διττής χρήσης στη Ρωσία, που επηρεάζει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πώς θα είναι η συζήτηση σχετικά με την Κίνα; Ποιες είναι οι σκέψεις σας και οι απόψεις σας για το πώς θα έπρεπε να γίνονται αυτές οι επαφές με αυτή τη χώρα, στο παγκόσμιο πεδίο της ασφάλειας.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Πρόκειται για συζητήσεις που έχουν γίνει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η σχέση με την Κίνα είναι περίπλοκη. Μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι ένας ανταγωνιστής, ένας αντίπαλος. Μπορεί και θα πρέπει να είναι εταίρος σε θέματα όπως η κλιματική αλλαγή.

Βέβαια, ορθώς μπορεί να επισημάνει κανείς ότι όλα αυτά τα μείζονα ζητήματα ασφαλείας είναι κατά κάποιο τρόπο αλληλένδετα. Οι εξελίξεις στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού μας απασχολούν ιδιαίτερα, όχι μόνον ως ευρωπαϊκή χώρα. Σωστά αναφέρατε ότι η Ελλάδα διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στις παγκόσμιες θαλάσσιες μεταφορές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι περισσότερο από το 80% του παγκόσμιου εμπορίου συνδέεται με τις θαλάσσιες μεταφορές και πως το 25% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου είναι ελληνικό.

Μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η ελευθεροπλοΐα, να διασφαλιστεί ότι οι εμπορικές οδοί παραμένουν ανοιχτές και η ελεύθερη ροή των εμπορευμάτων, ειδικά σε μία εποχή που το εμπόριο γίνεται ένα πιο σύνθετο πολιτικό ζήτημα. Η Ελλάδα παραμένει, επί της αρχής, προσηλωμένη στο ελεύθερο εμπόριο. Σε ορισμένες περιπτώσεις βλέπουμε τις συνέπειες όταν υπάρχουν εμπόδια ή προβλήματα στις εμπορικές οδούς. Δείτε τι συμβαίνει, παραδείγματος χάρη, αυτή την περίοδο κοντά στην Ελλάδα, στην Ερυθρά Θάλασσα.

Ασφαλώς, σε μία περίοδο που το κόστος ζωής και ο πληθωρισμός μας απασχολούν ιδιαίτερα, οποιαδήποτε αναταραχή στο εμποριο αναπόφευκτα συμβάλλει στην αύξηση των τιμών, στο να πηγαίνουν οι τιμές προς τη λάθος κατεύθυνση.

Επιτρέψτε μου να προσθέσω το γεγονός ότι στην Ευρώπη αποκτούν δυναμική ζητήματα και συζητήσεις που αφορούν κρίσιμες εξαρτήσεις, σε μία συγκυρία που εξετάζουμε το πόσο εξαρτημένη ήμασταν, ιστορικά, από την Κίνα, τι συνεπάγεται αυτό για την εφοδιαστική μας ασφάλεια και ποιες εναλλακτικές λύσεις διαθέτουμε. Πρόκειται για πολύπλοκες συζητήσεις.

Θα ήθελα να προσθέσω ένα τελευταίο σημείο. Υπάρχει μία χώρα που είναι, πιστεύω, ιδιαίτερα σημαντική για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη συνολικά, η Ινδία. Πραγματοποίησα επίσημη επίσκεψη στην Ινδία τον Φεβρουάριο. Η ιδέα για αυτόν τον διάδρομο μεταξύ Μέσης Ανατολής και Ευρώπης, μακροπρόθεσμα είναι μία πολύ ισχυρή έννοια για το παγκόσμιο εμπόριο. Και την Ελλάδα προτίθεται να παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο ως το φυσικό σημείο εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εάν αυτός ο διάδρομος εν τέλει μετατραπεί από όραμα σε πραγματικότητα.

Εξετάζουμε έργα υποδομών που μπορούν να μας διευκολύνουν σε αυτόν τον ρόλο. Εάν κοιτάξετε τη θέση της Ελλάδας στον χάρτη, είμαστε εκ φύσεως χώρα για τις αλυσίδες εφοδιασμού και τα logistics. Δεν έχουμε επενδύσει επαρκώς σε αυτό, αλλά τώρα υπάρχει ραγδαία άνοδος.

Δεν αναφέρομαι μόνο στα προϊόντα, αλλά και στην ενέργεια. Είμαστε αυτή τη στιγμή στη φάση του να τεθεί σε λειτουργία ο πλωτός σταθμός αποθήκευσης και επαναεριοποίησης στη βορειοανατολική Ελλάδα, που θα μας επιτρέψει να εισάγουμε περισσότερο αεριοποιημένο φυσικό αέριο (LNG), περιλαμβανομένου αμερικανικού LNG. Έχουμε τη δυνατότητα να λειτουργήσουμε ως πάροχος ενεργειακής ασφάλειας στα Βαλκάνια, να σπάσουμε τις ιστορικές εξαρτήσεις αυτών των χωρών από το ρωσικό αέριο. Αυτή την περίοδο, για όσους δεν το γνωρίζετε, πουλάμε αέριο στην Ουκρανία.

Daniel Speckhard: Μία σύντομη συμπληρωματική ερώτηση. Στο οικονομικό κομμάτι έχετε στενή σχέση και με την Κίνα. Καθώς δημιουργείτε μερικούς από αυτούς τους εναλλακτικούς διαδρόμους που θα είναι καλοί και για την ασφάλεια, για παράδειγμα το λιμάνι του Πειραιά ανήκει κατά τα δύο τρίτα στους Κινέζους. Πρόκειται, νομίζω, για το έβδομο μεγαλύτερο λιμάνι στον κόσμο στην εισροή εμπορευματοκιβωτίων με προϊόντα για την Ευρώπη. Πώς βλέπετε αυτή τη δυναμική; Όπου αφενός η Κίνα είναι λίγο πιο επιθετική στο σκέλος της ασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα η οικονομική εμπλοκή της και οι επενδύσεις της σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως η δική σας, δημιουργούν πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων.

Κυριάκος Μητσοτάκης: Δέχομαι αυτή την ερώτηση αρκετά συχνά όταν επισκέπτομαι τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρέπει να επισημάνω ότι η επένδυση στο λιμάνι του Πειραιά έγινε σε μία περίοδο κατά την οποία ουδείς ενδιαφερόταν να επενδύσει στην Ελλάδα, στο απόγειο της οικονομικής κρίσης. Είναι μία συμφωνία διαχείρισης του λιμανιού. Ναι, το λιμάνι έχει πάει καλά τα τελευταία χρόνια, αλλά δεν είναι το μοναδικό λιμάνι στην Ελλάδα.

Επί του παρόντος βρισκόμαστε σε διαδικασία παραχώρησης πολλών άλλων λιμανιών, για παράδειγμα του δεύτερου μεγαλύτερου λιμανιού, της Ηγουμενίτσας, του Ηρακλείου. Αυτά τα δύο παραχωρήθηκαν σε έναν μεγάλο ιταλικό όμιλο.

Εάν εξετάσετε το αποτύπωμα των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια, οι Κινέζοι ουσιαστικά είναι απόντες. Η Ελλάδα έχει καταφέρει να προσελκύσει σημαντικές άμεσες ξένες επενδύσεις, αλλά δεν προήλθαν από την Κίνα. Δεν αισθάνομαι ότι η ελληνική οικονομία καθ’ οιονδήποτε τρόπο βασίζεται ή εξαρτάται σε επενδύσεις από την Κίνα. Στο τέλος της ημέρας, το λιμάνι εναπόκειται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα των ελληνικών αρχών και δεν αισθάνομαι οποιαδήποτε στρατηγική απειλή από την κινεζική παρουσία στο μεγαλύτερό μας λιμάνι.

Είμαστε, όμως, μία χώρα που σέβεται τις διεθνείς συμφωνίες. Η συμφωνία αυτή συνομολογήθηκε πριν αναλάβουμε τη διακυβέρνηση της χώρας και πρέπει να τη σεβαστούμε.

Daniel Speckhard: Σας ευχαριστώ. Επιτρέψτε μου να σας κάνω μια τελευταία ερώτηση σχετικά με την ασφάλεια στην περιοχή σας και στη συνέχεια να δώσω τον λόγο στο κοινό για ερωτήσεις. Όπως αναφέραμε προηγουμένως, βρίσκεστε σε ένα δύσκολο σημείο στα σταυροδρόμια του πλανήτη μας, εκεί στη νότια πτέρυγα. Ήταν έκπληξη για πολλούς το γεγονός ότι η Γάζα δεν συμπεριλήφθηκε στην ατζέντα, όπως ανακοίνωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ.

Η Ελλάδα γνωρίζει πολύ καλά τις επιπτώσεις των συγκρούσεων στην ευρύτερη περιοχή, έχοντας νιώσει το βάρος των μεταναστευτικών ροών από τη Συρία και το Αφγανιστάν. Καθώς εξελίσσεται στο Ισραήλ και τη Γάζα αυτή η σύγκρουση, ποιες είναι οι σκέψεις σας σχετικά με τη συζήτηση που θα έπρεπε να γίνεται εδώ στην Ουάσιγκτον σχετικά με αυτή, και συγκεκριμένα τον τρόπο αντιμετώπισης αυτής της σύγκρουσης καθώς και της κλιμακούμενης ανθρωπιστικής κρίσης;

Κυριάκος Μητσοτάκης: Καταρχάς, επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι η Ελλάδα βρίσκεται στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, έχετε δίκιο να επισημαίνετε ότι έχει νιώσει τη μεταναστευτική πίεση πολύ έντονα την τελευταία δεκαετία.

Έχουμε δει διάφορες πτυχές του μεταναστευτικού ζητήματος. Είδαμε απελπισμένους ανθρώπους να φεύγουν από πολέμους και διωγμούς σε αναζήτηση ασφάλειας, που δικαιούνται πλήρως διεθνή προστασία. Έχουμε δει οικονομικούς μετανάστες να αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον στην Ευρώπη. Έχουμε δει χώρες να εργαλειοποιούν τη μετανάστευση για να ασκήσουν γεωπολιτική πίεση στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Αυτό συνέβη στα ελληνοτουρκικά σύνορα τον Μάρτιο του 2020. Δόξα τω Θεώ δεν επαναλήφθηκε.

Καταφέραμε, πιστεύω, να διαχειριστούμε αυτό το εξαιρετικά σύνθετο πρόβλημα με αυστηρό αλλά δίκαιο τρόπο. Έχουμε καταστήσει απολύτως σαφές, αυτή είναι και η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι δεν εναπόκειται στους διακινητές να αποφασίζουν ποιος θα εισέλθει στην Ευρώπη, οι κυβερνήσεις κυρίαρχων χωρών χαράσσουν τις πολιτικές τους όσον αφορά στη μετανάστευση.

Έχουμε τώρα ένα νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, το οποίο ψηφίστηκε από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και βρίσκεται σε διαδικασία εφαρμογής. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζουμε πλήρως ότι η αυστηρή διαχείριση των συνόρων μας πρέπει να συμβαδίζει με την προσφορά νόμιμων οδών για τη μετανάστευση, με οργανωμένο και ασφαλή τρόπο. Χρειαζόμαστε, για να χρησιμοποιήσω μια αναλογία, τόσο έναν μεγάλο φράχτη όσο και μια μεγάλη πόρτα. Διαφορετικά, νομίζω ότι αυτή η πολιτική δεν μπορεί να είναι ισορροπημένη και δεν θα λειτουργήσει.

Πάρτε για παράδειγμα μια χώρα όπως η Ελλάδα. Βγαίνοντας από την κρίση χρειαζόμαστε, για παράδειγμα, εργάτες στον αγροτικό τομέα. Έχουμε μία συμφωνία με την Αίγυπτο και θέλουμε να φέρουμε Αιγύπτιους με μακροχρόνιες άδειες εργασίας, αλλά θα πρέπει να έρθουν σωστά και με ασφάλεια, όχι να επιβιβαστούν σε μια βάρκα και να πληρώσουν ένα τεράστιο ποσό σε έναν διακινητή ώστε να τους φέρει σε ένα ελληνικό νησί, ένα εξαιρετικά επικίνδυνο ταξίδι.

Έρχομαι τώρα στο ερώτημά σας για τη Μέση Ανατολή και τη Γάζα. Έχουμε μιλήσει ανοιχτά γι’ αυτό το ζήτημα. Χρειάζεται κατάπαυση του πυρός το συντομότερο δυνατό. Η κατάσταση στη Γάζα είναι εξαιρετικά προβληματική. Έχουμε καταστήσει τη θέση μας, ως Ευρώπη, απόλυτα ξεκάθαρη. Πιστεύω ότι η θέση αυτή τελικά εξυπηρετεί τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντα όχι μόνο των Παλαιστινίων, αλλά και του Ισραήλ.

Πιστεύω ότι αυτό πρέπει να το επικοινωνούμε πολύ επίμονα. Έχουν υπάρξει πολλές φρούδες εκκινήσεις όσον αφορά στην κατάπαυση του πυρός, αλλά κάθε μέρα που περνά έχουμε απώλειες αθώων, σε μια κατάσταση που γίνεται όλο και πιο δραματική παρά το γεγονός ότι περισσότερη αρωγή εισέρχεται στη Γάζα.

Η κατάσταση είναι πολύ άσχημη. Και, φυσικά, όσο περισσότερο διαρκεί αυτός ο πόλεμος, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να έχουμε έκρηξη στο βόρειο μέτωπο. Και αν ο Λίβανος καταρρεύσει, τότε μιλάμε για μια εντελώς διαφορετική εικόνα όσον αφορά στους πρόσφυγες. Δεν θέλουμε να το βιώσουμε αυτό, μία ακόμα προσφυγική κρίση, όπως αυτή που είχαμε να διαχειριστούμε το 2015.

Daniel Speckhard: Κατανοητό. Σας ευχαριστώ. Ας ανοίξουμε τη συζήτηση, με το κοινό.

Σε ερώτηση για τις σχέσεις Ελλάδας- Ηνωμένων Πολιτειών, ο Πρωθυπουργός σημείωσε:

«Ευχαριστώ για την ερώτηση. Ναι, νομίζω ότι είναι σωστό να επισημάνουμε ότι η σχέση βρίσκεται σε ιστορικό υψηλό, και χαίρομαι που μας απονέμετε εύσημα γι’ αυτό όσον αφορά τις πολιτικές που εφαρμόσαμε τα τελευταία πέντε χρόνια. Πρόκειται για μια ισχυρή και βαθιά σχέση. Σε ό,τι με αφορά, η ευκαιρία που μου δόθηκε να μιλήσω σε κοινή συνεδρίαση των σωμάτων του Κογκρέσου το 2022 ήταν μια πολύ σημαντική στιγμή, πιστεύω ότι ήταν επίσης πολύ σημαντική για την ελληνοαμερικανική κοινότητα στις ΗΠΑ.

Στον στρατιωτικό – αμυντικό τομέα, κάνουμε πολλά μαζί και μπορούμε πάντα να κάνουμε περισσότερα για τη διασφάλιση της πρόσβασης της Ελλάδας τόσο σε πλεονάζον αμυντικό εξοπλισμό όσο και σε σύγχρονα οπλικά συστήματα. Επιτρέψτε μου να επισημάνω εκ νέου ότι ουδέποτε ήταν προς το συμφέρον της Ελλάδας να μπει σε μια κούρσα εξοπλισμών με οποιονδήποτε, αλλά θέλουμε, επιμένουμε να έχουμε αξιόπιστα αποτρεπτικά μέσα. Δίνουμε έμφαση στην ποιότητα έναντι της ποσότητας. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους πήραμε την απόφαση να αγοράσουμε αεροσκάφη F-35 από τις ΗΠΑ. Προσβλέπω στην ολοκλήρωση των αναγκαίων διαδικασιών το συντομότερο δυνατόν.

Πιστεύω όμως ότι πρόκειται για μια σχέση με πολλές πτυχές. Στο παρελθόν, πάντα εστιάζαμε πολύ στη γεωπολιτική πλευρά. Θέλω επίσης να υπογραμμίσω την οικονομική διάσταση της σχέσης, το γεγονός ότι έχουμε σαφώς περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα. Καθώς η οικονομία αναπτύσσεται, περισσότερα αμερικανικά κεφάλαια επενδύονται στην Ελλάδα, περισσότερες εταιρείες τεχνολογίας ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι σίγουρα μπορούμε να εργαστούμε ακόμη περισσότερο σε αυτήν την πτυχή της σχέσης μας.

Η Ελλάδα του 2024 είναι μια διαφορετική χώρα συγκριτικά με το 2019. Αλλά επειδή περάσαμε από αυτή τη δεκαετή κρίση, υπάρχει ακόμα μια κληρονομιά λανθασμένων αντιλήψεων για το πού βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα. Μπορούμε πάντα να εργαστούμε για να διασφαλίσουμε ότι το αλλάζουμε αυτό και αναδεικνύουμε τα στοιχεία εκείνα που επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι αυτή είναι πραγματικά μια καλή στιγμή για να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα.

Και, φυσικά, η δύναμη των κοινοτήτων μας, ιδίως της ελληνοαμερικανικής κοινότητας που αποτελεί πραγματικά μία γέφυρα μεταξύ των ΗΠΑ και της Ελλάδας. Να αγαπάμε και να ενισχύουμε αυτούς τους δεσμούς. Αποδίδω μεγάλη σημασία σε αυτό. Για παράδειγμα, να εξετάσουμε τη δυνατότητα της τεχνολογίας για την εκμάθηση γλωσσών και τι παραπάνω μπορούμε να κάνουμε ώστε να διασφαλίσουμε ότι η νεότερη γενιά, η επόμενη γενιά Ελληνοαμερικανών, θα παραμείνει συνδεδεμένη με την Ελλάδα. Είναι ένα πεδίο όπου μπορούμε σαφώς να κάνουμε πολλά περισσότερα μαζί».

Για την πορεία της οικονομίας και τις φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε:

«Πρώτα απ’ όλα, επιτρέψτε μου να διευκρινίσω ότι δεν έχουμε εβδομάδα εξαήμερης εργασίας, Ίσως εγώ, ως πρωθυπουργός, να εργάζομαι επτά ημέρες ανά εβδομάδα, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Αυτό που κάναμε, απλά για να το ξεκαθαρίσουμε, είναι ότι δώσαμε τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις που πραγματικά λειτουργούν 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες ανά εβδομάδα, να δίνουν την δυνατότητα στους υπαλλήλους τους να εργάζονται για έκτη ημέρα, αν το επιλέξουν, και να τους πληρώνουν πολύ καλύτερα, αν πραγματικά θέλουν να εργαστούν έκτη ημέρα.

Όμως, το να διασφαλίζουμε ότι η αγορά εργασίας λειτουργεί με ευελιξία, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες προτεραιότητες στην ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι, πιστεύω, ένα σημαντικό συστατικό της οικονομικής μας επιτυχίας. Έχουμε επίσης εβδομάδα τετραήμερης εργασίας -επειδή σεβόμαστε τις 40 ώρες εργασίας ανά εβδομάδα- για όσους θέλουν να εργάζονται 10 ώρες για τέσσερις ημέρες. Εάν συμφωνήσουν με τους εργοδότες τους, μπορούν να το κάνουν αυτό.

Επανερχόμενος στην ερώτησή σας, ναι, δεν μετανιώνουμε την προσπάθειά μας να κυβερνούμε από το πολιτικό κέντρο. Πιστεύω ότι αυτό συνετέλεσε, σε μεγάλο βαθμό, στην επιτυχία του κόμματός μας, επικρατώντας στις εκλογές το 2019 και ξανά, με αυξημένο ποσοστό των ψήφων, το 2023.

Είμαστε ένα κεντροδεξιό κόμμα που δίνει έμφαση στην επίτευξη αποτελεσμάτων, δημοσιονομικά συνετό, όπως οφείλουμε να είμαστε, αλλά και επικεντρωμένο στην ανάπτυξη. Στον τομέα της εξωτερικής μας πολιτικής, προωθούμε ιδιαίτερα αυτό που αποκαλώ υπεύθυνο πατριωτισμό, που σημαίνει ενίσχυση της θέσης της χώρας και διασφάλιση ότι οικοδομούμε ισχυρές συμμαχίες. Και θα έλεγα σχετικά κοινωνικά προοδευτικό όταν πρόκειται για κοινωνικά θέματα.

Πιστεύω ότι αυτό έχει αποφέρει στο κόμμα μας μια ισχυρή πλειοψηφία. Είμαστε μία από τις χώρες που αυτή τη στιγμή δεν έχουν πραγματικά πολιτικά ζητήματα, επειδή έχουμε μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τρία ακόμα χρόνια απομένουν έως τη λήξη της θητείας μας και έναν απολύτως σαφή οδικό χάρτη όσον αφορά στις μεταρρυθμίσεις που θέλουμε να εφαρμόσουμε.

Στο τέλος της ημέρας όμως, πιστεύω ότι ο λόγος για τον οποίο επανεκλεγήκαμε ήταν πολύ απλός: κάναμε πράξη αυτά που είπαμε στους πολίτες. Αναλάβαμε τη διακυβέρνηση το 2019 λέγοντάς τους ότι θέλουμε να μειώσουμε τους φόρους και να επαναφέρουμε τη χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά, ότι θέλαμε να βελτιώσουμε τις δημόσιες υπηρεσίες, να ψηφιοποιήσουμε το κράτος και να διασφαλίσουμε ότι η Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερο εκτόπισμα από το τυπικό μέγεθός της στις διεθνείς υποθέσεις. Αυτά τα κάναμε.

Τώρα, στην αρχή της δεύτερης θητείας μας, θέλουμε να χτίσουμε πάνω σε αυτή την πρόοδο, να αντιμετωπίσουμε πιο περίπλοκα ζητήματα όσον αφορά στον δημόσιο τομέα, να βελτιώσουμε πραγματικά το σύστημα υγείας, να κάνουμε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό μας σύστημα, επειδή χρειάζεται πολύς χρόνος στην Ελλάδα για να εκδοθεί οποιαδήποτε δικαστική απόφαση.

Ταυτόχρονα, να βεβαιωθούμε ότι θα αξιοποιήσουμε αυτή τη θετική οικονομική δυναμική. Πρέπει να συγκλίνουμε με την Ευρώπη. Ο μόνος τρόπος για να φτάσουμε την Ευρώπη είναι να δούμε ανάπτυξη για μεγάλο χρονικό διάστημα, πολύ ταχύτερη από την υπόλοιπη ευρωζώνη. Αυτό φάνηκε να πιστεύει η αγορά ότι είμαστε σε θέση να το κάνουμε.

Στην αρχή της δεύτερης θητείας μας θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι θα επιμείνουμε σε όλες αυτές τις μεταρρυθμίσεις που θα μας διατηρήσουν σε αυτή τη θετική πορεία. Ναι, μερικές φορές κάποιες από αυτές τις μεταρρυθμίσεις δεν είναι απαραίτητα δημοφιλείς, αλλά αυτό είναι τίμημα που πρέπει να πληρώσεις στην πολιτική.

Και βέβαια, αν θέλεις να κάνεις δύσκολες μεταρρυθμίσεις, είναι λογικό να τις κάνεις στην αρχή της θητείας και όχι στο τέλος. Μου φαίνεται ότι αυτό είναι έξυπνη πολιτική. Αυτό ακριβώς κάναμε, διότι ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόσαμε ήταν πολιτικά περίπλοκες. Αλλά μέχρι στιγμής, όλα καλά».

Για την στροφή της Ελλάδας στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την ενεργειακή ασφάλεια, ο Πρωθυπουργός ανέφερε:

«Η ενέργεια είναι ένα πολύ σύνθετο θέμα, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη. Νομίζω ότι συνειδητοποιήσαμε, κατά τη διάρκεια της κορύφωσης του ουκρανικού πολέμου, το τίμημα που έπρεπε να πληρώσουμε για την υπερβολική εξάρτησή μας από το ρωσικό φυσικό αέριο. Νομίζω ότι απομακρυνθήκαμε από το ρωσικό φυσικό αέριο, όχι εντελώς, αλλά πολύ γρήγορα. Ήταν απαραίτητο να γίνει αυτό, τόσο για γεωπολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους.

Τώρα, αν ρίξετε μία ματιά στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας, πριν από 15 χρόνια το 70% της ηλεκτροπαραγωγής γινόταν με καύση λιγνίτη. Τώρα αυτό αντιστοιχεί στο 5%. Απομακρυνθήκαμε σχεδόν τελείως από τον λιγνίτη. Σήμερα, το 55% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουμε προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αιολική, ηλιακή και υδροηλεκτρική ενέργεια. Το υπόλοιπο είναι φυσικό αέριο.

Πρόθεσή μας είναι να αυξήσουμε τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όσο το δυνατόν περισσότερο. Το τονίζω: όσο περισσότερο μπορούμε. Διότι όταν παράγεις τόσο πολύ ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, αρχίζεις να αντιμετωπίζεις τα πραγματικά προβλήματα του τι σημαίνει να έχεις να διαχειριστείς σημαντική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από πηγές που αποδίδουν με διαλείμματα.

Δίνουμε μεγάλη έμφαση στην προσθήκη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά με τρόπο που να εξισορροπεί το σύστημα, εστιάζοντας στην αποθήκευση. Στην περίπτωσή μας, δεν πρόκειται μόνο για μπαταρίες, αλλά και για αντλησιοταμίευση. Πιστεύω πολύ σε αυτό. Επειδή έχουμε μεγάλα φράγματα, ιστορικά, η υδροηλεκτρική ενέργεια εξυπηρετεί τον σκοπό όχι μόνο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά ουσιαστικά αποτελεί και μία μεγάλη μπαταρία.

Εστιάζουμε και στις διασυνδέσεις. Οι διασυνδέσεις στην Ευρώπη θα είναι απολύτως κρίσιμες για την εξισορρόπηση του συστήματος. Αν θέλουμε να έχουμε περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χρειαζόμαστε περισσότερες διασυνδέσεις. Όχι μόνο διασυνδέσεις με τους γείτονές μας, αλλά και μεγάλες διασυνδέσεις που, για παράδειγμα, μπορούν να συνδέσουν την αιολική ενέργεια που παράγεται στη Βόρεια Θάλασσα τον χειμώνα με τον ήλιο της Μεσογείου το καλοκαίρι. Φυσικά, υπάρχει και το πρόσθετο κεφάλαιο του πώς μπορούμε να συνδεθούμε με τη βόρεια Αφρική.

Η μεγάλη πρόκληση της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας ανοίγει νέες δυνατότητες. Αλλά στο τέλος της ημέρας, θα χρειαζόμαστε πάντα παραγωγή ηλεκτρικής που να καλύπτει τις ελάχιστες ανάγκες του δικτύου. Βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, στην περίπτωση της Ελλάδας, μιλάμε για φυσικό αέριο, είτε πρόκειται για φυσικό αέριο μέσω αγωγών είτε, κυρίως, για υγροποιημένο φυσικό αέριο. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε περισσότερα σημεία εισόδου για την επαναεριοποίηση του υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Ασφαλώς, δεν έχουμε εγκαταλείψει τις δικές μας έρευνες για υδρογονάνθρακες. Η ExxonMobil διεξάγει σήμερα πολύ ενεργά έρευνες νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου και στην Κρήτη. Αυτό θα ήταν ένα πλεονέκτημα για εμάς, αν συμβεί τόσο το καλύτερο. Νομίζω ότι κινούμαστε κοντά στα χρονικά περιθώρια για να διαπιστώσουμε αν υπάρχει κάτι αξιόλογο για εμπορική εκμετάλλευση. Αλλά πιστεύω ότι έχουμε τουλάχιστον την υποχρέωση, πριν πάρουμε μια απόφαση, να γνωρίζουμε αν υπάρχουν σημαντικά αποθέματα φυσικού αερίου εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής μας Ζώνης. Και αυτό πρόκειται να κάνουμε.

Επιτρέψτε μου όμως να κάνω μια ευρύτερη επισήμανση για την πράσινη μετάβαση. Η πράσινη μετάβαση είναι εμβληματική για την Ευρώπη. Και, πράγματι, είναι πολύ ευγενές το γεγονός ότι η Ευρώπη υπήρξε τόσο “επιθετική” όσον αφορά στον καθορισμό στόχων σχετικά με την κλιματική ουδετερότητα για το 2050, αλλά είμαστε υπεύθυνοι μόνο για το 15% των παγκόσμιων εκπομπών.

Αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι η πράσινη μετάβαση κοστίζει πολλά χρήματα και ότι δεν μπορεί να γίνει εις βάρος των επιχειρήσεών μας, των πολιτών μας, των αγροτών μας. Επομένως, πιστεύω ότι θα εξετάσουμε ζητήματα σχετικά με τον ρυθμό, το πόσο γρήγορα θα υλοποιηθεί αυτή η μετάβαση, και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που χρειαζόμαστε για να γίνει πραγματικότητα.

Τώρα, όσον αφορά στη χρηματοδότηση, κάναμε κάτι πολύ σημαντικό στο απόγειο της πανδημίας COVID, το 2020. Αντλήσαμε 750 δισεκατομμύρια ευρώ μέσω ευρωπαϊκού δανεισμού, για πρώτη φορά. Δημιουργήσαμε ένα νέο χρηματοδοτικό εργαλείο. Και αυτά είναι χρήματα που χρησιμοποιούνται για να μας βοηθήσουν στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, καθώς και με θέματα που συνδέονται με την ανταγωνιστικότητα.

Για την Ελλάδα, λοιπόν, πρόκειται για 36 δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος πέντε ετών από επιχορηγήσεις και δάνεια. Είναι πολλά χρήματα. Για παράδειγμα, ένα από τα έργα αντλησιοταμίευσης για τα οποία σας μίλησα χρηματοδοτείται από αυτό το εργαλείο. Χρειαζόμαστε όχι μόνο ιδιωτικούς αλλά και δημόσιους πόρους για να χρηματοδοτήσουμε αυτή τη μετάβαση».

Για το Κυπριακό και τις απειλές της Χεζμπολάχ στην Κύπρο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε:

«Σας ευχαριστώ που το επισημάνατε αυτό, διότι δεν μιλήσαμε καθόλου για την Κύπρο. Θα ήθελα να κάνω μια πολύ σύντομη αναφορά. Στις 20 Ιουλίου συμπληρώνονται 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κατοχή. Το ζήτημα αυτό δεν έχει ακόμη επιλυθεί. Ο μόνος τρόπος για την επίλυσή του είναι να παραμείνουμε στο πλαίσιο των αποφάσεων που έχει λάβει το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Θέλω απλώς να υπενθυμίσω στο ακροατήριο ότι υπάρχει ακόμη μια ευρωπαϊκή χώρα που είναι εν μέρει υπό κατοχή.

Και βέβαια, είδαμε απειλές κατά της Κύπρου, οι οποίες είναι απολύτως απαράδεκτες και καταδικαστέες. Αυτή είναι η αντίδραση της Κύπρου, της Ελλάδας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των ΗΠΑ. Μας απασχολούν αυτοί οι περιφερειακοί ταραχοποιοί. Είμαι βέβαιος ότι το θέμα θα επανέλθει στη συζήτηση.

Αναφερθήκατε στους Χούθι. Είναι ένα ζήτημα, για λόγους που εξήγησα προηγουμένως, το οποίο, ξαναλέω, μας απασχολεί πολύ. Αλλά, και πάλι, αν θα μπορούσαμε, στο πλαίσιο όσων είπατε, να έχουμε μια συμφωνία, επιστροφή των ομήρων, κατάπαυση του πυρός και τουλάχιστον να μην δίνουμε σε άλλους τη δικαιολογία που αναζητούσαν για να συνεχίσουν τον πόλεμο δια αντιπροσώπων, νομίζω ότι θα ήταν μόνο καλό αν αυτό συνέβαινε νωρίτερα παρά αργότερα. Και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να συμβάλλουμε προς αυτή την κατεύθυνση».



Σχολιάστε εδώ