Η εσωτερική κρίση στο ΠΑΣΟΚ και ο προκλητικός διθύραμβος Τσίπρα για την προδοσία των Πρεσπών
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η σημερινή εσωτερική κρίση στο ΠΑΣΟΚ δεν είναι, ασφαλώς, κατά κύριο λόγο, θέμα προσώπων. Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο και συνδέεται με τη βαθιά μετάλλαξη και αλλοτρίωσή του, μετά την κυριαρχία Σημίτη. Το ΠΑΣΟΚ, από ένα κόμμα πατριωτικό, μεταλλάχθηκε σε ένα κόμμα-φερέφωνο διεθνιστικών δήθεν ιδεολογιών, που εκπορεύονται από την παγκοσμιοποίηση. Ο Κώστας Σημίτης, ήδη από το 1997, ως πρωθυπουργός της χώρας και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, διεκήρυξε απροκάλυπτα ότι «η Ελλάδα πρέπει να γίνει πολυπολιτισμική»!
Το τι σημαίνει αυτό, το βλέπουμε σήμερα στις ελληνικές πόλεις αλλά και στην ύπαιθρο. Αρκεί να επισκεφθεί κανείς την περιοχή Ομόνοιας – Πατησίων ή τα σχολεία της περιοχής για να αντιληφθεί ποια κατάσταση έχει δημιουργηθεί και να αναρωτηθεί πού βαδίζει η χώρα. Με ποιο δικαίωμα Ελληνικές κυβερνήσεις άνοιξαν την πόρτα στη λαθρομετανάστευση και επέτρεψαν να εγκατασταθούν στη χώρα εκατομμύρια αλλοδαποί; Ο αριθμός τους είναι επτασφράγιστο μυστικό και αποκρύπτεται σκοπίμως, ώστε να παρουσιάζεται μια εικόνα καθησυχαστική ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα.
Ακόμα και σήμερα, όταν όλοι πλέον αναγνωρίζουν ότι η παράνομη μετανάστευση και η εργαλειοποίησή της από εχθρικές δυνάμεις μπορεί να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στη χώρα και να διασπάσει την εθνική συνοχή, συνεχίζεται κανονικά η εφαρμογή Κανονισμών, για την εισαγωγή των οποίων πρωτοστάτησε το 2003, επί Ελληνικής Ευρωπαϊκής Προεδρίας, η κυβέρνηση Σημίτη, όπως ο Κανονισμός για την Οικογενειακή Επανένωση. Ο Κανονισμός αυτός λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής της παράνομης μεταναστεύσεως, γιατί επιτρέπει, μετά την απόδοση του καθεστώτος του μονίμως διαμένοντος μετανάστη (σε πέντε χρόνια), τη νόμιμη μετάκληση και της οικογένειάς του.
Υπό συνθήκες νόμιμης και ελεγχόμενης μεταναστεύσεως, τα μέτρα αυτά φαίνονται λογικά και ανθρώπινα. Υπό συνθήκες, όμως, παράνομης και ανεξέλεγκτης εισόδου και παραμονής στη χώρα, μετατρέπονται σε μια μηχανή νομιμοποιήσεως και πολλαπλασιασμού των παράνομων μεταναστών. Θα έπρεπε λογικά η κυβέρνηση, μετά τη διαπίστωση του μεγέθους του προβλήματος, να κηρύξει μορατόριουμ στην εφαρμογή των Κανονισμών αυτών για να επανεξετάσει τις συνέπειες από την εφαρμογή τους και το δέον γενέσθαι. Κυβέρνηση όμως και συστημικά κόμματα σπεύδουν να εγκλωβισθούν στη δήθεν «κοινή» Ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική και να αποδεχθούν χωρίς όρους την ανεδαφική πολιτική των ανοικτών συνόρων και της μη απωθήσεως οποιουδήποτε αιτητή ασύλου.
Η ευθύνη για την πολιτική αυτή στη χώρα μας δεν βαρύνει, δυστυχώς, μόνο την κυβέρνηση Σημίτη και Γιώργου Παπανδρέου. Βαρύνει και όλες τις κυβερνήσεις που ακολούθησαν από το 1997, με αποκορύφωμα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που οργίασε κυριολεκτικά υπέρ των λαθρομεταναστών και σε βάρος της χώρας.
Η σημερινή κυβέρνηση και ο σημερινός πρωθυπουργός έφτασαν στο σημείο να αναφέρονται σε «λύση» του δημογραφικού προβλήματος της χώρας με παράνομους μετανάστες, κατά κύριο λόγο Μουσουλμάνους.
Η πολιτική για τη λαθρομετανάστευση είναι ένα παράδειγμα για τις θέσεις που έπρεπε να πάρει ένα μεγάλο και ιστορικό κόμμα, όπως το ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο όμως ισχύει και για άλλες σημαντικές πολιτικές. Ποια ήταν η θέση του ΠΑΣΟΚ για την προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών; Ποια ήταν η θέση του για την προαγωγή στη χώρα της λεγόμενης woke ατζέντας για τον γάμο των ομοφυλοφίλων, τον άκρατο δικαιωματισμό και την εθνική αποδόμηση;
Ποια ήταν επίσης η θέση του για τα μεγάλα Ευρωπαϊκά προβλήματα και τα ιδιαίτερα Ελληνικά εθνικά συμφέροντα;
Δυστυχώς, το ΠΑΣΟΚ έμεινε καθηλωμένο στην ατζέντα Σημίτη, που δεν διαφέρει ουσιαστικά από την ατζέντα της Νέας Δημοκρατίας, γιατί κοινός παρονομαστής είναι η παγκοσμιοποίηση, με την οποία έχουν ταυτισθεί οι Βρυξέλλες.
Το σημερινό ΠΑΣΟΚ αναπέτασε τη σημαία της σοσιαλδημοκρατίας ως επίσημης ιδεολογίας, που συνδυάζεται και με την Ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και τα Ευρωπαϊκά κόμματα στο Ευρωκοινοβούλιο. Για τους παλαιότερους του ΠΑΣΟΚ, που ενθυμούνται το πώς αντιμετώπιζε ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου τη σοσιαλδημοκρατία, το γεγονός προκαλεί θυμηδία. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η Ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σήμερα σε προφανή παρακμή. Δεν είναι τυχαίο ότι το εμβληματικό SPD της Γερμανίας ήρθε τρίτο στις πρόσφατες ευρωεκλογές. Σε τι αποδίδεται η παρακμή της Σοσιαλδημοκρατίας, όπως και των άλλων συστημικών κομμάτων στην Ευρώπη; Στην αδυναμία τους να αντιληφθούν και να εκφράσουν τα νέα προβλήματα στην Ευρώπη, για τα περισσότερα από τα οποία δεν είναι άμοιρη η παγκοσμιοποίηση, η woke κουλτούρα, ο άκρατος δικαιωματισμός, η λαθρομετανάστευση, η παθητική εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, το άκριτο άνοιγμα των συνόρων προς κάθε κατεύθυνση, η υπονόμευση του εθνικού κράτους.
Η αδυναμία των παλαιών κομμάτων να εκφράσουν τις αγωνίες και τις προσδοκίες των Ευρωπαϊκών λαών οδηγεί στη δημιουργία νέων εθνικών κινημάτων, τα οποία σπεύδουν οι Νεοταξικοί ηγέτες να χαρακτηρίσουν και να συκοφαντήσουν ως επάρατη «ακροδεξιά». Βλέπει όμως κανείς τι γίνεται στην Ευρώπη, με επίκεντρο τη Γαλλία.
Πάνω σ’ αυτά τα θέματα, σε συνδυασμό με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, καλείται να τοποθετηθεί το Ελληνικό πολιτικό σύστημα και τα κόμματά του. Αυτό προϋποθέτει όμως ανεξάρτητη πολιτική και προάσπιση των εθνικών συμφερόντων και του εθνικού μέλλοντος της χώρας.
Βλέπει όμως κανείς πόσο βαθιά, δυστυχώς, έχει προχωρήσει, με τον μανδύα της αριστεράς και της κεντροαριστεράς, η πολιτική αλλοτρίωση και η ξένη πολιτική εξάρτηση. Ένα παράδειγμα είναι η προκλητική πρωτοβουλία του πρώην πρωθυπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα να εγκαινιάσει τη δράση του ομώνυμου Ιδρύματος που δημιούργησε με πανηγυρισμούς υπέρ της κατάπτυστης Συμφωνίας των Πρεσπών, την ώρα μάλιστα που η νέα κυβέρνηση VMRO των Σκοπίων την παραβιάζει κατάφωρα. Μέρος των πανηγυρισμών ήταν και η βράβευση του Αμερικανού μεσολαβητή, υπό τον μανδύα του ΟΗΕ, Μάθιου Νίμιτς, για το υποτιθέμενο επίτευγμά του.
Οι πρωτοβουλίες αυτές παρουσιάζονται επιπλέον ως κοινός τόπος για τη σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ και τη δημιουργία μιας μεγάλης «προοδευτικής» παρατάξεως της Κεντροαριστεράς. Ο κίβδηλος πολιτικός λόγος έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε να παρουσιάζεται η εθνική μειοδοσία, όπως αυτή των Πρεσπών, ως δήθεν «προοδευτικό» επίτευγμα. Γιατί, με τη λογική αυτή, να μη γίνει πρότυπο και για άλλες «προοδευτικές» μειοδοσίες;
Η απάντηση σ’ αυτά τα κατασκευάσματα και στον δόλιο ιδεολογικό λόγο είναι ο γνήσιος προοδευτικός πατριωτισμός, που δεν είναι δύσκολο να προσδιορισθεί, όταν παραμερίζονται οι παρωπίδες του κενού κομματικού λόγου και οι ψευδεπίγραφες δήθεν προοδευτικές αναφορές.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ