Δημ. Νατσιός στο “Π”: Ο ποιητής Βασίλης Ρώτας στη μάχη του Κιλκίς

Δημ. Νατσιός στο “Π”: Ο ποιητής Βασίλης Ρώτας στη μάχη του Κιλκίς

Του
ΔΗΜΗΤΡΗ ΝΑΤΣΙΟΥ
Ιδρυτικού Προέδρου της ΝΙΚΗΣ, Δασκάλου


Το 2000 η «ΤΕΧΝΗ» Κιλκίς επανεξέδωσε, υπό τη φιλολογική επιμέλεια του αείμνηστου φιλολόγου Μανόλη Γκαράνη, ένα μικρό βιβλίο, ολιγοσέλιδο, με τίτλο «Η μάχη του Κιλκίς». Συγγραφέας του, ο Βασίλης Ρώτας. (Η α’ έκδοση έγινε το 1987.)

Το βιβλίο βασίζεται σε αφήγηση ποιητή, ο οποίος πήρε μέρος στην επική μάχη, στη σύντροφό του Β. Δαμιανάκου.

Ο Β. Ρώτας υπηρετεί ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, και μάλιστα στις 20 Ιουνίου του 1913 τραυματίζεται στη μάχη, προσπαθώντας όρθιος, εν μέσω πυκνών πυρών του βουλγαρικού πυροβολικού, να μετρήσει με το μάτι την απόσταση και να συντονίσει τις βολές των κανονιών μας. Γενναίος, με ηρωικό φρόνημα, όπως σχεδόν όλοι οι τότε αξιωματικοί του στρατού μας, έδινε το παράδειγμα.

Ο Β. Ρώτας μετά τον τραυματισμό του μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη στο νοσοκομείο, από όπου, μην αντέχοντας την ιδέα ότι οι στρατιώτες του κινδύνευαν μόνοι τους, έφυγε με ανοιχτό τραύμα στην κοιλιά, πήρε το τρένο για τη Δοϊράνη και… όπως γράφει ο ίδιος: «Πληροφορήθηκα πού βρισκόταν ο λόχος μου. Ευθύς εκίνησα για εκεί. Ήμουν αποκαμωμένος από την πορεία και εξαντλημένος. Το τραύμα δεν είχε κλείσει και η νύχτα με δυσκόλευε να προχωρώ. Ξάπλωσα σε μια θημωνιά και αποκοιμήθηκα αμέσως. Κοντά στο ξημέρωμα, μόλις είχε αρχίσει ν’ ασπρογαλιάζει η μέρα, ξυπνάω και βλέπω έναν τοίχο να με περιβάλλει ολόγυρα. Μου φέρνει δάκρυα στα μάτια εκείνη η ανάμνηση. Ήταν οι στρατιώτες μου που είχαν μάθει ότι ερχόμουνα κι είχαν κάμει πάνω από μία ώρα δρόμο μέσα στη νύχτα και με περίμεναν όρθιοι να ξυπνήσω…». Ωραία, μεγαλειώδης σκηνή. «Ήταν τότε που οι άνθρωποι έζων δι’ ένα έπαινον και πέθαινον δι’ ένα τραγούδι», όπως έλεγε ο Ανδρέας Καρκαβίτσας.

Ο Ρώτας μετέπειτα εντάχθηκε στο ΚΚΕ, ακολούθησε τις αυταπάτες του, τη χιμαιρική τροχιά του, το «αδειανό πουκάμισο». Πέθανε το 1977, δεν έζησε το τέλος της υπαρκτοσοσιαλιστικής τερατογονίας, της παταγώδους κατάρρευσης των σοβιετικών καθεστώτων. Αγνός άνθρωπος, πραγματικά ιδεολόγος, έζησε σε χρόνους δίσεκτους μίση και αδικίες, που ακόμη στιγματίζουν τη ζωή της πατρίδας. Αφηγούμενος, προς τη δύση του βίου του, τα περασμένα, αναφέρει κάτι εντυπωσιακό. «Όσες φορές τύχαινε να νιώθω μείωση από κάτι είτε διότι με κατέκριναν είτε γενικά, όπως τύχαινε καμιά φορά ένας άνθρωπος να έχει φταίξει, έστελνα το νου μου σε εκείνη την ημέρα, στην μάχη του Κιλκίς και τον τραυματισμό μου. Έλεγα, μη σκέφτεσαι, δεν είναι μείωση, δεν έχεις τίποτα, διότι σ’ εκείνη την περίσταση εφέρθηκες έτσι» (σελ. 47). Δηλαδή, απ’ όσα είχε κάνει στη ζωή του, αυτό που τον έκανε να καμαρώνει και του αναπτέρωνε το ηθικό ήταν ο ηρωισμός του κατά τη μάχη του Κιλκίς. Ούτε το ΕΑΜ ούτε η Γυάρος ούτε τα έργα του –με σπουδαιότερο το «Κολοκοτρώνης ή η νίλα του Δράμαλη», ηρωικό δράμα– τον γέμιζαν υπερηφάνεια. Το αίμα που έχυσε για την ελευθερία της Μακεδονίας, οι αγώνες του έθνους, του «έδιναν ευχαρίστηση, ένα είδος σεβασμού για τον εαυτό» του, όπως γράφει.

(Θυμήθηκα τον Αισχύλο, τον μέγιστο των τραγικών, όλων των αιώνων, που ζήτησε επί του τάφου του να χαραχθεί το επίγραμμα που ο ίδιος συνέθεσε. Πολλές δόξες είχε γνωρίσει, όμως το μόνο που θέλησε να γραφτεί στο μνήμα του ήταν η καταγωγή του και «…αλκήν δ’ ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος», ο ηρωισμός που επέδειξε στη μάχη του Μαραθώνα, την οποία ο αλαζών Μήδος γνωρίζει.) Τώρα. Θέλησα να βρω πώς αναφέρουν τα αριστερά έντυπα τον Βασίλη Ρώτα, τι γράφουν «οι σύντροφοι» για τον σπουδαίο ποιητή. Σκόνταψα σε ένα άρθρο του «Ριζοσπάστη» στις 5 Ιουνίου του 2011. Γράφουν, λοιπόν, οι αμετανόητοι ομφαλοσκόποι του ΚΚΕ: «Ο Β. Ρώτας ανήκει σε κείνους… που αφοσιώθηκαν και αγωνίστηκαν για τα ιδανικά του Μαρξισμού – Λενινισμού, στην πανανθρώπινη ιδεολογία που αποφασιστικά και σταθερά διδάσκει το ΚΚΕ. Έδωσε αγώνες για την εργατική τάξη…» και λοιπά και λοιπά. (Τα υπόλοιπα δεν χρειάζεται να τα γράψω. Τα γνωστά ξύλινα και κούφια αναμασήματα και γλωσσικά απολιθώματα, που απαλλάσσουν τους συντάκτες τους από την υποχρέωση της συγκεκριμένης αναλύσεως.) Πουθενά, όμως, στο… ριζοσπαστικό αφιέρωμα δεν γίνεται νύξη για αυτό για το οποίο «ο μπάρμπα Βασίλης ο Αβασίλευτος», όπως τον ονομάζει ο Γ. Ρίτσος σε ποίημά του, καμάρωνε και διά βίου καυχιόταν: τη συμμετοχή του στη μάχη του Κιλκίς, τον ηρωικό τραυματισμό και τη «δραπέτευσή» του από το νοσοκομείο για να επανέλθει, αν και τραυματίας, στο πεδίο της τιμής. Αυτό το «ασήμαντο» επεισόδιο το προσπέρασε και πήγε κατευθείαν στο ΕΑΜ. Για τους αριστερόμυαλους, κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, από τότε αρχίζει η Νεότερη Ελληνική Ιστορία. Οι πόλεμοι του ’12 – ’13, η Μικρασία ήταν ιμπεριαλιστικές εξορμήσεις, καθοδηγούμενες από την ντόπια πλουτοκρατία. Το δε ’21 ήταν ταξική εξέγερση κατά των κοτζαμπάσηδων και της Εκκλησίας.

Η πατρίδα μας, όμως, η Ιστορία της, θα συνεχίσει την περπατησιά της γιατί κρατιέται από τις «ολόμαυρες ράχες» των Ψαρών, του Κιλκίς, της Πίνδου. Θα συνεχίσει να «μελετά τα λαμπρά παλληκάρια», όπως ο Ρώτας.

Να κλείσω με αυτό που έγραψε για τον ποιητή ο αυτόπτης μάρτυρας της μάχης του Κιλκίς Δ. Καλλίμαχος, εθελοντής ιεροκήρυκας της Ε’ Μεραρχίας, στο βιβλίο του «Αθάνατη Ελλάς»:

«Εις άλλο σημείον της μάχης έφεδρος ανθυπολοχαγός του 23ου, ενώ ετραυματίσθη, αυτός εξηκολούθει να τραγουδεί. Ήτο ο Ρώτας, ο ηθοποιός, ένα εκλεκτό παλληκάρι… Τον έσυραν προς τα χειρουργεία και μετ’ ολίγας ημέρας τον είδα πάλιν εις την γραμμήν» (σελ. 117).

Τι θα έλεγε, άραγε, το «εκλεκτό παλληκάρι» για την προδοσία της Μακεδονίας; Γι’ αυτούς που ξεπούλησαν στους νεοκομιτατζήδες των Σκοπίων αυτό που με το αίμα τους κέρδισαν στη μάχη του Κιλκίς;


ΤΟ ΠΑΡΟΝ


Σχολιάστε εδώ